Έχουμε αυτή την ανόητη έπαρση οι άνθρωποι. Να ξεχνάμε πόσο τυχεροί είμαστε. Τυχεροί για τα απλά. Που ξυπνήσαμε το πρωί στο μαλακό μας κρεβάτι. Που ανοίξαμε το ψυγείο και ήταν γεμάτο. Που πήραμε το αυτοκίνητο για να πάμε στη δουλειά μας. Που εξακολουθούμε να ζούμε σε μια άκρη του πλανήτη, που όλα ακόμη κυλούν «φυσιολογικά». Όσο φυσιολογικά γίνεται, τέλος πάντων.

Στο δυτικό κόσμο που ανήκουμε, η μνήμη φαίνεται να είναι κάτι που θολώνει εύκολα. Όσοι διαθέτουμε τα βασικά αγαθά, τα θεωρούμε δεδομένα. Κοιτάμε αποστασιοποιημένοι όσα συμβαίνουν στον κόσμο, κάπου αλλού, κάπου μακριά από εδώ. Πιστεύουμε -αφελώς- ότι ο δυτικός κόσμος έχει ξεπεράσει τις βαρβαρότητες -τι ειρωνεία- και ότι κάτι φταίει που οι λαοί της Ανατολής εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τον πόλεμο ως μέσο επίλυσης των πολιτικών τους διαφορών. Ίσως το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, η έλλειψη παιδείας ή μήπως οι πολιτιστικές τους ιδιαιτερότητες δεν τους αφήνουν ακόμη να καταλάβουν ότι ο πόλεμος δεν είναι λύση;

Όλα αυτά σκεφτόμαστε, καθώς περιμένουμε το φανάρι να ανάψει πράσινο για να προχωρήσουμε μερικά μέτρα σε μια λεωφόρο γεμάτη κίνηση. Άλλη μια κανονική μέρα.

Μια τέτοια, ίδια, κανονική ημέρα ήταν και η 24η Φεβρουαρίου 2022 για τους Ουκρανούς, όταν ακούστηκε το πρώτο «μπαμ» της ρωσικής επίθεσης. Μια τέτοια, κανονική ημέρα ήταν και η 7η Οκτωβρίου 2023 για τους Ισραηλινούς, όταν τα μέλη της Χαμάς επιτέθηκαν σε φεστιβάλ ειρήνης του Τελ Αβίβ, σκοτώνοντας αθώους ανθρώπους. Ποιος φταίει; Πάντως όχι αυτοί που, σε μια στιγμή, είδαν τη ζωή που ήξεραν μέχρι τότε να εξαφανίζεται κάτω από τα πυρά και χάθηκαν με αυτά ή έμειναν πίσω, να παλεύουν για τη ζωή τους κάθε δευτερόλεπτο, χωρίς σπίτι, χωρίς αυτή την εύθραυστη «κανονικότητα», που, μέχρι πριν από μερικά λεπτά, έμοιαζε με σταθερή πραγματικότητα.

Κι ύστερα δημιουργείται μια νέα κανονικότητα, αυτή του πολέμου

Είναι τρομακτικό, όμως αληθινό. Αποδεικνύεται ότι οι άνθρωποι μπορούν να προσαρμοστούν σχεδόν σε οτιδήποτε. Στην αρχή μιας κρίσης είναι το σοκ του ξαφνικού που κινητοποιεί τα πάντα σχεδόν αυτόματα. Είναι μέσα σε έναν κόσμο επείγουσας ανάγκης και συναγερμού που λειτουργεί το ένστικτο της επιβίωσης. Οι καθημερινές δραστηριότητες μοιάζουν πια με παρελθόν, άνθρωποι εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και κουβαλούν ολόκληρη τη ζωή τους στα χέρια, μπαίνοντας σε τρένα και φεύγοντας μακριά από την πόλη ή ακόμη και ολόκληρη τη χώρα.

Ταυτόχρονα κινητοποιείται κι άλλο ένα μεγάλο μέτωπο: Αυτό των εθελοντών που, με τη βοήθεια των social media, οργανώνουν οδηγούς, ανθρωπιστική βοήθεια, μέρη διαμονής. «Οι άνθρωποι στην αρχή είναι τόσο ενωμένοι. Δίνουν τεράστια ποσά. Θέλουν να βοηθήσουν με όποιο τρόπο μπορούν», εξηγεί η Anastasia Zamula, στυλίστρια μόδας, τακτική συνεργάτις της Vogue Ukraine και εθελόντρια στον πόλεμο της Ουκρανίας.

Κι ύστερα;

«Το δεύτερο έτος του πολέμου είναι πιο δύσκολο. Η πρώτη χρονιά είναι η κινητοποίηση. Είσαι συγκεντρωμένος. Όλα τα τακτικά θέματα της κανονικής ζωής τοποθετούνται στο ράφι. Αλλά τότε αρχίζεις να συνειδητοποιείς ότι αυτός ο πόλεμος θα είναι μια μακρά ιστορία. Κάπως πρέπει να καταλάβεις ότι η ζωή πρέπει να συνεχιστεί», λέει στη Vogue η Nataliia Zaretska, στρατιωτική ψυχολόγος, που συμβουλεύει τους τραυματίες στρατιώτες και ανθρώπους που έχουν ζήσει υπό ρωσική κατοχή και σχεδιάζει πρωτόκολλα για ψυχολόγους, οι οποίοι εργάζονται με βετεράνους που επιστρέφουν στην πολιτική ζωή.

Η δεύτερη φάση του πολέμου χαρακτηρίζεται από μία λέξη: Αντοχή. Μέτρα έκτακτα, όπως ο εθελοντισμός και οι δωρεές γίνονται μέρος της κανονικής ροής της ζωής των ανθρώπων, όπως για παράδειγμα το να πληρώνουν φόρους. Οι συναγερμοί του πολέμου μετατρέπονται σε έναν μόνιμο γνώριμο ήχο και οι κινήσεις που ακολουθούν γίνονται σχεδόν αυτόματα: Οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια και περιμένουν απλώς τον ήχο να σταματήσει. Οι εκρήξεις κατά τη διάρκεια της νύχτας είναι απλώς άλλος ένας θόρυβος που διακόπτει τον ύπνο. Μοιάζει σαν ένα κακόγουστο θανατηφόρο παιχνίδι: Υπό το φως του ήλιου, η ζωή μοιάζει να κυλά κανονικά και στο σκοτάδι το τέρας του πολέμου διαφαίνεται ξανά και δεν αφήνει κανέναν να ξεχάσει ότι αυτή δεν είναι μια «κανονική κανονικότητα».

Παρ’ όλα αυτά, η Nataliia λέει ότι η αποδοχή της νέας πραγματικότητας είναι ζωτικής σημασίας. «Αν περνάς τον πόλεμο περιμένοντας να τελειώσει, το μόνο που θα καταφέρεις είναι να σπαταλήσεις τον χρόνο σου. Αν μια ουκρανική οικογένεια στην Ευρώπη περιμένει να τελειώσει ο πόλεμος πριν επιστρέψει στο σπίτι, πρέπει να καταλάβει ότι μπορεί να πάρει χρόνια. Τα παιδιά μπορεί να έχουν μεγαλώσει και όταν επιστρέψουν, θα βρουν μια αλλαγμένη κοινωνία. Είναι ουτοπία να πιστεύεις ότι η ζωή θα επιστρέψει σε αυτό που ήταν πριν».

Επαναπροσδιορίζοντας την ευτυχία

«Όλοι αντιμετωπίζουμε ψυχικά προβλήματα. Έχουμε υποστεί άγχος και αδιάκοπη ένταση», παραδέχεται η Anastasia.

«Όλοι είναι κουρασμένοι. Όμως πολλοί φοβούνται να χαλαρώσουν. Όταν σταματάς, αισθάνεσαι χειρότερα, γιατί τότε έρχονται οι σκέψεις και νιώθεις ότι δεν βοηθάς όσο μπορείς. Αλλά αν σταματήσεις, νιώθεις ότι απλώς θα καταρρεύσεις», προσθέτει η Nataliia.

Ένα μείγμα αναγκαιότητας, υποχρέωσης και αποφασιστικότητας γεννιέται από την κόπωση. Και τότε συμβαίνει κάτι μαγικό: «Νομίζω ότι πρέπει να μάθουμε να νιώθουμε διαφορετικά πράγματα ταυτόχρονα. Μπορεί να ανησυχείς για τον πόλεμο, αλλά μπορείς επίσης να γελάσεις με μια αστεία στιγμή. Άσε τον πόνο και τη χαρά να συνυπάρχουν», γράφει η Wendell Steavenson, ανταποκρίτρια του πολέμου.

«Υπάρχει ένας κανόνας στην ψυχολογία: Mπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτό που αποδεχόμαστε. Η ανθεκτικότητα είναι το αποτέλεσμα», εξηγεί η Nataliia.

Όχι, ο πόλεμος δεν συνηθίζεται και δεν πρέπει να συνηθιστεί. Η καταστροφή και ο θάνατος δεν είναι ποτέ λύση. Έχουμε την τύχη να μη γνωρίζουμε τι μηχανισμούς αντίδρασης πρέπει να αναπτύξει κάποιος για να επιβιώσει σε ένα μέρος που πολεμά. Έχουμε την πολυτέλεια να «παλέψουμε», να διεκδικήσουμε γι’ αυτόν κάτι καλύτερο, από την άνεση και την ασφάλειά μας. Κι έχουμε την ευκαιρία να εκτιμήσουμε τώρα όσα μέχρι πριν λίγο θεωρούσαμε δεδομένα, γιατί απλώς έτυχε αυτή τη φορά να βρισκόμαστε απ’ τη «σωστή» μεριά του πλανήτη.

Για πόσο, όμως;