Όλο και πιο συχνά οι άνθρωποι δοκιμάζουν να αναζητήσουν σύντροφο μέσω των dating apps, τις εφαρμογές γνωριμιών, που λίγο πολύ είναι γνωστές σε όλους μας.

Οι ηλικίες ποικίλουν και σίγουρα οι προθέσεις των χρηστών. Κάποιοι συνδέονται με ξεκάθαρο το κίνητρο της σεξουαλικής ικανοποίησης, κάποιοι άλλοι λόγο της ασφάλειας (ή και όχι) που δίνουν η απόσταση, η εικόνα και το μίνι βιογραφικό και φυσικά υπάρχουν και όλοι εκείνοι που τα κίνητρα τους είναι θολά, αμφιθυμικά και σχεδόν χαοτικά. 

Τι είναι λοιπόν εκείνο το οποίο μας οδηγεί να εγγραφούμε και να αναζητήσουμε σύντροφο μέσα από μία τέτοια εφαρμογή;

Τι συνέβη στο φλερτ και στην άμεση επαφή; Ποιος είναι ο λόγος που πλέον οι άνθρωποι κρύβονται πίσω από μία οθόνη; Και ίσως το μεγαλύτερο ερώτημα που μπορεί να εγείρεται εδώ, είναι το κατά πόσο είμαστε σε επαφή με την ανάγκη μας για συντροφικότητα  αλλά και τον φόβο μας να έρθουμε κοντά με τον άλλο, που η πραγματικότητα μας, έρχεται να συγκρουστεί μετωπικά με τον φαντασιακό σύντροφο και να μας αφήσει μόνους να μετράμε τα συντρίμμια.

Στην πορεία των χρόνων λοιπόν, αυτές οι εφαρμογές έχουν κερδίσει έδαφος. Συναντώ ανθρώπους τόσο θεραπευτικά, όσο και στην καθημερινότητα μου, που βγαίνουν σχεδόν αποκλειστικά μέσω εφαρμογών. Η απάντηση στην κλασική πλέον ερώτηση μου, “γιατί μέσω εφαρμογής;”, πάλι προσαρμόζεται αναλόγως. Κάποιοι νιώθουν ότι κερδίζουν χρόνο, κάποιοι ότι διατηρούν τον έλεγχο και κάποιοι άλλοι ότι λαμβάνουν ένα ενδιαφέρον που ίσως σε ένα μπαρ ή σε κάποια κοινωνική εκδήλωση να ένιωθαν ότι δεν θα είχαν την ευκαιρία.

Δεν ξέρω κατά πόσο υπάρχει ένα χάσμα γενεών που δεν μπορώ να συντονιστώ, ή αν υπάρχει ένα πολύ ρομαντικό κομμάτι μου που πιστεύει στην ανθρώπινη επαφή, αλλά διατηρώ τις επιφυλάξεις μου στο κατά πόσο αυτή η απόσταση που δημιουργείται  μπορεί να ανακουφίσει τη μοναξιά μας.

Γιατί ανεξαρτήτως των κινήτρων, αν κάτι θέλουμε να καλύψουμε μέσα από την όποια αναζήτηση συντροφιάς, αυτή είναι η εσωτερική μας μοναξιά. Και η εικόνα που προωθούμε μέσα από τις εφαρμογές αυτές, δεν είναι κάτι περισσότερο από μία ωραιοποιημένη εκδοχή του εαυτού μας, που μας στερεί κάθε αυθορμητισμό και συχνά απέχει από την πραγματικότητα που αντέχουμε εμείς, και φανταζόμαστε ότι δεν αντέχουν οι άλλοι.

Υπέρ ή κατά; 

Δυσκολεύομαι να καταλήξω αν είμαι υπέρ ή κατά των εφαρμογών αυτών. Αν μπορώ να δεχτώ πως οι άνθρωποι μπαίνουμε σε μία λίστα για να μας επιλέξουν σύμφωνα με το εξώφυλλο που έχουμε επιλέξει οι ίδιοι για τον εαυτό μας. Πόσο στημένο μπορεί να είναι το παιχνίδι, και σε τι βαθμό σαμποτάρουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας.  Μοιάζει να είμαστε πολλά παραπάνω από ένα προφίλ, ή και όχι τελικά. Αντίστοιχα όμως, και εμείς επιλέγουμε υποψήφιους συντρόφους, οι οποίοι συμπληρώνουν τα κουτάκια μας, ή έτσι μας κάνουν να πιστεύουμε.

Ίσως τελικά να είμαστε έρμαια των φόβων μας, που πλασματικά προσπαθούμε να δαμάσουμε. Και ίσως ασυνείδητα μένουμε στις ίδιες επιλογές, που μας επιβεβαιώνουν όλα εκείνα που παλεύουμε να ξορκίσουμε, και μένουμε παγιδευμένοι σε έναν φαύλο κύκλο: Κανείς τελικά δεν είναι διαθέσιμος να μας αγαπήσει για αυτό που είμαστε!”

Τελικά το αποτέλεσμα, φαίνεται να παραμένει το ίδιο. Εγκλωβιζόμαστε στην απόρριψη της οθόνης, νομίζοντας πως έτσι είμαστε ασφαλείς. Πως με αυτό τον τρόπο, έχουμε τον έλεγχο. Αναζητούμε έναν ή μία σύντροφο, κάποιον ή κάποια που να μπορεί να μας αντέξει. Που να μπορούμε, ακόμα και για λίγο, να φαντασιωθούμε το “μαζί (όπως και αν το βαφτίζουμε, το κίνητρο παραμένει ένα,  αποδοχή)”. Αν όμως δεν είμαστε οι ίδιοι σε επαφή με τις ανάγκες μας, τα θέλω μας, το ποιοι είμαστε, πως μπορούμε να φανταζόμαστε ένα “μαζί”;

Είμαστε άραγε σε επαφή με το τι σημαίνει για καθέναν από εμάς το “μαζί”; 

Εκείνη η μεγάλη εικόνα, που είτε την ονομάζουμε “Σεξ”, είτε σχέση, είτε οτιδήποτε μας ανακουφίζει, είναι μία ανάγκη μας, αναπόφευκτη. Είναι μία επαφή, με έναν σημαντικό άλλο που μοιραία μας συμπληρώνει. Άρα τι είναι εκείνο που αναζητάμε από τα dating apps; Μία επιβεβαίωση ή μία συντροφιά; Είναι ο νέος τρόπος που θα επιλέγουμε πλέον να σχετισθούμε ή η ανθρώπινη επαφή παραμένει στο παιχνίδι; Και όσοι δεν μπορούν, δεν θέλουν ή δεν αντέχουν να ακολουθήσουν τους νέους κανόνες, θα είναι καταδικασμένοι να μείνουν μόνοι; 

Ας αναλογιστούμε, τι είναι αυτό που αναζητάμε οι ίδιοι,  πριν μπούμε στην διαδικασία να κρίνουμε το ποιος είναι ο άλλος. Πως μετράμε την αξία μας και πόσο συντονισμένοι είμαστε με το εδώ και το τώρα μας. Μπορεί να εγκλωβιζόμαστε στην πλάνη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης που όλα μοιάζουν τέλεια, μπορεί οι ίδιοι να αναζητούμε διαρκώς εκείνο το “κάτι” που είναι καλύτερο από το “τώρα” μας, αλλά έχουμε κάποια απάντηση στο ποια είναι τα δικά μας ιδανικά, τα δικά μας όρια και τα δικά μας θέλω; 

Αν επενδύσουμε στον εαυτό μας, αν μας δώσουμε χρόνο και χώρο, αν αντιληφθούμε το “τώρα” μας, τότε θα καταφέρουμε να δούμε τον άλλο. Αν μάθουμε να εμπιστευόμαστε εμάς, ίσως δημιουργηθεί ο χώρος να εμπιστευτούμε και τον επιθυμητό άλλο και να απολαύσουμε το “μαζί” σε ένα πραγματικό “εδώ και τώρα”.

γράφει η Μαρία Φούντα, σύμβουλος ψυχικής υγείας, με μεταπτυχιακές σπουδές στην «Κλινική Ψυχολογία». @foundamaria_psy | facebook.com/foundapsychotherapy