-‘Άμα σου αρέσει ένα αγόρι” λέει “τότε θες συνέχεια να τον κοιτάς”.

-“Α, το ξέρω” της λέω. “Το έχω πάθει”

Πριν μερικά χρόνια δούλευα στο διπλανό γραφείο, με τη Σοφία. Η Σοφία, παντρεμένη με το ιδιοκτήτη της εταιρείας, είχε την άνεση να φέρνει την κόρη της στο γραφείο τα μεσημέρια. Η 5χρονη Μαρίνα περνούσε αρκετές ώρες παίζοντας σε λούπα το ”θέλω τους μαρκαδόρους μου-θέλω να φάω-θέλω τσίσα”. Η Μαρίνα ήταν πέντε και πήγαινε στο νηπιαγωγείο. Εγώ ήμουν τριάντα και μέσα στο κεφάλι μου επικρατούσε το χάος.

Κάποιο από αυτά τα μεσημέρια η μικρή Μαρίνα είχε γυρίσει από τον παιδικό σταθμό ερωτευμένη με τον συμμαθητή της τον Στέφανο. Η δασκάλα είχε πει στη μαμά της πως στα διαλείμματα κρατιούνται χέρι χέρι, πως κάθε μέρα μοιράζονται το δεκατιανό τους και πως κάθε φορά που η Μαρίνα του χαϊδεύει τα μαλλιά, τα μαγουλά του κοκκινίζουν.

”Έχει ωραία μάτια και κάνει πολλά αστεία για να γελάμε” μου εξήγησε ενώ μασουλούσε μία μπανάνα.

“Χαίρομαι που σε κάνει να γελάς” της είπα. “Και εσύ να βρεις κάποιον με ωραία μάτια αλλά χωρίς μούσια γιατί θα σε γρατσουνάνε” με συμβούλευσε.

“Α, ξέρω” σκέφτηκα “Το έχω πάθει”

Μόλις τελείωσε το φρούτο της η γκουρού της αγάπης ζωγράφισε μία μεγάλη καρδιά με κόκκινο μαρκαδόρο. “Μαρίνα για τον Στέφανο είναι η καρδιά;” τη ρώτησε η μαμά της.

“Ναι μαμά. Ο Στέφανος μου είπε πως αν κοιταχτούμε βαθιά στα μάτια, τότε θα είναι σαν να έχουμε παντρευτεί για πάντα”

“Α, ξέρω” είπα “Το έχω πάθει και εγώ”

“Θες να σε βοηθήσω να γράψεις το όνομα σου δίπλα στην καρδιά;” τη ρώτησα και κάναμε ένα μεγάλο Μαρίνα, κάθε γράμμα και άλλο χρώμα.  “Μαρίνα” της είπα “μη βιαστείς να κοιταχτείς βαθιά στα μάτια. Αύριο μεθαύριο μπορεί να σου αρέσει κάποιο άλλο αγόρι και να αλλάξεις γνώμη”

“Όταν μεγαλώσουμε θα σπουδάσουμε μαζί και μετά θα κάνουμε μωρά” μου αποκάλυψε το σχέδιό τους.

“Α, ξέρω” είπα. “Το έχω σκεφτεί και εγώ”

Η Μαρίνα ήρθε πολλά μεσημέρια στο γραφείο εκείνη τη χρονιά. Με μπουφάν, με κασκόλ, με γάντια, βρεγμένη από τη βροχή και χιονισμένη. Με σημαιάκι 28ης Οκτωβρίου, με σκουφί του Άγιου Βασίλη, ντυμένη Άριελ της Απόκριες και με κοντομάνικο, σορτς και μαγιώ πισίνας, αργότερα προς το τέλος της χρονιάς. Περάσαμε πολλά μεσημέρια με μπανάνες για απογευματινό και κανένα κομματάκι σοκολάτα στην κουζίνα του γραφείου, κρυφά από τους υπόλοιπους.

Ένα μεσημέρι πριν τις διακοπές ένα ολόκληρο γραφείο, ένα ολόκληρο πρωινό ψάχναμε να βρούμε τον τρόπο να ανακοινώσουμε στη Μαρίνα πως τη νέα χρονιά δεν θα είναι στο ίδιο σχολείο ο Στέφανος. Θα της προτείναμε να του φτιάξει μία μεγάλη ζωγραφιά για να τη θυμάται.

“Η αγάπη νικάει τα πάντα, δεν το ξέρετε; Θα γελάμε με τα αστεία του όταν σπουδάζουμε” μας αποστόμωσε η Μαρίνα, κρατώντας κάτι κεράσια σε ένα μπολ.

Η Μαρίνα φέτος πηγαίνει στη Γ’ Δημοτικού και μόλις σήμερα, πριν γράψω αυτό το κείμενο που πήρα τηλέφωνο τη μαμά της έμαθα: “Α, δεν στα έχουμε πει. Ο Στέφανος είναι ξανά στο ίδιο σχολείο και κάθε μεσημέρι γυρίζουν με το ίδιο σχολικό.”

Mάθε μας ρε Μαρίνα.