Η ζωή μοιάζει λίγο με παραμύθι: Έχει τα καταπράσινα λιβάδια με τα λουλούδια, έχει όμως και τους σκοτεινούς, κακοτράχαλους δρόμους. Έχει πρίγκιπες και βασιλείς, έχει όμως και δράκο. Δράκο που πετάει φωτιές και καίει τα πάντα στο διάβα του. Που καταστρέφει, που πληγώνει, που κάνει κακό.

Για τον καθένα, αυτός ο δράκος έχει διαφορετική μορφή: Μπορεί να είναι οι γονείς, ένας σύντροφος ή ένας φίλος. Σε κάθε περίπτωση, είναι εκείνοι που θα έπρεπε να μας αγαπούν πιο πολύ αυτοί που τελικά μας πληγώνουν. Χαράσσουν σημάδια στην ψυχή, που γίνονται ουλές και μένουν εκεί, για να μας θυμίζουν ό,τι έγινε. Η ψυχή χάνει λίγη από την αθωοότητά της, «βρωμίζει» με λάθη και καλείται να συγχωρέσει.

Στην ψυχολογία, η συγχώρεση αποτελεί βασικό κομμάτι της θεραπευτικής διαδικασίας και δικαίως. Δεν μπορεί να επέλθει κάθαρση χωρίς τη συγχώρεση. Πώς μπορεί, όμως, να επέλθει η συγχώρεση σε λάθη που έχουν ματώσει την ψυχή; Εύκολο στα λόγια, δύσκολο στην πράξη. Καμιά φορά, δεν είναι ότι δεν θέλουμε. Απλά δεν έχουμε βρει τον τρόπο.

Θέλει δύο η συγχώρεση

Κι ύστερα, πώς συγχωρείς κάποιον που δε το ζήτησε; Κάποιον που δεν αναγνώρισε το λάθος του και δε ζήτησε λύτρωση. Ίσως, λοιπόν, τελικά η συγχώρεση να είναι δύο κατευθύνσεων: Χρειάζεται προσπάθεια και από τις δύο μεριές.

Θέλει κότσια η συγνώμη

«Σκάβοντας» για να βρούμε τα αίτια που κάνουν αυτές τις πληγές τόσο ανθεκτικές και τη συγχώρεση να μην έρχεται, ίσως εντοπίσουμε σε όλα ένα κοινό σημείο: Μια συγνώμη που δεν ήρθε ποτέ. Από εκείνον που έσφαλε. Θέλει κότσια η συγνώμη. Και, μπροστά στο τέρας του εγωισμού, οι περισσότεροι δεν τα διαθέτουμε. Θέλει μεγάλη μαγκιά η συγνώμη. Κι όμως, είναι πιο εύκολο να κρυφτούμε πίσω από τις ευθύνες μας, παρά να σταθούμε με γενναιότητα μπροστά στο λάθος και να ξεστομίσουμε αυτή τη βαριά λέξη. Είναι, όμως, η απουσία αυτής της λέξης που βοά μέσα στο κενό μιας ψυχής που πληγώθηκε και αδυνατεί να συγχωρέσει.

Κι ύστερα…αρμονία

Κάποτε είχα ένα φίλο, που δε μου φέρθηκε σωστά. Το ήξερε, όλοι όσοι σφάλλουν το ξέρουν. Για χρόνια, με απέφευγε. Σαν να είχα φταίξει εγώ. Κι ύστερα, μια μέρα, πολύ καιρό μετά, όταν πια θα μπορούσε να κρυφτεί άνετα πίσω από τη δικαιολογία του χρόνου που κύλησε, ήρθε. Αναγνώρισε το λάθος του και ζήτησε συγνώμη. Ήταν μια συγνώμη που είχα πάψει πια να περιμένω και που πίστευα πως δε με αφορά. Κι όμως, με αφορούσε. Ασυνείδητα, αυτό περίμενε η ψυχή μου για να μπορέσει να συγχωρέσει. Μια τόση δα λέξη, με όλο αυτό το ειδικό βάρος, με νόημα και με το θάρρος που χρειάστηκε, ήταν αρκετή για να ανακουφίσει τις πληγές μου, αρκετή για να μπορέσω να συγχωρήσω πραγματικά.

Μέσα από αυτή την ιστορία κατάλαβα γιατί δεν κατάφερα να γιατρέψω την ψυχή μου από άλλους «δράκους». Με κάποιες πληγές απλώς μαθαίνεις να ζεις και να πορεύεσαι. Και ο δρόμος που διαλέγεις δεν έρχεται παρά τις πληγές, αλλά εξαιτίας αυτών. Κι αν είσαι τυχερός, στη διαδρομή βρίσκεις και μερικές από τις συγνώμες που σου χρωστάνε. Και τότε έρχεται η συγχώρεση, το δώρο που κάνεις, όχι στον άλλο, αλλά στον εαυτό σου και σε πηγαίνει ένα βήμα πιο κοντά στο στόχο: Την ολοκλήρωση.