Ας το παραδεχθούμε: Είτε είσαι είτε όχι καλοκαιρινός τύπος, το καλοκαίρι έχει μια ξεχωριστή μαγεία. Κάτι ο λαμπερός ήλιος, κάτι οι συχνές αποδράσεις σε κοντινούς προορισμούς, ακόμη και σε μια παραλία για μια γρήγορη βουτιά, ανεβάζουν τη διάθεση και μας κάνουν να περνάμε όλο και περισσότερο χρόνο έξω από το σπίτι. Άλλωστε, όταν οι ζεστές ημέρες δίνουν τη θέση τους σε ατμοσφαιρικές, δροσερές νύχτες, ποιος θέλει να κλειστεί στους τέσσερις τοίχους που αντίκριζε ολόκληρο το χειμώνα;

Δεν είναι, λοιπόν, τυχαίο ότι αυτή την εποχή του χρόνου ανταποκρινόμαστε πιο εύκολα στις προσκλήσεις φίλων, γνωστών και συναδέλφων για μια βόλτα, έναν καφέ ή ένα ποτό, ακόμη και τις καθημερινές. Κι αυτές οι στιγμές είναι ωραίες, έχουν μια πολυπόθητη ανεμελιά.

Έχεις προσέξει, όμως, ότι μετά από ένα διάστημα συνεχών εξόδων, το μόνο που θέλεις να κάνεις είναι να καθίσεις μέσα και να μη μιλάς σε κανέναν; Όχι, δε σου συμβαίνει κάτι, είναι απολύτως φυσιολογικό. Πάσχεις από το λεγόμενο κοινωνικό hangover. Με τέτοιες ευνοϊκές συνθήκες για έξοδο, συχνά μοιάζει δύσκολο να πεις «όχι», ακόμη κι αν είναι αυτό που πραγματικά θέλεις.

Το κοινωνικό hangover είναι ένας όρος που περιγράφει ένα σύνολο συμπτωμάτων ψυχικής υγείας και ευεξίας που προκύπτουν ως αποτέλεσμα υπερβολικής κοινωνικοποίησης.

Η Smriti Joshi, επικεφαλής ψυχολόγος στο Wysa λέει στο POPSUGAR ότι, ενώ «το κοινωνικό hangover δεν είναι μια διαγνώσιμη κλινική κατάσταση ή ένας ιατρικός όρος, είναι μια φράση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις συναισθηματικές συνέπειες της έντονης κοινωνικοποίησης».

Η life coach Susanna Kenyon-Muir λέει ότι το κοινωνικό hangover μπορεί να σε κάνει να αισθανθείς «καταιγισμέν@ από όλη την πίεση του να πρέπει πάντα να συμμορφώνεσαι σε κοινωνικές καταστάσεις, όπως να συναντάς φίλους ή να κάνετε ό,τι θέλουν οι άλλοι».

Αν και η εξουθένωση μπορεί επίσης να προκληθεί από χρόνιο στρες -το οποίο μπορεί επίσης να οφείλεται στην υπερβολική κοινωνικοποίηση- συνήθως έρχεται ως αποτέλεσμα ενός μεμονωμένου περιστατικού ή συμβαίνει μετά από έντονη κοινωνική αλληλεπίδραση.

«Για μένα δεν υπάρχει ‘πραγματικό’ Σαββατοκύριακο, αλλά ένα διήμερο γεμάτο σχέδια. Προσπαθώ διαρκώς να χωρέσω όλους τους φίλους και την οικογένειά μου, αλλά στο τέλος αυτό καταντά εξουθενωτικό», λέει χαρακτηριστικά η Joely Chilcott. «Αυτό συχνά σημαίνει ότι δεν υπάρχει καθόλου χρόνος για ανάπαυλα κι ξεκούραση μέσα στο Σαββατοκύριακο, που γεμίζει ασταμάτητα με κοινωνικές συναναστροφές», εξηγεί.

Λίγο πιο αποτελεσματική στη διαχείριση αυτού του προβλήματος έχει αποδειχθεί η Gen Z, έχοντας κατορθώσει να θέτει πιο υγιή όρια, τόσο στο χώρο εργασίας, όσο και στην προσωπική ζωή. Ειδικότερα, το 80% των ατόμων ηλικίας 18-25 ετών πιστεύει ότι η διατήρηση της αυτοφροντίδας είναι πρώτη προτεραιότητα και αυτή μερικές φορές ισοδυναμεί με μια μοναχική, ήσυχη βραδιά στο σπίτι.

«Μερικές φορές είναι πολύ κουραστικό, αλλά πώς μπορείς να απορρίψεις μια πρόσκληση χωρίς να έχεις μια καλή δικαιολογία», διερωτάται η Chilcott, που ανήκει στη γενιά των Millenials. «Το να πεις ‘είμαι κουρασμένη’ δεν αρκεί», προσθέτει.

Εάν παρατηρήσεις ότι έχεις γεμίσει με δραστηριότητες κάθε σπιθαμή του ελεύθερου χρόνου σου, θα πρέπει να ακολουθήσεις τα εξής βήματα: «Προσπάθησε αρχικά να καταλάβεις εάν νιώθεις εξάντληση» λέει η Kenyon-Muir. «Σε δεύτερο χρόνο, θα πρέπει να αφουγκραστείς τις ανάγκες σου. Τι λέει η καρδιά σου; Αν νιώθεις ότι θα προτιμούσες να μείνεις σπίτι, παρέα με τον εαυτό σου, θα πρέπει να επιτρέψεις στον εαυτό σου να πει ‘όχι’ σε κάθε κοινωνική πρόσκληση».

«Θα ήταν καλό το πρόγραμμά σου να συμπεριλαμβάνει ημέρες που δεν είναι γεμάτες με ασχολίες και κοινωνικές επαφές», συμβουλεύει η Joshi. «Αυτές οι ημέρες θα λειτουργήσουν ως επαναφόρτιση για τον εαυτό σου. Γέμισε αυτό το χρόνο με ατομικές, χαλαρωτικές δραστηριότητες, όπως το διάβασμα ή ένας περίπατος».

Είναι σημαντικό να οριοθετήσεις αυστηρά το χρονοδιάγραμμα αυτού του προσωπικού χρόνου, γιατί μόνο έτσι θα καταφέρεις να το τηρήσεις με συνέπεια. Θα μοιάζει με ένα ακόμη κανόνισμα, που δεν θα μπορείς να αντικαταστήσεις με οποιαδήποτε άλλη πρόσκληση.