«Το καλοκαίρι που πέθανε ο Κολτρέιν, το καλοκαίρι της αγάπης και των ταραχών. Μια τυχαία συνάντηση στο Μπρούκλιν οδηγεί δύο νέους στο μονοπάτι της τέχνης, της αφοσίωσης και της μύησης. Η Πάτι Σμιθ θα γίνει ποιήτρια και μουσικός και ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ θα διοχετεύσει το ακραία προκλητικό στιλ του στην τέχνη της φωτογραφίας. Ενωμένοι με τα δεσμά της αθωότητας και του ενθουσιασμού διασχίζουν τη Νέα Υόρκη από το Κόνι Άιλαντ μέχρι την 42η Οδό. Το 1969 το ζευγάρι καταλύει στο περίφημο Hotel Chelsea. Είναι μια εποχή έντονης ευαισθητοποίησης. Ο κόσμος της ποίησης, του ροκ εν ρολ, της τέχνης και της σεξουαλικής απελευθέρωσης εκρήγνυται».

smith_pati_kai_robert

Το συγκεκριμένο βιβλίο αποτελεί αυτοβιογραφία της Πάτι Σμιθ, αλλά και ένα πολύτιμο ντοκουμέντο για τη Νέα Υόρκη του 1970. Μια εποχή των καλλιτεχνικών κινημάτων, των ζωγράφων, των ποιητών, του δίχως όρια έρωτα και των ελευθεριακών ιδεών. Η ιστορία ξεκινάει με την περιγραφή των πρώτων χρόνων της καριέρας της Σμιθ, την γνωριμία και τον έρωτά της με τον φωτογράφο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ και πως,  χωρίς μια στη τσέπη, κατάφεραν να κατακτήσουν τον κόσμο της τέχνης. Όταν έχεις όνειρα και παλεύεις σκληρά για αυτά, στο τέλος τα κατακτάς και αυτό μας αποδεικνύουν οι δυο πρωταγωνιστές του βιβλίου. Πρωτοκυκλοφόρησε στα αγγλικά με τίτλο « Just Kids» και περιέχει πλούσιο ασπρόμαυρο φωτογραφικό υλικό. Επιπλέον, το βιβλίο κέρδισε το Εθνικό Λογοτεχνικό Βραβείο των ΗΠΑ (2010).

«Η Πάτι Σμιθ, τραγουδίστρια, μουσικός, ποιήτρια και ακτιβίστρια, γεννήθηκε στο Σικάγο το Δεκέμβριο του 1946. Επηρεασμένη από τον Μπομπ Ντίλαν, τον Αρθούρο Ρεμπό, τον υπαρξισμό και την μπιτ λογοτεχνία, το 1967 εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη και αναμίχθηκε με τους καλλιτεχνικούς underground κύκλους της πόλης. Ασχολήθηκε με την ποίηση και το θέατρο (συνέγραψε ένα θεατρικό με τον Σαμ Σέπαρντ) και άρχισε να επεξεργάζεται την ιδέα του συνδυασμού της ποίησης με τη μουσική του ροκ εν ρολ. Γι’ αυτόν το σκοπό, το 1974 σχημάτισε το Patti Smith Group σε συνεργασία με τον κιθαρίστα Λένι Κέι. Η Πάτι Σμιθ συνδεόταν στενά με τον διάσημο φωτογράφο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ, ο οποίος την απαθανάτισε στο εξώφυλλο του πρώτου της άλμπουμ, Horses (1975) από πολλούς μουσικοκριτικούς θεωρείται το πρώτο πανκ-ροκ άλμπουμ της δεκαετίας του 1970 και συγκαταλέγεται στις περισσότερες και πιο έγκυρες λίστες με τα 100 καλύτερα άλμπουμ όλων των εποχών. Ακολούθησε μια σειρά από σπουδαία άλμπουμ, που την καθιέρωσαν ως μια από τις σημαντικότερες ερμηνεύτριες, συνθέτριες και στιχουργούς στην Ιστορία: Radio Ethiopia (1976), Easter (1978), Wave (1979). Το 1980 εγκαταστάθηκε στο Ντιτρόιτ, όπου παντρεύτηκε τον Φρεντ Σόνικ Νμιθ, πρώην κιθαρίστα των MC5, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Για μεγάλο διάστημα αφοσιώθηκε στην οικογένειά της και αποτραβήχτηκε από τη δισκογραφία. Επέστρεψε όμως στις ζωντανές εμφανίσεις και ηχογραφήσεις το 1988 με το άλμπουμ Dream of Life. Από τότε έχει κυκλοφορήσει άλλα έξι άλμπουμ, με τελευταίο το Banga (2012). Η πρώτη ποιητική συλλογή της Πάτι Σμιθ, με τον τίτλο Seventh Heaven, εκδόθηκε το 1972 και ακολούθησαν οι συλλογές Witt (1973), Babel (1978), Woolgathering (1992), The Coral Sea (1996), Auguries of Innocence (2005). Το ποιητικό έργο της έχει εκδοθεί και σε συγκεντρωτικές συλλογές. Το 2010 εκδόθηκε το αυτοβιογραφικό έργο της Just Kids και το 2015 το επίσης αυτοβιογραφικό M Train. Εκτός από το ποιητικό και δισκογραφικό έργο της, η Πάτι Σμιθ έχει ασχοληθεί με επιτυχία και με τη ζωγραφική. Το 1973 πραγματοποίησε την πρώτη της ατομική έκθεση στο Gotham Book Mart της Νέας Υόρκης. Τα έργα της στο πλαίσιο της έκθεσης Strange Messenger δημοσιεύθηκαν στον ομότιτλο τόμο το 2003. Το 2005 το Υπουργείο Πολιτισμού της Γαλλίας τίμησε την Πάτι Σμιθ απονέμοντάς την τον τίτλο του Commandeur des Arts et des Lettres, που αποτελεί την ανώτατη καλλιτεχνική διάκριση στη Γαλλία. Το 2007 εισήχθη στο Rock and Roll Hall of Fame».