Το πρωινό ξύπνημα είναι μια πραγματικά δύσκολη υπόθεση. Σε κανέναν δεν αρέσει να ξυπνάει νωρίς το πρωί και να ξεκινά αμέσως το τρέξιμο μιας γεμάτης ημέρας. Για κάποιους, είναι πιο εύκολο να σηκωθούν από το κρεβάτι και για άλλους αποτελεί πραγματικά άθλο. Ένα είναι το σίγουρο: Όταν νυστάζεις, είναι πολύ εύκολο να σε ξαναπάρει ο ύπνος κατά λάθος.

Γι’ αυτό και οι περισσότεροι δεν βάζουμε ένα ξυπνητήρι, αλλά περισσότερα και δεν πατάμε απενεργοποίηση όταν τα ακούμε να χτυπούν, αλλά αναβολή. Κατά καιρούς, ωστόσο, παρουσιάστηκαν διάφορες επιστημονικές φωνές, που υποστήριζαν ότι η αναβολή στο ξυπνητήρι δεν είναι τόσο αθώα και μπορεί να στην πραγματικότητα να βλάπτει τον οργανισμό.

Δύο νέες μελέτες, που δημοσιεύθηκαν στο Journal of Sleep Research, έρχονται να ανατρέψουν αυτή τη θεωρία, υποστηρίζοντας ότι το snooze button δεν είναι τελικά και τόσο κακό όσο πιστευόταν. «Ακούγαμε ότι το snoozing είναι κακό, αλλά όταν προσπαθήσαμε να εξετάσουμε τα επιστημονικά δεδομένα, συνειδητοποιήσαμε ότι δεν υπήρχε τίποτα που να επιβεβαιώνει αυτό τον ισχυρισμό», εξήγησε, μιλώντας στο Health, η Tina Sundelin, ερευνήτρια στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης και επικεφαλής συντάκτρια της μελέτης.

Οι νέες μελέτες παρέχουν περαιτέρω στοιχεία, που υποστηρίζουν ότι οι ρουτίνες ύπνου πρέπει να είναι εξατομικευμένες και ότι οι πρακτικές που λειτουργούν για ορισμένους ανθρώπους μπορεί να μην είναι εφαρμόσιμες σε όλους, δήλωσε η Michelle Drerup από το Κέντρο Διαταραχών Ύπνου της Cleveland Clinic. «Όπως συμβαίνει με τα περισσότερα πράγματα στη ζωή, δεν υπάρχει μια ενιαία προσέγγιση που να ταιριάζει σε όλους», είπε χαρακτηριστικά.

Μπορεί το snooze button να αυξήσει την παραγωγικότητα;

Στην πρώτη από τις δύο νέες μελέτες, η ομάδα της Sundelin ανέλυσε τα δεδομένα 1.732 ενηλίκων, για να ανακαλύψει ποια άτομα είναι πιο πιθανό να πατούν αναβολή και για πόσο χρόνο. Το 69% των συμμετεχόντων δήλωσε ότι χρησιμοποιεί τη λειτουργία αναβολής ή βασίζεται σε πολλαπλά ξυπνητήρια «μερικές φορές». Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι νεότεροι, αλλά και οι «βραδινοί τύποι», εκείνοι δηλαδή που αρέσκονται να ξενυχτούν, είναι πιο πιθανό να πατήσουν το κουμπί της αναβολής.

«Οι άνθρωποι που μένουν πιο εύκολα ξύπνιοι τη νύχτα και δεν αγαπούν το πρωινό ξύπνημα ήταν πιο πιθανό να πατούν αναβολή, όπως ήταν και το αναμενόμενο», δήλωσε η Drerup.

Η έρευνα διαπίστωσε, αναλυτικότερα, ότι τα άτομα που πατούσαν αναβολή είχαν περισσότερες πιθανότητες να κοιμούνται λιγότερο τις καθημερινές. Κατά μέσο όρο, ο χρόνος αναβολής ήταν 22 λεπτά, αν και η διάρκεια κυμαινόταν από ένα λεπτό έως τρεις ώρες.

Η δεύτερη μελέτη σχεδιάστηκε για να προσδιορίσει εάν η μισή ώρα επιπλέον ύπνου είχε κάποια επίδραση στη γνωστική λειτουργία των ανθρώπων όταν ξυπνούσαν. Αξιοποιήθηκαν 31 συμμετέχοντες, που χαρακτηρίστηκαν ως «συνήθεις» snoozers.

Αυτή η μελέτη διαπίστωσε ότι οι άνθρωποι που χουζούρευαν στο κρεβάτι για 30 επιπλέον λεπτά δεν παρουσίαζαν αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα του ύπνου τους, στα επίπεδα της ορμόνης του στρες, ούτε και στα επίπεδα πρωινής κούρασης.

«Προς έκπληξή μας, διαπιστώσαμε ότι όσοι πατούσαν αναβολή ήταν, κατά κύριο λόγο, πιο αποδοτικοί σε μερικά από τα γνωστικά τεστ», δήλωσε η Sundelin.

Οι νέες μελέτες δεν υποδεικνύουν απαραίτητα ότι η αναβολή, ειδικά για αόριστο χρονικό διάστημα, είναι πάντα καλή. Ωστόσο, τα νέα ερευνητικά ευρήματα διαψεύδουν ότι αυτή η συνήθεια είναι βλαβερή. «Αν κάποιος πειραματιστεί με την αναβολή και αισθάνεται ότι, με αυτό τον τρόπο, είναι λιγότερο νευρικός, πιο ξεκούραστος και ανανεωμένος, αυτό υποδεικνύει ότι αυτή ίσως είναι μια καλή επιλογή γι’ αυτόν», είπε χαρακτηριστικά η Drerup.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, η αναβολή μπορεί να παραπέμπει σε μεγαλύτερο πρόβλημα

«Για ανθρώπους που κάνουν ανεπαρκή ή μη ποιοτικό ύπνο, το snooze button ίσως να μην είναι και η καλύτερη επιλογή», αντιπαραβάλλει η Drerup.

Η ίδια επισημαίνει ότι μερικές φορές η επιθυμία να πατήσεις το κουμπί της αναβολής μπορεί να υποδηλώνει την ύπαρξη κάποιας αδιάγνωστης διαταραχής ύπνου ή θα μπορούσε απλώς να μαρτυρά ότι δεν δίνεις στο σώμα σου αρκετό χρόνο να ξεκουραστεί.

«Εάν κάποιος πατά το κουμπί της αναβολής πολλές φορές, αυτό σημαίνει ότι έχει επιπλέον χρόνο για ύπνο, επομένως θα μπορούσε να ρυθμίσει εξαρχής το ξυπνητήρι για όσο το δυνατόν αργότερα, διασφαλίζοντας έτσι ένα πιο ενοποιημένο πρόγραμμα ύπνου», προτείνει η Drerup.

Εάν δυσκολεύεσαι να διακρίνεις εάν η αναβολή είναι χρήσιμη ή επιβλαβής για σένα, σκέψου εάν αντιμετωπίζεις άλλα συμπτώματα διαταραχών ύπνου, όπως:

  • Δυσκολία στον ύπνο
  • Υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας, που επηρεάζει τη λειτουργικότητα
  • Συχνό/ δυνατό ροχαλητό
  • Παύσεις στην αναπνοή κατά τον ύπνο
  • Αίσθηση «μυρμηγκιάσματος» στα χέρια ή τα πόδια τη νύχτα, που ανακουφίζονται με την κίνηση
  • Δυσκολία στην κίνηση κατά την αφύπνιση

Εάν αναγνωρίζεις κάποιο από αυτά τα σημάδια, θα πρέπει να εξετάσεις το ενδεχόμενο να μιλήσεις με έναν ειδικό ύπνου.

Εάν δεν αντιμετωπίζεις κανένα από τα παραπάνω συμπτώματα, αλλά εξακολουθείς να αναζητάς τρόπους να βελτιώσεις τη ρουτίνα ύπνου σου, η Drerup συνιστά:

  • Να απομακρύνεις το τηλέφωνο ή το ξυπνητήρι από το κρεβάτι, ώστε να αναγκάζεσαι να σηκώνεσαι όταν χτυπά το πρωί
  • Να εκτίθεσαι στο φως του ήλιου αμέσως μόλις ξυπνάς
  • Να μην μένεις ξύπνι@ μέχρι αργά πολύ συχνά, καθώς αυτό μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα του ύπνου σου.