meinopantamonisavoirville

Έχω μία πάρα πολύ καλή φίλη, που είναι στην ηλικία μου. Δηλαδή 22. Οκ 25. Εντάξει 28 και ορκίζομαι. Την ξέρω αρκετά χρόνια, από τότε που ήμαστε ανόητες φοιτητριούλες και την περίμενα να σχολάσει από τα Starbucks. Φαινομενικά, δεν ταιριάζουμε καθόλου. Αλλά ούτε και σαν προσωπικότητες. Και μάλλον αυτός είναι και ο λόγος που παραμένουμε φίλες σχεδόν 10 χρόνια. Η Μ. έχει τεράστια γαλανά μάτια που δακρύζουν πολύ εύκολα και τότε γίνονται ακόμα πιο γαλανά. Και έχει και ένα σκύλο που τον φωνάζει με το όνομα γνωστού χιπστεροδημοσιογράφου, γιατί της αρέσει σαν αγόρι και τον τιμά.

Η Μ. λοιπόν είναι ένα κορίτσι που φοβάται ότι θα μείνει για πάντα μόνη της. Όχι χωρίς φίλους, κατοικίδιο ή δουλειά. Φοβάται ότι δεν θα βρει ένα σύντροφο να της φτιάχνει τίλιο και να τη φροντίζει έτσι όπως της αξίζει. Διότι της αξίζει. Τρέμει στην ιδέα ότι δεν θα βρει το δικό της ταίρι, που θα είναι σίγουρα εκκεντρικό, φωνακλάδικο και καλυμμένο με τατουάζ. Και κάθε φορά την καθησυχάζω ότι δεν πρόκειται να γλυτώσει από τη γλυκιά καταδίκη του έρωτα. Και κάθε φορά νιώθει μεγαλύτερη απελπισία ότι κάτι πάει λάθος.

Δεν έχω να της δώσω καμία απάντηση, γιατί πολύ απλά δεν ξέρω. Το μόνο που σκέφτομαι είναι ότι είναι παράλογο να έχεις τέτοιου είδους φοβία στα 28. Πράγμα που με φέρνει στην επόμενη σκέψη. Η Μ. δεν είναι το μόνο κορίτσι εκεί έξω που έχει αυτή τη φοβία. Δεν χρειάζεται να φτάσεις στα 40 και να ακούς το βιολογικό σου ρολόι να αργοπεθαίνει. Αυτές οι ανησυχίες ξεκινούν από πολύ νωρίς. Γι’ αυτό και είναι μη αληθινές.

Με το μη αληθινές, δεν εννοώ ότι δεν υπάρχουν, αλλά ότι αντικαθιστούν κάτι άλλο. Είναι πολύ εύκολο και λογικό να υστεριάζουμε και να γκρινιάζουμε πάνω από χαμένους έρωτες ή ανύπαρκτες αγάπες. Από τη στιγμή που ανήκει στο χώρο της φαντασίας ή του μέλλοντος, του δίνουμε την έκταση που θέλουμε. Από την άλλη, τα υπαρκτά προβλήματα είναι ρεαλιστικά και μας ζορίζουν πολύ περισσότερο. Συνεπώς, κάνουμε αυτό που λένε οι ψυχολόγοι, ‘μετάθεση’. Αντί να πληγωθούμε και να πονέσουμε από κάτι μεγάλο που συμβαίνει στη ζωή μας, μεταθέτουμε όλο το ενδιαφέρον και βάρος σε κάτι που ανήκει στη σφαίρα του φανταστικού. Γιατί εκεί νιώθουμε ότι μπορούμε να το ελέγξουμε και απλά να το φανταστούμε.

Προς Θεού, δεν μειώνω τη σημασία του να πονάς επειδή νιώθεις μόνος, αλλά ο έρωτας δεν έρχεται κατά παραγγελία. Και ναι, σε πολλές περιπτώσεις αργεί. Όχι επειδή τσάντισες το κάρμα και τώρα σε εκδικείται. Αλλά επειδή δεν είμαστε όλοι το ίδιο. Δεν ξέρω αν είναι θέμα μοίρας, τύχης ή υποσυνείδητων επιλογών. Αυτό που ξέρω όμως είναι ότι δεν έχουμε όλοι τους ίδιους χρόνους και τις ίδιες ευκολίες. Γιατί αποδεχόμαστε εύκολα ότι είμαστε σκράπες στη γεωμετρία αλλά δεν δεχόμαστε ότι οι σχέσεις μας ζορίζουν για x λόγους (no pun intended);

Για να καταλάβεις τι εννοώ, θα πάρω το worst case scenario. Ας υποθέσουμε ότι όντως μένεις μόνη σου ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ και ο έρωτάς σου έχασε το δρόμο. Ακόμα κι αυτό διαψεύδεται διότι για αυτό υπάρχουν οι φίλοι. Αν δεν θεωρείς δικό σου άνθρωπο τοn φίλο που σε ξέρει απ’έξω κι ανακατωτά, πώς θα το δημιουργήσεις αυτό με ένα σύντροφο; Άσε το άλλο. Έχεις σκεφτεί ότι περιμένεις τα πάντα από έναν και μόνο άνθρωπο, με αποτέλεσμα να γεμίζεις την ίδια, αλλά και τους άλλους, με τεράστιες προσδοκίες; Εδώ δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα με τον εαυτό μας, θα αναλάβουμε κι άλλους κάτω από τη σκέπη μας;

Μόνος μένεις γιατί αυτό επιλέγεις. Γιατί κι εσύ δεν δίνεις και δεν δίνεσαι με τον τρόπο που περιμένεις από τους άλλους. Ή γιατί δεν έχεις γνωρίσει αυτόν τον άνθρωπο που θα σου δώσει χωρίς να περιμένει να πάρει πολλά. Ωραίοι τύποι, αλλά σπανίζουν. Και δεν καταλαβαίνω τι κακό έχει η μοναξιά. Σου δίνει την πολυτέλεια να κάνεις ό,τι γουστάρεις και στους δικούς σου χρόνους. Εξάλλου, κύριοι, μόνοι ερχόμαστε και μόνοι φεύγουμε. Εκτός αν είσαι δίδυμος. Εκεί έρχεσαι με παρέα.