Τα κείμενα γεννιούνται συνήθως στο μυαλό μου κάποιο πρωινό που ακούω ένα νέο, μια είδηση, κάτι που με προβληματίζει ή κάτι που με καθησυχάζει.

Ένα από τα σπουδαιότερα μαθήματα που μου προσέφερε ένας δάσκαλος στο δημοτικό ήταν ότι το μόνο βέβαιο στη ζωή είναι ο θάνατος. Έμαθα έτσι σιγά σιγά, μέσα από γεγονότα και εμπειρίες να τον αποδέχομαι. Έμαθα να δέχομαι αυτό το δεδομένο, έμαθα πως, αυτός ο δάσκαλος είχε, φυσικά, δίκιο. Έμαθα πως η ζωή έχει αξία ακριβώς επειδή δεν είναι δεδομένη. Και έμαθα πως η στιγμή που αποχαιρετάς κάποιον είναι σπουδαία.

Θυμάμαι την μητέρα μου να πηγαινοέρχεται κουρασμένη και απεριποίητη στο νοσοκομείο όπου νοσηλευόταν ο παππούς μου. Αμίλητη και λυπημένη, την ημέρα που πέθανε έκλεισε ραντεβού στο κομμωτήριο. Ακόμα περιγράφει την κομμώτρια που έκπληκτη την ρώτησε γιατί ήταν αυτό το πρώτο πράγμα που έκανε. «Γιατί πρέπει να τον αποχαιρετήσω με τιμή.»

Την ημέρα που θα αποχαιρετούσα έναν από τους πιο αγαπημένους μου φίλους, που χάσαμε ξαφνικά φέτος, αγόρασα ένα όμορφο, μαύρο φόρεμα. Ήμουν σίγουρη πως αν με έβλεπε από κάπου θα χαμογελούσε.

Άρχισα να μιλάω στο παιδί μου για τον θάνατο από πολύ νωρίς. Σε έναν κόσμο όπου συμβαίνουν ατυχήματα, επιθέσεις, αρρώστιες που δεν μπορείς να ξεπεράσεις και γεγονότα που σε φέρνουν αντιμέτωπο με την δυσκολία του ξαφνικού θανάτου, το να κρύψεις αυτήν την πραγματικότητα είναι σαν να προσπαθούσα να του κρύψω τη θάλασσα. Είναι εκεί. Υπάρχει.

Χωρίς να παριστάνω πως ξέρω τι συμβαίνει μετά, χωρίς να ωραιοποιώ τα αστεράκια, τα σύννεφα και τα όνειρα, ομολογώ πως δεν ξέρω τι συμβαίνει. Δεν ξέρω πού πάμε, δεν ξέρω αν είμαστε καλύτερα, δεν ξέρω με ποιόν θα βρεθούμε. Το μόνο που ξέρω με σιγουριά είναι πως η αγάπη δεν χάνεται παρά γίνεται ενέργεια που συνοδεύει τους αγαπημένους μας για πάντα. Πολύ μικρός για να το συζητάμε; Όχι. Γιατί σε αυτήν την ζωή, που βρισκόμαστε τώρα, όλοι μαζί, πρέπει να προλάβουμε να τα πούμε όλα. Να τα ομολογήσουμε, να τα παραδεχτούμε και να είμαστε έτοιμοι.

Γιατί ο θάνατος μπορεί να έχει λογική. Η απώλεια όμως όχι. Ακόμα δεν μπορώ να διαχειριστώ πως δεν μπορώ να πάρω τηλέφωνο τον Γιάννη μου. Ακόμα δεν μπορώ να θυμηθώ πώς είναι να χαϊδεύω τα μαλλιά της γιαγιάς μου. Ακόμα δεν πρόλαβα να ρωτήσω όσα ήθελα τον παππού μου. Και δεν ξέρω πότε σταματάει ο πόνος της απώλειας. Και δεν μπορώ να την αποδεχτώ. Και δεν ξέρω πώς να την αγκαλιάσω. Γιατί είναι σκληρή και τελειωτική. Δεν σου δίνει άλλη ευκαιρία αυτή η ζωή. Δεν σου δίνει καμία απάντηση η ξαφνική απώλεια..

Χρέος μου λοιπόν είναι να την αποδεχτώ. Και να την περιμένω, γιατί όποτε και να έρθει θα είναι σκληρή μαζί μας.

Γι αυτό και έγραψα ένα γράμμα στο παιδί μου, το ομολογώ. Σ’αυτόν τον κόσμο, που αύριο μπορεί να πάω ένα ταξίδι και να μην γυρίσω ποτέ, σ’αυτόν τον κόσμο που η υγεία μας κρέμεται σε κλωστές ισχυρών ασθενειών και μικροβίων, βρίσκετε υπερβολή να έχω γράψει σε ένα χαρτί το πόσο αγαπώ, τώρα και για πάντα, κάποιον; Εγώ όχι.. Και εύχομαι να μπορούσα να έχω πάρει ένα τελευταίο μήνυμα από τον αγαπημένο μου φίλο όταν του έστειλα τα χρόνια πολλά στην γιορτή του.. Και εύχομαι τουλάχιστον να διάβασε πως τον αγαπάμε όλοι πολύ.. Και εύχομαι εκεί που είναι να είναι καλά. Εμείς εδώ.. θα την βρούμε την άκρη..