Toν Ιούνιο του 2019 παρακολούθησα την ομιλία της Ingrid Fetell Lee για τη χαρά και τις σκέψεις της για το πού κρύβεται και πώς μπορούμε να την ανακαλύψουμε.

Ο πρώτος άνθρωπος που σκέφτηκα να στείλω το video ήταν στη φίλη μου την Αμαλία που ήθελε εδώ και χρόνια να ταξιδέψει στη Νορβηγία. Θυμάμαι να μας το λέει με κάθε ευκαιρία, να μελετάει και να σχεδιάζει τις λεπτομέρειες αυτού του ταξιδιού. Γνώριζε ήδη κάθε πόλη που θα έβλεπε, κάθε δρόμο που θα περπατούσε και είχε λίστα από κάθε εστιατόριο που είχε πάνω από 4 αστέρια στο τοπικό φαγητό. Το μόνο που της έλειπε ήταν η παρέα.

Κατά τη διάρκεια των πέντε χρόνων που σχεδίαζε το ταξίδι, το είχε προτείνει σε φίλους, φίλες και συντρόφους, αλλά δεν λάμβανε τον ίδιο ενθουσιασμό κι έτσι η Αμαλία το ανέβαλλε επ’ αόριστον πέφτοντας στην παγίδα του: «Θα το κάνω όταν…».

«Θα είμαι χαρούμενος όταν…», οι τέσσερις μικρές λέξεις που σκοτώνουν τη χαρά

Μία πρόταση πολύ πιο ύπουλη από όσο φαίνεται. Μία πρόταση που λίγο πολύ συνηθίζουμε οι περισσότεροι από εμάς. «Όταν ξεπεράσω ____________, θα νιώσω καλύτερα» ή «Αν είχα απλώς ______________, η ζωή θα ήταν υπέροχη». Αυτά τα λόγια τα λέμε συνέχεια ανέμελα, χωρίς σκέψη. Φαίνονται αρκετά άκακες φράσεις, απλώς μια έκφραση επιθυμίας άλλα μην ξεγελιέσαι.

Αυτό γιατί το «θα χαρώ όταν…» δεν είναι απλώς μια φράση. Είναι μια νοοτροπία — και αυτή η νοοτροπία μας κρατά περιμένοντας την ευτυχία αντί να καλλιεργούμε τη χαρά στη ζωή μας αυτή τη στιγμή.

Η Αμαλία είχε μπλεχτεί στα δίχτυα του «θα το κάνω μόλις έχω μία σχέση», «όταν τελειώσω το μεταπτυχιακό», «όταν έχω περισσότερο χρόνο». Έπεσε θύμα εκείνης της αναβλητικότητας που μας κλειδώνει με διπλό κλείδωμα στο comfort zone μας και πετάει μακριά το κλειδί.

Στο επικίνδυνο παιχνίδι του «θα είμαι χαρούμενος όταν…» έπεσε πρόσφατα και ο φίλος μου ο Πέτρος όταν βρήκε ένα όμορφο καινούργιο διαμέρισμα, οραματιζόταν όλα τα τραπέζια που θα μπορούσε να διοργανώσει απλώς θα έπρεπε να περιμένει να περάσει η πανδημία. Το αποτέλεσμα ήταν να μην μαγειρεύει και για όσο κράτησαν τα lockdowns να τρώει απέξω προκειμένου να μην χαλάσει το όνειρό του για τραπέζια με φίλους και μεγάλες πιατέλες από τα χειροποίητα ζυμαρικά του.

Ο Πέτρος μπορεί να μην κλειδώθηκε στο comfort zone του αλλά έδωσε μία άγνωστη αναβολή στο να είναι χαρούμενος με τη μαγειρική του, στο νέο του σπίτι. «Θα χαιρόταν το σπίτι όταν μπορούσαν να έρθουν οι φίλοι».

Το να φτάσουμε σε ένα ορόσημο θα μας κάνει να νιώσουμε καλά, αλλά αμέσως αρχίζουμε να ψάχνουμε για το επόμενο ορόσημο και επιστρέφουμε στο να σκεφτόμαστε «Θα είμαι χαρούμενος όταν…» ξανά.

Η ευτυχία και η χαρά δεν είναι το ίδιο πράγμα

Η ευτυχία θα μπορούσε να είναι μία αξιολόγηση του πώς νιώθουμε για τη ζωή μας με την πάροδο του χρόνου. Κάτι σαν αυτό που οι ψυχολόγοι αποκαλούν «υποκειμενική ευημερία» και περιλαμβάνει μια σειρά διαφορετικών παραγόντων, όπως το πώς νιώθουμε για την υγεία μας και τη δουλειά μας, αν πιστεύουμε ότι έχουμε νόημα και σκοπό στη ζωή και πόσο συνδεδεμένοι νιώθουμε με άλλους ανθρώπους.

Αν ευτυχία είναι το πώς νιώθουμε για τη ζωή μας με την πάροδο του χρόνου, χαρά είναι το πώς νιώθουμε αυτή τη στιγμή.

Η χαρά είναι μια έντονη, στιγμιαία ‘έκρηξη’ θετικού συναισθήματος. Μπορούμε να πούμε ότι βιώνουμε χαρά επειδή τη νιώθουμε στο σώμα μας καθώς και στο μυαλό μας. Χαμογελάμε και γελάμε, η στάση του σώματός μας χαλαρώνει και μπορεί να νιώθουμε ανάλαφροι. Η χαρά μας κάνει να νιώθουμε σαν την καλύτερη εκδοχή του εαυτού μας — γεμάτοι ενέργεια και ζωντάνια.

Επειδή η ευτυχία είναι πιο περίπλοκη και αφορά μεγαλύτερη εικόνα, δεν είναι πάντα εύκολο να γνωρίζουμε τι θα μας κάνει ευτυχισμένους. Πολλοί από εμάς αναγνωρίζουν την ευτυχία σε (υποκειμενικά) ορόσημα της ζωής, όπως το να είναι σε μία σχέση, να πάρουν προαγωγή, να αγοράσουν ένα σπίτι, να κάνουν έναν παιδί, να ταξιδέψουν στην Νορβηγία ή να κάνουν μεγάλα τραπέζια στους φίλους τους.

Πείθουμε με κάποιον τρόπο τους εαυτούς μας ότι μόλις εξασφαλίσουμε αυτούς τους στόχους θα ολοκληρώσει το παζλ και θα μας χαρίσει την ευτυχία μας. Η αλήθεια όμως είναι ότι δεν είμαστε  καλοί στο να προβλέψουμε τι είναι αυτό που θα μας κάνει ευτυχισμένους.

Σκέψου πόσες φορές έφτασες σε έναν στόχο σου, μικρό ή μεγάλο. Μετά επέστρεψες ξανά στο επόμενο, σταθερά αγαπημένο «Θα είμαι χαρούμενος όταν…».

Ας παραδεχτούμε ότι δεν μπορούμε να ελέγξουμε πώς ή πότε μας συμβαίνουν αυτά τα μεγάλα, ωραία πράγματα. Και πως όσο εστιάζουμε σε αυτά σαμποτάρουμε τη χαρά που θα μπορούσαμε να έχουμε στη ζωή μας.

Με άλλα λόγια: Στο κυνήγι της ευτυχίας, καταλήγουμε να αναβάλλουμε τη χαρά

Κάθε φορά που λέμε στον εαυτό μας «Θα είμαι χαρούμενος/ευτυχισμένος/καλά όταν…», αυτό που λέμε πραγματικά είναι «Δεν μπορώ να είμαι χαρούμενος/ευτυχισμένος/καλά τώρα».

Στην πραγματικότητα αναβάλλουμε να περνάμε χρόνο με τους ανθρώπους που αγαπάμε και κάνουμε υπερωρίες στη δουλειά, ώστε να μπορούμε να πάρουμε αύξηση. Με κάποιο μαγικό τρόπο ξέρουμε ότι οι άνθρωποι θα είναι πάντα εκεί να μας περιμένουν με τις ευχάριστες κοινές μας στιγμές ενώ μία αύξηση όχι;

Δεν έχουμε χρόνο για χόμπι γιατί πρέπει να αφιερώσουμε χρόνο στην καριέρα μας. Δεν διακοσμούμε το διαμέρισμα το οποίο νοικιάζουμε προκειμένου να μαζέψουμε λεφτά να πάμε σε ένα μεγαλύτερο και στο μεταξύ ζούμε σε ένα βαρετό, αδιάφορο, κενό σπίτι.

Αναβάλουμε ένα ταξίδι που ονειρευόμαστε μέχρι να βρούμε την κατάλληλη παρέα. Τρία λεπτά μετά χαζεύουμε το feed στο Instagram και νιώθουμε μικρά τσιμπήματα ζήλιας που οι άλλοι ζουν τη ζωή τους ενώ εμείς απλώς στεκόμαστε στην ρουτίνα μας. (δεν έχει σημασία αν είναι πλασματικό ή όχι, τα τσιμπήματα παραμένουν).

Η συνήθεια να λέμε «Θα είμαι χαρούμενος όταν…» μας κρατά πίσω. Είναι σαν να βλέπουμε μια σειρά για τη ζωή μας και να ψάχνουμε να δούμε τι σκέφτηκαν οι συγγραφείς για το επόμενο επεισόδιο αντί να είμαστε ενεργοί και να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε οι δημιουργοί της δικής μας ζωής. Αν το σκεφτείς καλύτερα μένουμε στο να ελπίζουμε και να ευχόμαστε αντί να απολαμβάνουμε και να ζούμε.

Ωραία συνήθεια, μπράβο μας.

Oι στιγμές χαράς είναι μικρές αλλά κάνουν κάτι σημαντικό: Διευρύνουν τον κόσμο μας

Αν το παρατηρήσεις καλύτερα θα δεις ότι συχνά απορρίπτουμε τη χαρά για να μην αποσπάσουμε την προσοχή μας από τη μεγάλη ευτυχία που περιμένουμε. Λες και παραμένουμε παγωμένοι περιμένοντας αυτή την ευτυχία. Λες και είμαστε ναυαγοί σε ένα έρημο νησί και δεν θέλουμε να μετακινηθούμε γιατί ανησυχούμε ότι αυτό που ελπίζουμε (η διάσωση) μπορεί να μην μπορέσει να μας βρει. Πόση ώρα να κάτσεις στην ίδια έρημη παραλία άνθρωπε;

Η αναμονή για την ευτυχία είναι μια συνήθεια κι όπως κάθε άλλη συνήθεια, μπορούμε να την κόψουμε. Αυτή η αναμονή συχνά έχει τις ρίζες της σε ένα είδος τελειομανίας, που τελικά λειτουργεί αντίστροφα από τον στόχο μίας τέλειας ζωής, και δεδομένου ότι η τελειότητα είναι ανέφικτη, ακόμα και όταν αποκτάς αυτό που ελπίζεις, καταλήγεις να λειτουργείς συνεχώς με κάποιο έλλειμμα.

Η χαρά, από την άλλη, ξεκινά από το σημείο που ήδη είσαι. Η χαρά ξεκινά με μία μη τέλεια ζωή και περιλαμβάνει ένα βασικό ερώτημα: Πώς μπορούμε να κάνουμε αυτή τη ζωή πιο ζωντανή, πιο διασκεδαστική, πιο γεμάτη από πράγματα που μας κάνουν να ξυπνάμε με ενθουσιασμό το πρωί;

Η ομιλία της Ingrid Fetell Lee που έγινε έμπνευση για αυτό το κείμενο: