Η ζωή έχει χιούμορ. Μερικές φορές κακό, αλλά πάντως χιούμορ. Ειδικά όταν ξεστομίζεις με σιγουριά: «Εγώ ποτέ δεν θα το έκανα αυτό». Αυτό μου απάντησε και μια φίλη σε μια συζήτηση που είχαμε για τις παράλληλες σχέσεις. Προσπάθησα να της εξηγήσω ότι ποτέ δεν ξέρεις πώς μπορεί να αντιδράσεις σε μια κατάσταση μέχρι να είσαι εκείνος που θα τη βιώσει. Δεν μπορείς να κρίνεις ή να προβλέψεις εάν δεν έχεις βρεθεί σε μια θέση. Εκείνη, όμως, ήταν απόλυτη.

Κι εκεί είναι που έρχεται να παρέμβει η ζωή. Είναι σαν challenge. Σαν μια θεϊκή ύπαρξη, που παρακολουθεί τη συζήτηση από μια σκοτεινή γωνία και χασκογελάει, καθώς ετοιμάζεται να παρέμβει. Και παρεμβαίνει, για να μας δείξει ότι τα πράγματα δεν είναι πάντα όπως νομίζουμε.

Εκείνο τον καιρό, η φίλη μου είχε ξεκινήσει μια καινούρια δουλειά. Είχε αναλάβει μια υπεύθυνη θέση και ήταν πολύ χαρούμενη γι’ αυτό. Είχε πέσει με τα μούτρα στη δουλειά και, παρ’ όλο που περνούσε ατελείωτες ώρες εκεί, δεν είχε καταφέρει να γνωρίσει όλους της τους συναδέλφους. Έτσι πέρασαν οι πρώτοι μήνες, μέχρι που η δουλειά μπήκε σε μια σειρά και μπόρεσε να σηκώσει κεφάλι. Τότε τον γνώρισε. Έναν τύπο που ξεχώριζε σε έναν εργασιακό χώρο που χαρακτηρίζεται από ιδιότροπους ανθρώπους. Δεν έμοιαζε με κανέναν άλλο που είχε γνωρίσει, αλλά και με κανέναν άλλο που είχε ερωτευτεί. Όχι ότι αυτόν τον ερωτεύτηκε. Δεν ήταν του γούστου της. Έτσι έλεγε στον εαυτό της, αλλά και σε μένα για πολύ καιρό. Μάλλον κάτι παρόμοιο έλεγε κι εκείνος. Α, ξέχασα να σας πω. Δεν ήταν ελεύθερος, είχε μια σοβαρή σχέση.

Απ’ όσα περιέγραφε ήταν εύκολο να διαπιστώσει κανείς την έλξη που είχε αναπτυχθεί ανάμεσά τους. Εύκολο για όποιον είναι έξω από την κατάσταση και βλέπει με καθαρά μάτια. Εκείνη μάλλον δεν τολμούσε να το παραδεχθεί ούτε στον εαυτό της.

Δεν της είπα τίποτα. Την άφησα να το ανακαλύψει μόνη της. Ο καιρός περνούσε και οι δυο τους δένονταν χωρίς να το καταλάβουν. Η συνύπαρξη στη δουλειά ήταν η καλύτερη ευκαιρία, αλλά και δικαιολογία για να περάσουν χρόνο μαζί. Μέχρι που το project ολοκληρώθηκε. Ο αποχωρισμός ήταν βίαιος, τόσο που τελικά έφερε στην επιφάνεια όλα όσα είχαν προσπαθήσει να ξεγελάσουν αυτό τον καιρό: Μια δυνατή έλξη μεταξύ τους, που τελικά δεν μπόρεσαν να ελέγξουν. Μόνο τότε κατάλαβε. Ορκίζομαι πως δεν την κοίταξα ποτέ με το γνωστό ύφος «σ’ τα ‘λεγα εγώ».

Άρχισαν μια παράλληλη σχέση. Εκείνη δε το είχε πάρει τόσο σοβαρά. Εκείνος, μετά από λίγο καιρό άρχισε να της λέει πως θέλει να χωρίσει για να είναι μαζί της. «Μεγάλα λόγια», σχολίασα όταν το άκουσα. Εκείνος ορκιζόταν πως δεν ήταν έτσι, πως ένιωθε ότι δεν πάει άλλο πια και θέλει να ζήσει ελεύθερος αυτό που είχε μαζί της.

Η συνέχεια; Εύκολο να την μαντέψει κάποιος που ξέρει. Κάποιος που δεν ζει ακόμα στα ρομαντικά παραμύθια και τις μυθιστορηματικές ιστορίες. Συνέχισαν για λίγο καιρό ακόμη τον «παράνομο» δεσμό τους, μέχρι που δεν πήγαινε άλλο. Επέστρεψαν στις ζωές τους. Τα μεγάλα λόγια του δεν έγιναν ποτέ πράξη. Ποτέ δεν άφησε τη σιγουριά της σχέσης του για να δοκιμάσει μια νέα. Και ποιος το κάνει άλλωστε; Η άλλη γυναίκα δεν θα γίνει ποτέ τίποτε παραπάνω από αυτό. Η ζωή δεν είναι Χόλιγουντ. Η αγάπη χρειάζεται εμπιστοσύνη, ειλικρίνεια και αφοσίωση. Το να είσαι η άλλη γυναίκα δεν αφήνει περιθώρια για τέτοια φροντίδα. Είσαι απλώς ένα εφεδρικό σχέδιο και κλέβεις λίγη από την αγάπη που δικαιωματικά ανήκει σε κάποιον άλλο.

Κι αν ρωτήσεις σήμερα τη φίλη μου, θα σου πει πως πήρε δύο σημαντικά μαθήματα: Πρώτον, «ποτέ μη λες ποτέ». Το δεύτερο, όμως, είναι το κυριότερο: Να μάθεις να βάζεις τον εαυτό σου ψηλά και να ζητάς από όσους σε περιβάλλουν να σε συναντήσουν εκεί, ψηλά. Αν αφήσεις κάποιον να σε ρίξει χαμηλά και να σε αντιμετωπίσει ως κάτι λιγότερο, αυτό ακριβώς θα κάνει. Αξίζεις πολύ περισσότερα από το να είσαι απλώς η άλλη γυναίκα.