Τις προάλλες βρέθηκα σε ένα κατάστημα fast fashion (όχι αλάνθαστη, μα πάντα ειλικρινής) σε μια στιγμή προσπάθειας αύξησης της ντοπαμίνης μου με ένα διαχρονικό τρικ: ψώνια.

Μετά από αρκετούς άσκοπους γύρους στο μαγαζί, μιας και όλα μου φαίνονταν ακριβώς το ίδιο ρούχο με όλα τα υπόλοιπα εκεί γύρω, εκεί έξω, αλλά και εκεί μέσα στην ντουλάπα μου, πήρα ένα μακρύ κίτρινο διάφανο φόρεμα, από αυτά που δεν αφήνουν πολλά στη φαντασία και γιατί να το κάνουν άλλωστε, αρκετές εκπλήξεις έχουμε κάθε μέρα στη ζωή.

Το φόρεσα, κοίταξα στον καθρέφτη και μου άρεσα. Και τότε συνέβη κάτι μου με έπιασε απροετοίμαστη. Ένιωσα άσχημα, επειδή μου άρεσα.

Επαναλαμβάνω. Ένιωσα άσχημα. Επειδή μου άρεσα

Μια περίοδος οξύμωρη, δύο προτάσεις που εννοιολογικά δεν έπρεπε να ενώνονται με κανένα προσθετικό σύνδεσμο. Σαν να ήταν λάθος που μου άρεσα. Σαν αυτόματη αντίδραση του οργανισμού που φτερνίζεται όταν παθαίνει αλλεργία. Σαν να μην μου επιτρεπόταν, δεδομένου ότι τελευταία δεν γυμνάζομαι ιδιαίτερα, ότι το σώμα μου έχει υπάρξει σε αρκετά καλύτερες φάσεις. Στους περισσότερους ανθρώπους δεν “επιτρέπεται” ποτέ.

Πρόσφατα μια εταιρεία-κολοσσός στήριξε ολόκληρη την καμπάνια της στις τοξικές συμβουλές ομορφιάς και τον δρόμο προς την αυτοεκτίμηση έναντι σε μια εποχή που λόγω των social media η σύγκριση με μη ρεαλιστικά πρότυπα είναι πλέον αναπόφευκτη από κούνια.

«Ποιος βγάζει χρήματα όταν νιώθεις άσχημα για τον εαυτό σου;», ήταν το βασικό σύνθημα της καμπάνιας, φράση που αν την αποδημήσουμε συνοψίζει λίγο πολύ ολόκληρη τη φιλοσοφία της καπιταλιστικής κοινωνίας στην οποία ζούμε. Ο καπιταλισμός θέλει να νιώθεις άσχημα για τον εαυτό σου, δεν σε θέλει αυτάρκη, μινιμαλιστή. Σε θέλει να καταναλώνεις, να ξοδεύεις χρήματα, να μετράς την επιτυχία σου και την αξία σου με βάση τα υλικά αγαθά.

Να πας για μποτοξ, να βάψεις τα μαλλιά σου, να κάνεις λιποαναρρόφηση για να χωρέσεις στο στενό φόρεμα, η λίστα είναι ατελείωτη. Να δοκιμάσεις ένα φόρεμα και να νιώσεις πως δεν θα έπρεπε να νιώθεις καλά, επειδή νιώθεις καλά.

Παραλογισμός. Να μην νιώθεις καλά, επειδή νιώθεις καλά

Εντάξει λένε ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι κατασκευασμένος για να δημιουργεί προβλήματα, ώστε να είναι έτοιμος να τα επιλύσει όταν έρθει η στιγμή που θα πρέπει να επιβιώσει. Όμως είναι πραγματικά μόνο αυτό;

Υπάρχουμε και πορευόμαστε σε μια κοινωνία που δεν ενθαρρύνει τα θετικά, αλλά τα αρνητικά. Από τα πράγματα που σχολιάζουμε, τις ειδήσεις που διαβάζουμε, αλλά στην κορυφή όλων των τρόπο που μιλάμε για τον εαυτό μας ή που αναγκαζόμαστε έστω να μιλάμε. Μας είναι πάρα πολύ εύκολο να εστιάσουμε στα αρνητικά μας, αλλά και να τα πούμε φωναχτά. Βροντοφωνάζουμε τα ελαττώματά μας, ψιθυρίζουμε και χαμηλώνουμε το κεφάλι αν πούμε κάτι καλό για εμάς, πάντα με το άγχος μη μας πουν ψωνισμένους και νάρκισσους. Δεν ακούμε το μπράβο για κάτι καλό που κάναμε, συνεπώς και δεν το λέμε, το ίδιο εύκολα με την παρατήρηση ή την κατακραυγή όταν κάνουμε κάτι λάθος.

Γιατί αυτό έχει αξία, αυτό πρέπει να το ακούσεις για να διορθωθείς. Σε αυτή την εποχή των αντιθέσεων, η ψυχική υγεία η οποία έχει αρχίσει επιτέλους να θεωρείται βασική ανάγκη, βρίσκεται σε πόλεμο με όλη αυτή την έξαρση σύγκρισης και χαμηλής αυτοεκτίμησης λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης τα οποία έχουν συμβάλλει σημαντικά σε φαινόμενα όπως η φθορά των ανθρωπίνων σχέσεων, η αποξένωση και ο ναρκισσισμός.

Κάποιο μαγικό φίλτρο δεν υπάρχει για να μπορείς να απέχεις από όλα αυτά από τη στιγμή που είσαι μέρος αυτής της κοινωνίας, όμως μιας και η ατομική ευθύνη βρίσκεται όλο και πιο έντονα στο προσκήνιο τα τελευταία χρόνια, κάπου εκεί θα πρέπει να ψάξουμε και τη λύση. Κάθε πράξη που κάνουμε σαν όντα αποτελεί μια δήλωση και αν αυτή η δήλωση έχει λίγο περισσότερο ως πυρήνα την επιβράβευση έναντι της τιμωρίας, ίσως σταδιακά δημιουργηθεί ένα ντόμινο όπου τα κομπλιμέντα θα τα εισπράττουμε με χαμόγελο και αυτοπεποίθηση και όχι με ηττοπάθεια και καχυποψία.

Για αυτό όταν κάτι σου αρέσει να το λες δυνατά, για να ακουστεί μέχρι τα βάθη της ανθρώπινης ψυχής.