Σάββατο πρωί και ξυπνάω με το παρακάτω μήνυμα στο κινητό μου “To show της Beyoncé κατηγορείται για αύξηση πληθωρισμού στη Σουηδία λόγω των εισερχόμενων fans”.

Επόμενο μήνυμα, “Μην αργήσεις πολύ να έρθεις, γιατί παίζει να έχει τρελές ουρές”.

Η επαφή μου με τη Beyoncé μέχρι και λίγες ώρες πριν το live χαρακτηριζόταν περισσότερο από ένα συνδυασμό παιδικής/προεφηβικής νοσταλγίας και ανυπομονησίας να χτυπηθώ στους ρυθμούς του τελευταίου δίσκου, ο οποίος ξεκάθαρα ήταν μαζί με το Lemonade, το μεγάλο upgrade της καριέρας της σε μουσικό επίπεδο.

Πέντε ημέρες μετά δε μπορώ ακόμη να βγάλω από το μυαλό μου αυτό το live, κουβαλώντας ακόμη αυτό το hype που έχεις τις πρώτες ώρες μετά έως και συνήθως την επόμενη μέρα. Κάποιο από τα πολύ τρανταχτά δείγματα για να καταλάβεις ότι ένα πρόσωπο είναι είδωλο σε αυτό που κάνει, είναι ότι ήδη από τα μέσα μαζικής μεταφοράς προς το δρόμο του μέρους διεξαγωγής του live (στην συγκεκριμένη περίπτωση ήταν το Johan Cruijff Arena στο Άμστερνταμ) μπορείς να αναγνωρίσεις τον κόσμο ο οποίος κατευθύνεται προς τα εκεί.

Ήταν εύκολο. Αρκεί να ακολουθούσες το glitter. Και το holographic. Και το silver.

Φτάνοντας όλο και πιο κοντά, ένιωθες ότι βρισκόσουν σε μία από αυτές τις θεματικές συνάντησης τρελαμένων fans.

Μεγάλα καπέλα με κρόσσια, φορέματα που παρέπεμπαν στο γνωστό αλουμινόχαρτο, μεταλλικές καουμπόικες μπότες και άλλα πολλά στοιχεία τα οποία ήταν το απόλυτο reference στον τελευταίο δίσκο της σταρ, στον οποίο απεικονίζεται ανεπιτήδευτα πάνω σε ένα γυάλινο άλογο, σαν σύγχρονη αμαζόνα, είχαν την τιμητική τους. Έχουμε πάρει θέσεις αναμένοντας υπομονετικά να ξεκινήσει το πολλά υποσχόμενα, με βάση το μέγεθος του videowall το οποίο κάλυπτε ολόκληρο το πίσω μέρος του stage. O κόσμος σφυρίζει, τσιρίζει, ανυπομονεί. Και τότε όλο το videowall καλύπτεται από μια ονειρικά σέξι εικόνα της Beyoncé, η οποία απόδομείται σιγά σιγά, σαν κομμάτια παζλ. Το σόου ξεκινάει και μέχρι να ανοιγοκλείσεις τα μάτια σου θα έχει τελειώσει, έπειτα από 2,5 ώρες εκστατικής ευφορίας.

Η Beyoncé εμφανίζεται, σαν άγγελος από μία άλλη εποχή, φορώντας ένα φουτουριστικό φόρεμα της Ολλανδέζας σχεδιάστριας Iris Van Harpen, σαν ένα ζωντανό κατασκεύασμα του AI. Ξεκινώντας κάπως συντηρητικά, τραγουδάει μερικές μπαλάντες, αναφωνώντας εκφράσεις ευγνωμοσύνης και αγάπης προς το κοινό για την στήριξή του όλα αυτά τα χρόνια, δημιουργώντας ένα μικρό συναίσθημα μεταξύ απορίας και αβολοσύνης για τα πως πρόκειται να εξελιχθεί το σόου. Μετά από αυτά τα πρώτα αμφιλεγόμενα λεπτά, εξαφανίζεται για λίγο δίνοντας τη θέση στους χορευτές της και τα visuals, δομή η οποία συνεχίστηκε καθ όλη τη διάρκεια του show.

Αρχίζει να ακούγεται η μουσική ενός από τα πιο διάσημα κομμάτια του τελευταίου δίσκου, το κοινό ουρλιάζει, η σκηνή βάφεται φούξια, η Beyoncé εμφανίζεται φορώντας ένα κορμάκι και μπότες, αρχίζει να τραγουδάει, να λικνίζεται όπως μόνο εκείνη ξέρει καλύτερα από τον καθένα και από εκεί και πέρα ξέρεις ότι θα παρακολουθήσεις κάτι που θα σου μείνει αξέχαστο.

Ακολουθούν 2,5 ώρες άριστα σκηνοθετημένου show, με χορευτές και λοιπούς συντελεστές με skills από όλο πλανήτη, με visuals που σε κάνουν να νιώθεις ότι παρακολουθείς μια μικρή ταινία επιστημονικής φαντασίας όπου παρουσιάζει τη Beyoncé σαν μια ρομποτική φιγούρα η οποία αναγεννάτε, όπως άλλωστε ονομάζεται και ο τελευταίος δίσκος και το tour αντιστοίχως, “Renaissance”, δηλαδή αναγέννηση, και με μια καλλιτέχνη από την οποία δε μπορείς να πάρεις τα μάτια σου από πάνω της, ακόμη και τα λεπτά που δεν βρίσκεται πάνω στην σκηνή.

 
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
 

Η δημοσίευση κοινοποιήθηκε από το χρήστη Beyoncé (@beyonce)

Στη διάρκεια αυτής της φαντασμαγορίας η Beyoncé επιδίδεται σε ένα ποτ πουρί της εικοσιπεντάχρονης πλέον καριέρας της, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στον τελευταίο δίσκο, αλλά και εκτελώντας αθάνατα R&B διαμαντάκια, όπως το “Crazy in love”, κομμάτια- σύμβολα όπως το “Run the World (Girls)”, αλλά και το εμβληματικό “Formation”. Τι είναι λοιπόν αυτό που πραγματικά ξεχωρίζει τη Beyonce, πέρα από το τρομερό beat, το καλοστημένο show και τις εντυπωσιακές χορογραφίες; Η ίδια.

Η Beyoncé κάνει κάτι το μοναδικό, τραγουδάει, επιδίδεται σε πολύπλοκες χορογραφίες, αλλάζει 10 διαφορετικά στυλ και είδη στη διάρκεια των σόου της, χαμογελάει, ξεσηκώνει το κοινό, ανεβαίνει σε άλογα, μπαίνει σε κοχύλια, κρέμεται από το ταβάνι και όλα αυτά τα κάνει τόσο αβίαστα σαν απλά να αναπνέει. Το επίπεδο επαγγελματισμού της σε συνδυασμό με μια αυτοπεποίθηση που σε παρασύρει σαν ανεμοστρόβιλος και σε κάνει να γίνεσαι κομμάτι αυτής της δυναμικής είναι τελικά ο λόγος που η Beyoncé αποτελεί τόσα χρόνια σταθερά ένα από τα μεγαλύτερα pop είδωλα του πλανήτη, αλλά και ο λόγος που μια στρατιά από φανς την ακολουθούν παντού.

Αυτό όμως που κάνει κυρίως τη Beyoncé αυτή που είναι πέρα από το ταλέντο της, είναι η προσωπική της σφραγίδα στη μουσική βιομηχανία σε παγκόσμια φαινόμενα ευαισθητοποίησης. Από τα πρώτα πράγματα που παρατήρησα όταν έφτασα στο στάδιο είναι ότι δεν έχω ξαναδεί τόσους έγχρωμους ανθρώπους στο κοινό.

Και τότε, μέσα σε ένα κλίμα συγκίνησης, κατάλαβα.

Η Beyoncé μέσω της μουσικής της έχει μιλήσει και θίξει έντονα θέματα όπως ο ρατσισμός, η αστυνομική βία, η περιθωριοποίηση κοινωνικών ομάδων λόγω φύλου, σεξουαλικότητας ή χρώματος. Έχει συμβάλλει αισθητά στον αγώνα περί φεμινισμού και γυναικείας ενδυνάμωσης, εξυμνώντας τη γυναικεία σεξουαλικότητα, το concept του girl boss, το body positivity, ακόμη και σατιρίζοντας την πίεση που βιώνουν οι γυναίκες να παντρευτούν ακολουθώντας τα στάνταρντ της κοινωνίας με ένα από τα διασημότερα κομμάτια της, το Single Ladies. Δεν ήμουν ποτέ η μεγαλύτερη fan της, ούτε είχα κάποια τρελή επιθυμία να την δω πριν από τον τελευταίο χρόνο.

Από την ώρα που τελείωσε το show, ήξερα πως θα βγάλω ήδη εισιτήριο για το επόμενο και το Spotify μου έχει μείνει κολλημένο εδώ και κάτι μέρες στη δισκογραφία της. Αν αυτό δεν είναι επιτυχία του καλλιτέχνη, τότε δεν ξέρω τι είναι.