35331

Όταν διάβασα πρώτη φορά κείμενα του Τσιφόρου διέκρινα μια ελαφριά μελαγχολία. Κάθε φορά που τελείωνα τα βιβλία του, το ίδιο ερωτηματικό πλανιόταν πάνω από το κεφάλι μου: Πόσο κοντά είναι το χιούμορ με την δυστυχία; Μιλώντας πάντα για τις ιστορίες του.

Σε πολλά σημεία του βιβλίου του Θεόδωρου ΠρίντζηΟικογένεια Αραχτών” απο τις εκδόσεις Μίνωας ένιωσα το ίδιο ερωτηματικό σύννεφο στο κεφάλι μου. Πόσο κοντά είναι το χιούμορ με την δυστυχία; Μιλώντας πάντα για την ιστορία του.

Ένα βιβλίο με απόλυτα σύγχρονη γραφή, με σπίτια που έχουν τα δικά τους προβλήματα, με πονηράδα ελλήνων, με γραφειοκρατία στα όρια της παράνοιας, με μοναχικούς ανθρώπους, με αγάπες και απωθημένα. Μελαγχολία που σε οδηγεί στο νευρικό γέλιο. (Το νευρικό γέλιο υποψιάζομαι πως είναι το πιο αβίαστο και το πιο φυσικό γέλιο στην ιστορία των γέλιων όλου του κόσμου γιαυτό να το εμπιστεύεσαι φίλε αναγνώστη.) 

Όλη η σημερινή πραγματικότητα της Ελλάδας σε 160 σελίδες ωμής αλήθειας. Όσο και αν το χιούμορ μπορεί να κουκουλώσει την πονηριά στην επιβίωση άλλο τόσο η αλήθεια σε τσιμπάει για κάθε φορά που έκλεψες την ουρά στο ταμείο ή είπες ”ωχ αδερφέ γιατί να το κάνω εγώ;”.

Όταν θα κλείσεις αυτό το βιβλίο θα ξέρεις δύο πράγματα: Πόσο θελεις να φας ένα καλό κλασικό γλυκό γκατό και πως οι Έλληνες πάντα θα έχουν έναν τρόπο να την σκαπουλάρουν. Α! Και πως ίσως το ελληνικό αναγνωστικό κοινό να μπορεί να ελπίζει σε έναν νέο Τσιφόρο.

Περιγραφή οπισθόφυλλου: Είμαστε μια οικογένεια «αραχτών». Δεν δουλεύει κανείς. Έχουμε πάρει αμέτρητες φορές δανεικά μεταξύ μας, έχουμε ξεγελάσει ο ένας τον άλλον πολλάκις, ακόμα και για ένα ευρώ.

Φυσικά, δεν υπάρχει φίλος και γνωστός που να μην μας αποφεύγει, καθώς, ακόμα και οι πέτρες το γνωρίζουν, ότι κάθε συζήτηση που ανοίγουμε περιστρέφεται γύρω από τα δανεικά. Ο ντάντι έχει πεθάνει εδώ και πολύ καιρό. Η μητέρα παίρνει μια πενιχρή σύνταξη, που μετά βίας πληρώνει το ρεύμα και το νερό και τα κοινόχρηστα. Αντιθέτως, η σύνταξη της γιαγιάς εμφανίζεται ενισχυμένη, καθώς, εκτός από τη δική της, καρπώνεται και του παππού. Αν ζούσε ο παππούς, τι καλά που θα περνούσαμε! Ο ήρωας του Θεόδωρου Πρίντζη, ένας σεσημασμένος αργόσχολος και πρώην εύπορος, αναδεικνύεται σε δεξιοτέχνη της επιβίωσης. Εκμηδενίζοντας τις ανάγκες του, γραπώνεται από τη σύνταξη της καθηλωμένης με Αλτσχάιμερ γιαγιάς. Οικογενειακά δράματα, ερωτικές απογοητεύσεις, υπαρξιακές αναζητήσεις, μηχανορραφίες αλλά και επιδόματα… Αλτσχάιμερ διαπλέκονται με στοιχεία παρωδίας, θυμίζοντάς μας περιστατικά της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας.