Τον γνωρίσαμε αρκετά χρόνια πριν κι έκτοτε δεν σταμάτησε να μας εντυπωσιάζει με τις δουλειές και το ταλέντο του. Ο Αντίνοος Αλμπάνης βρίσκεται επί σκηνής για περισσότερα από 10 χρόνια, κάνοντας κάθε έργο που συμμετέχει, επιτυχία. Μέσα σε αυτά τα χρόνια, άλλαξε, μεγάλωσε και γνώρισε καλύτερα τον εαυτό του. Πιο κυνικός λέει εκείνος, πιο δημιουργικός λέω εγώ. Αλλά αυτά τα δύο ενίοτε πηγαίνουν αναγκαστικά μαζί.

Σε μια κουβέντα που είχα μαζί του, του ζήτησα να μου πει λίγα λόγια για το που περνάει τα Δευτερότριτα του. Και μου είπε την ιστορία του ήρωα που καλείται να ζωντανεύει επί σκηνής:

“Ένας νέος άνθρωπος αφηγείται την ιστορία του σε έναν μονόλογο. Ένας άνθρωπος απλός, καθημερινός, που μαστίζεται κι αυτός από την κρίση και τα επακόλουθα της. Ένα θύμα της εποχής θα έλεγε κανείς, που έχει δει τη ζωή του να καταρρέει και ανήμπορος να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα του, επιλέγει να απομονωθεί και να κλειστεί στο σπίτι του. Επιλέγει να φτιάξει το δικό του προσωπικό κελί το οποίο θεωρεί ότι θα τον προστατεύσει από όλα αυτά που τον τρομάζουν εκεί έξω και τον καθιστούν ανήμπορο στο να μπορέσει να διαχειριστεί την ίδια του τη ζωή. Σε αυτή τη διαδικασία κάνει πολλές αναδρομές στο παρελθόν του και καταλήγει ότι οφείλει να πάρει μια απόφαση. Όχι για το αν θέλει να ζήσει ή να πεθάνει αλλά για το πως θέλει να ζήσει. “

Αναπόφευκτα είχα κάποιες ερωτήσεις για όλα αυτά.

Το παρελθόν είναι ένα ασφαλές μέρος για να γυρίζει κανείς;

Δεδομένου ότι μιλάμε για έναν νέο άνθρωπο, το δικό του παρελθόν είναι ουσιαστικά τα παιδικά χρόνια. Θεωρώ πως η παιδική ηλικία είναι μια περίοδος πολύ όμορφη για τον καθένα μας. Πολύ ασφαλής για να μπορείς να ανατρέχεις κάθε φορά που νιώθεις πιεσμένος και ζορισμένος από τη ζωή.

Με ποια επίθετα, ποιους προσδιορισμούς, αν θες, θα χαρακτήριζες αυτόν τον άνθρωπο;

Η αλήθεια είναι πως μου έρχονται πολλά στο μυαλό. Θα μπορούσα να τον πω δειλό, αγχωτικό. Ότι δεν έχει την ψυχραιμία να ζυγίζει τις καταστάσεις καλύτερα. Από την άλλη είναι τόσο γνώριμο όλο αυτό που του συμβαίνει, που το καθιστά εξαιρετικά δύσκολο να τον χαρακτηρίσω κάπως. Είτε θετικά είτε αρνητικά.

Πώς σε βοήθησε η συνεργασία με τον Πέτρο Φιλιππίδη να δεις σε βάθος τον άνθρωπο που ήδη είχε σκιαγραφήσει ο Βασίλης Ρίσβας στο κείμενο του;

Με βοήθησε απόλυτα και 100 τοις εκατό, για να μην πω 1000 τοις εκατό. Με το ταλέντο του, την ευφυΐα του, την εγρήγορση, την συγκαταβατικότητα του και το μεγαλείο ψυχής που διαθέτει με βοήθησε να κατανοήσω πολύ καλύτερα τον ήρωα αυτόν. Πολύ περισσότερο με βοήθησε να τον κοιτάξω στα μάτια, να τον νιώσω και να καταφέρω να του δώσω ζωή. Ο Πέτρος μου έδωσε πολύ χρόνο και ελευθερία, ώστε το αποτέλεσμα να είναι κάτι που γεννήθηκε από μένα. Όχι κάτι που “φόρεσα” και βγήκα στη σκηνή. Γι’αυτό είναι και τόσο σπουδαίος σκηνοθέτης. Γιατί δεν πήγε να με καλουπώσει, αλλά προσπάθησε μέσα από μένα να δημιουργήσει κάτι.

Θεωρείς ότι αυτό που αντιμετωπίζει ο ήρωας είναι κάτι που του “έτυχε” ή το αποτέλεσμα κάποιων συνειδητών επιλογών;

Αν δεν είχαμε ζήσει την κρίση, θα έλεγα μάλλον ότι είναι κάτι που κουβαλούσε από παλιά μέσα του. Κι ότι απλά βρήκε την ευκαιρία να το ξεδιπλώσει. Αλλά επειδή έχω δει ανθρώπους να είναι απόλυτα λειτουργικοί κι εξαιτίας της κρίσης να καταρρέουν και να διαλύονται ολοκληρωτικά, έχω αμφιβολίες για το κατά πόσον τελικά αυτός ο ήρωας είχε την προδιάθεση. Είναι τόσο μεγάλο το φορτίο της κρίσης, που όσο προετοιμασμένος και ψύχραιμος κι αν είσαι, κάποια στιγμή αδυνατείς να διαχειριστείς κάποιες καταστάσεις. Γι’αυτό λέμε ότι σε τέτοιες περιπτώσεις είναι προτιμότερο οι άνθρωποι να μιλούν σε κάποιον ειδικό και να εξωτερικεύουν τις σκέψεις και τις ανάγκες τους από το να κλείνονται στον εαυτό τους και να παλεύουν μόνοι τους.

Τα “φινιστρίνια” θεωρείς ότι υπάρχουν πάντοτε εκεί; Ή ο κάθε άνθρωπος έχει την ανάγκη να τα “κατασκευάσει” μόνος του;

Τα φινιστρίνια υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν. Το θέμα είναι να τα ανοίγουμε.

Το να κοιτάζουμε τον ουρανό πίσω από ένα τζάμι, είναι όμορφο μα και περιοριστικό. Δεν θα δεις ποτέ όλον τον ουρανό, όλα τα αστέρια, όλα τα σύννεφα. Πρέπει να ανοίξεις το φινιστρίνι, να βγάλεις το κεφάλι σου έξω για να μπορέσεις να ανασάνεις.

Εσύ ως Αντίνοος έχεις τα δικά σου “φινιστρίνια”;

Φαντάζομαι πως όσο μεγαλώνουμε όλοι δημιουργούμε αυτές τις δικλίδες ασφαλείας, στις οποίες ανατρέχουμε κατά καιρούς για να μπορούμε να ηρεμούμε και να πηγαίνουμε παρακάτω. Αντίστοιχα και στη δική μου τη ζωή, υπάρχουν τέτοια “φινιστρίνια”. Είναι οι φίλοι μου, ο περίγυρος μου, το σκυλί μου.

Μεγαλώνοντας εσύ αισθάνεσαι να αποξενώνεσαι περισσότερο από τον κόσμο ή το αντίθετο;

Είναι τέτοια η φύση της δουλειάς μου που δεν μου αφήνει περιθώρια να αποξενωθώ. Η δουλειά του ηθοποιού βασίζεται πάρα πολύ στην παρατήρηση. Αν εγώ πάψω να κοινωνικοποιούμαι και να παρατηρώ τους ανθρώπους, τις ανάγκες τους, τις επιθυμίες τους τότε θα στερήσω από τον εαυτό μου ένα τεράστιο εργαλείο για τη δουλειά μου. Οπότε δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Οφείλω να είμαι παρών. Να κοιτάζω και να βλέπω συνάμα τους ανθρώπους για να μπορέσω μετά από χρόνια να αναπαράγω μέσα από όλα αυτά κάτι που να έχει αξία.

Ένας άνθρωπος που ίσως θεωρεί ότι έχει λύσει τα προβλήματα του, έχει νικήσει τους δαίμονες του, πιστεύεις θα ενοχληθεί από μια παράσταση σαν κι αυτή;

Σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για μια παράσταση δεικτική. Μια παράσταση που θα κουνήσει το δάχτυλο και θα σε κρίνει. Έτσι κι αλλιώς το νόημα του κειμένου δεν είναι να ταρακουνήσει κάποιον. Αυτό που ελπίζω είναι ότι αν κάποιος που δει αυτήν την παράσταση αναγνωρίσει τον ήρωα σε κάποιον από τους δικούς του ανθρώπους, να τον πλησιάσει. Να μπορέσει να τον προσεγγίσει ώστε κι εκείνος να νιώσει άνετα και να του μιλήσει για όλα εκείνα που τον βασανίζουν.

Ερμηνεύεις, λοιπόν, έναν μονόλογο. Η μοναξιά επί σκηνής είναι σύμμαχος ή αντίπαλος για έναν ηθοποιό;

Ούτε το ένα, ούτε το άλλο. Ο μονόλογος είναι ακόμα είδος θεάτρου, ανάμεσα σε πολλά άλλα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως ηθοποιοί. Η “αγριότητα” του μονολόγου έγκειται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει ένα συναδελφικό βλέμμα πάνω στην σκηνή να μπορέσεις να ακουμπήσεις το δικό σου και να πάρεις λίγη δύναμη. Είσαι εσύ και οι δαίμονες σου. Εσύ και το κοινό. Πρέπει από πολύ νωρίς να καταλάβεις ότι οφείλεις να εμπιστευτείς την ύπαρξη σου πάνω στην σκηνή. Για μένα οι πρώτες παραστάσεις ήταν δραματικές, έλεγα: “Πως θα το κάνω αυτό;”. Μετά συνειδητοποίησα ότι σε κάθε παράσταση πάντα βρίσκουμε κάτι να μας δυσκολεύει και πάντα το λύνουμε. Έτσι έγινε κι εδώ.

Ποιο είναι το βασικό συναίσθημα λίγο πριν ανέβεις στην πόλη της Θεσσαλονίκης;

Ανυπομονησία. Όσο κι αν απεχθάνομαι τα κλισέ που λέγονται για αυτήν την πόλη, η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να βρω καταλληλότερες λέξεις για να την περιγράψω. Ναι, η Θεσσαλονίκη είναι η πιο όμορφη και ερωτική πόλη.

Αν κάθε Δευτέρα και Τρίτη δεν ήσουν κάτω από ένα “Φινιστρίνι” στο Από Μηχανής θέατρο, που θα ήθελες να είσαι;

Είναι τόσο όμορφο αυτό που μου συμβαίνει κάθε Δευτέρα και Τρίτη, που δεν θα ήθελα να είμαι κάπου αλλού.

Τον Αντίνοο Αλμπάνη θα τον βρεις κάθε Δευτέρα και Τρίτη στην παράσταση “Φινιστρίνι” του Βασίλη Ρίσβα, σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη, στο Από Μηχανής θέατρο στις 21.00.

Στις 29,30 και 31 Μαρτίου θα βρίσκεται στο Θέατρο Αυλαία της Θεσσαλονίκης.