Είναι αυτές οι μέρες που ο πιο γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος να μεταφερθείς “εκεί” είναι ένα μουσικό κομμάτι, μια μυρωδιά ή ένα σκρολάρισμα στο άλμπουμ φωτογραφιών.

Ήταν μια από αυτές τις κάπως πιο δύσκολες μέρες η αφορμή για να θυμηθώ μία από τις πιο ιδιαίτερες και όμορφες εμπειρίες που έχω ζήσει, τη σύντομη χρονικά, αλλά σαν μια ολόκληρη ζωή πνευματικά, διαμονή μου στη Νίσυρο, το περσινό καλοκαίρι.

Λόγω της επικείμενης μετακόμισης μου στο εξωτερικό, το προηγούμενο καλοκαίρι με βρήκε με περίσσιο χρόνο για σκότωμα, ο οποίος όπως ήταν λογικό δεν συνέπιπτε με αυτόν των φίλων μου. Είχα δύο επιλογές. Ή να αφήσω αυτό τον χρόνο να περάσει από πάνω μου ξυπνώντας κάθε μέρα στο αθηναϊκό μου διαμέρισμα, με το κλιματιστικό κολλημένο σε συγκεκριμένη θερμοκρασία απαραίτητη για επιβίωση και θέτοντας τον εαυτό μου σε μια διαρκή αναζήτηση για λίγο αστικό φασεϊσμό ή να κάνω κάτι ουσιαστικό με αυτόν.

Η Νίσυρος ήταν για μένα ένα προσωπικό στοίχημα και μια ζωντανή απόδειξη πως η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς και πως δεν πρέπει να χάνεις ευκαιρίες μόνο και μόνο επειδή δεν έχεις παρέα. Έτσι λοιπόν βρέθηκα κάπως αναπάντεχα σε ένα πλοίο που θύμιζε αρκετά τον Τιτανικό βάση τα μποφόρ της ημέρας, με μια παρέα αγνώστων μέχρι εκείνη τη στιγμή προσώπων, ως εθελοντικό μέλος μια ομάδας που διοργάνωνε ένα φεστιβάλ ρεμπέτικης μουσικής στο νησί.

“Έχει τρομερή ενέργεια αυτό τη νησί, θα δεις”, μου έλεγαν φίλοι και γνωστοί που είχαν επισκεφθεί ήδη αυτόν τον, όπως συνειδητοποίησα και μόνη μου, μαγικό τόπο. Πολλοί το αποδίδουν στο ενεργό (βεβαίως) ηφαίστειο του νησιού. Και δεν έχουν άδικο. Κατηφορίζοντας όλη τη βραχώδη περιοχή και περνώντας δύο από κύρια και εμβληματικά χωριά του νησιού, τον Εμπορείο και τα Νικιά, βρίσκεσαι σε ένα τοπίο απόκοσμό, φτιαγμένο από θειάφι και vibe Αριζόνας.

Η Νίσυρος είναι από εκείνα τα νησιά που σε τρεις ημέρες το πολύ, αν το θέλεις, έχεις γίνει ένα με τους ντόπιους

Δίνεις ραντεβού στον Οξό για πρωινό καφεδάκι και το βράδυ για τσίπουρα στον Αντρίκο. Όταν ψάχνεις κάποιον ξέρεις πως είτε θα είναι στα Λουτρά παίζοντας τάβλι και τρώγοντας γεμιστά στην αυλή που σχεδόν ακουμπάει τη θάλασσα ή θα πίνει μπύρες στην Όαση πριν κατηφορίσει για την Παχιά. Η Παχιά Άμμος ή αλλιώς Παχιά όπως μαθαίνεις να τη λες μετά τη δεύτερη φορά που αναφέρεσαι σε αυτή είναι η εμβληματικότερη παραλία του νησιού. Διασχίζεις ένα μονοπάτι για να πας σε αυτή που κάθε φορά σου φαίνεται όλο και πιο εύκολο.

Αν υπάρχει άλλη φορά και δεν σε αιχμαλωτίσει με την πρώτη εκεί, παίρνοντας εισιτήριο χωρίς επιστροφή. Την πρώτη φορά που πήγα σε αυτή την παραλία ένιωσα ότι έχει σταματήσει ο χρόνος, ότι είμαι στο τέλος του κόσμου, πειρατική παραλία. Ένιωσα ότι δεν θυμάμαι τα προβλήματα μου, ότι δεν έχω όνομα, ότι δεν υπάρχω κάπου εκείνη τη στιγμή, όχι με την έννοια της φυγής, αλλά με της απελευθέρωσης. Δεν είναι μόνο το τοπίο που σου κόβει την ανάσα, οι λόφοι με τη μαύρη άμμο, αλλά αυτό το αίσθημα ότι εκεί πέρα φέρνει ο καθένας τον εαυτό του και όλοι μαζί απλά υπάρχετε. Χωρίς ταμπέλες, χωρίς επικρίσεις, χωρίς ταυτότητες, αλλά κυρίως χωρίς ρούχα.

Μόνο όποιος έχει κάνει γυμνισμό σε μέρη που στηρίζουν ουσιαστικά αυτή τη φιλοσοφία και όχι απλά τη φάση, μπορεί να το καταλάβει αυτό. Οι παραλίες γυμνιστών είναι μια ωδή στο σώμα και τη φύση μας. Το σώμα με το οποίο γεννιέσαι, είναι έτσι, γυμνό, με τρίχες ή χωρίς, με διαφορετικά σχήματα και χρώματα για τον καθένα, καθόλου σεξουαλικοποιημένο. Είναι τρομερό πως όταν αρχίζεις να κάνεις γυμνισμό, μετά από λίγο δε βλέπεις τίποτα περίεργο σε αυτό, ίσα ίσα μπορεί να σου φανεί πιο περίεργη η συνθήκη που ένα κομμάτι ύφασμα εμποδίζει την άμεση επαφή σου με το υγρό στοιχείο, το πρώτο στοιχείο με το οποίο ήρθες σε επαφή στη ζωή όσο ήσουν έμβρυο.

Για δέκα ημέρες στη Νίσυρο ένιωθα ότι ζω στον παράδεισο

Δεν έχω καταλήξει αν ήταν η συνθήκη ή το νησί, επικρατέστερη απάντηση είναι πως ήταν ο συνδυασμός. Έμενα στα Λουτρά, το καλύτερο σημείο που μπορεί να επιλέξει κανείς αν θέλει να αναβαθμίσει ακόμη περισσότερο την όλη εμπειρία.

Τα Λουτρά είναι ένα μέρος που θυμίζουν παλιό οικοτροφείο. Ένα επιβλητικό νεοκλασικό κτίσμα, στο οποίο βρίσκονταν και εξακολουθούν να βρίσκονται οι ιαματικές πηγές, τις οποίες μπορείς να συνδυάσεις με τη διαμονή σου σε αυτή. Στα Λουτρά γίνεσαι κατευθείαν παρέα. Ξαναβιώνεις το συναίσθημα της 5ήμερης. Με τα άτομα που γνωρίζεις εκεί γίνεσαι για λίγες μέρες οικογένεια. “Eίναι τρομερό πως μπορεί να πας σε ένα μέρος άγνωστος και να φύγεις φίλος, συνοδοιπόρος, σύντροφος. Να ξανασυστηθείς.

Στους άλλους, αλλά κυρίως στον εαυτό σου”, είχα γράψει στο τελευταίο post της σελίδας του φεστιβάλ, όπου είχα αναλάβει την επιμέλεια των κειμένων, με τίτλο “Πράγματα που έμαθα φέτος το καλοκαίρι”. Και αυτό το λάθος θεωρώ πως κάνουμε οι άνθρωποι. Δίνουμε αξία στο μοίρασμα και στη στιγμή, μόνο αν έχει μέλλον και διάρκεια. Μπορεί να μοιραστείς πράγματα με ανθρώπους για μια ώρα/μέρα/εβδομάδα και να είναι πιο δυνατά και ουσιαστικά από άλλα που μοιράζεσαι με κάποιους για μια ζωή.

Φέτος λοιπόν το καλοκαίρι έμαθα να μην μετράω τις στιγμές σε διάρκεια, αλλά σε ένταση.

Η μουσική και οι ανθρώποι

Όλες εκείνες οι μέρες παραμονής μου στο νησί ήταν άμεσα συνδεδεμένες με την παράδοση, όπως κάθε διακοπές άλλωστε, στην Ελλάδα έχουμε πολύ έντονο αυτό το στοιχείο, όμως αυτή τη φορά με έναν τρόπο πιο τελετουργικό. Ήταν συγκλονιστικό να βλέπεις ανθρώπους από την Ινδία, την Σικελία, την Τουρκία, την Ελλάδα και πολλά άλλα μέρη να μιλάνε και να συνεννοούνται μεταξύ τους χωρίς να χρησιμοποιούν ούτε μια λέξη, μόνο με ήχους.

Να έχουν παραμάσχαλα παντού να όργανα τους, να στήνουν γλέντια από το πουθενά κάθε ώρα της ημέρας, να παίρνουν οξυγόνο από κάθε νότα. Το να συνδυάζεις ένα ταξίδι με έναν γεγονός είναι μια εμπειρία που κατά τη γνώμη μου μόνο κερδισμένο μπορεί να σε βγάλει.

Θα μάθεις κάτι, θα δοκιμάσεις τα όρια σου, θα βγεις από το comfort zone σου. Θα γνωρίσεις ανθρώπους που είτε θα γίνουν μαθήματα ζωής, είτε θα τους κρατάς στην καρδιά σου για πάντα, ακόμη και αν δεν τους ξαναδείς ποτέ. Θα αποκτήσεις φίλους. Μα κυρίως, θα αποκτήσεις τον εαυτό σου. Μέχρι να τον χάσεις πάλι και να τον ξαναβρείς.