Αυτό δεν είναι ένα κείμενο που θα δικαιώσει τον θυμό ή την απελπισία σου. Δεν θα διαβάσεις για «νοικοκυραίους», «ακτιβιστές του πληκτρολογίου» και «μεσαίωνες». Θα λείπουν νομικές αναλύσεις για «την εσχάτη των ποινών», φαρμακευτικοί και ψυχαναλυτικοί όροι. Η μητρότητα θα μείνει εκτός, όπως και οι «οικογενειακές τραγωδίες».

Αυτό είναι ένα κείμενο που δεν σέβεται τον τίτλο του, αλλιώς θα αυτοκαταστρεφόταν. Αν «κάποιες μέρες οφείλουμε να σωπαίνουμε», αυτές οι γραμμές γιατί υπάρχουν;

Διανύουμε την εποχή που όλα περιβάλλονται από ένα πέπλο κατανόησης και συμπόνιας, μέχρι να επιλέξεις τη σιωπή. Ένας άγραφος κανόνας ορίζει ότι η ευαισθησία και αντίληψη του καθενός και της καθεμίας είναι ευθέως ανάλογες της αμεσότητας και της έντασης με την οποία τοποθετείται για όσα συμβαίνουν. Όλα όσα συμβαίνουν. Ανεξαρτήτως θέματος, γνώσεων, αμεσότητας, εγκυρότητας, εγγύτητας. Σε μια κοινωνία πανταχού παρούσα κι ετοιμόλογη, το να μένεις σιωπηλός συνεπάγεται τουλάχιστον αδιαφορία και αυτόματη τοποθέτηση στη «λάθος μεριά της ιστορίας».

Πώς καταλήξαμε στη δαιμονοποίηση της σιωπής; Πόσο συνεπείς και ειλικρινείς είμαστε στις αξίες μας, σε όσα γράφουμε και υποστηρίζουμε;

Δεδομένο νο. 1: Η σιωπή δεν είναι χρυσός.

Αν κάτι μάθαμε τα τελευταία χρόνια, είναι επιτέλους να μιλάμε. Απέναντι σε κάθε έναν, κάθε μια, καθετί που προσβάλλει και μειώνει την ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια. Χρειάζεται χρόνο η αλλαγή, αλλά έχουμε αρκετούς λόγους να αισιοδοξούμε ότι ο φόβος και ο στρουθοκαμηλισμός υποχωρούν και τη θέση τους σταδιακά θα πάρουν η δύναμη της αλήθειας και η υποστήριξη όποιου/όποιας την έχει ανάγκη.

Δεδομένο νο. 2: Υποτιμήσαμε τη δύναμη της σιωπής.

Αν κάτι μάθαμε τα τελευταία χρόνια, είναι να διαφωνούμε, να φωνάζουμε, να εξαπολύουμε δριμύτατες κριτικές για όλους και για όλα. Να υπερασπιζόμαστε αξίες συχνά επιλεκτικά και βραχυπρόθεσμα, με τρόπο προσβλητικό, ακραία επιθετικό που ελάχιστη σχέση έχει με την ίδια την αξία. Είμαστε ό,τι τρεντάρει, για όσο τρεντάρει. Το ενδιαφέρον μας διαρκεί όσο οι τάσεις στα social media. Πρόσωπα που «ακυρώθηκαν» επανειλημμένα εξακολουθούν να δεσπόζουν και ελάχιστοι από αυτούς που επιδεικτικά καταπιάστηκαν με πολύκροτες υποθέσεις γνωρίζουν ποια ήταν η τύχη των «πρωταγωνιστών» τους. Μας κατακλύζει μια διαρκής ανάγκη να είμαστε μέρος ενός διαλόγου που τις περισσότερες φορές καταλήγει στην πόλωση και την αυτοαναίρεση. Οι φωτεινές εξαιρέσεις υπάρχουν. Και επιβεβαιώνουν έναν όχι και τόσο ευχάριστο κανόνα.

Υποτιμήσαμε τη σιωπή γιατί τη θεωρήσαμε ανεπάρκεια.

Στην πραγματικότητα μπροστά σε δύσκολες καταστάσεις, η σιωπή είναι μια ένδειξη σεβασμού προς όσα κινδυνεύουν ή χάθηκαν. Ένας τρόπος να ξεχωρίσουν οι φωνές που χάνονται μέσα στην αχρείαστη φλυαρία, αλλά πρέπει να ακουστούν για να μην επαναληφθεί η ιστορία. Κάποιες μέρες η σιωπή είναι αυτό που αντέχουμε, απέναντι σε όλο τον παραλογισμό και τη βιαιότητα που χαρακτηρίζει την κοινωνία. Είναι άκακη και αναγκαία. Χωρίς υποδείξεις, καθωσπρεπισμό και συμπεριφορές όχλου. Για να υπάρξει συνειδητοποίηση, σκέψη, αλλαγή.