Οι φίλες μου δεν βγαίνουν πια – κι αυτό με κάνει να τις αγαπάω ακόμα περισσότερο. Όχι γιατί εγκατέλειψαν την ιδέα του έξω, αλλά γιατί άρχισαν να διαλέγουν καλύτερα το πώς περνούν τον χρόνο τους. Δεν τις βλέπω πια κάθε Σάββατο έξω, δεν υπάρχουν πια αυθόρμητα βράδια με κραγιόν στην τσάντα και ”να πάρουμε λίγο αέρα” στο μπαλκόνι κάποιου μπαρ. Υπάρχουν όμως προσκλήσεις για δείπνο στο σπίτι, group chats που συζητούν τι γλυκό θα φέρει η καθεμία, και βραδιές όπου απλώς μένουμε με τις φόρμες και μιλάμε για όλα εκείνα που δεν λέγονται στα βιαστικά brunch.

Ένα ένα, τα κορίτσια μου έγιναν πιο επιλεκτικά. Δεν αρνούνται τη διασκέδαση. Την ορίζουν αλλιώς. Θέλουν να βλέπουν ανθρώπους που τις γεμίζουν, να μιλούν με ουσία, να πηγαίνουν σε μέρη που νιώθουν οικεία και ασφαλή. Ένα καλό κρασί στο σπίτι με δύο φίλες τους δίνει περισσότερη χαρά από δέκα stories με κοκτέιλ σε κάποιο νέο opening.

Στην αρχή μου έλειπε εκείνη η φρενίτιδα του παρελθόντος. Τα πολλά, τα γρήγορα, τα μαζικά. Τώρα, εκτιμώ τη σιωπή, το βλέμμα που καταλαβαίνει χωρίς να πούμε πολλά, το ότι δεν χρειαζόμαστε πια αφορμές για να βρεθούμε – μας αρκεί ότι υπάρχουμε η μία για την άλλη.

Η φιλία στην ενήλικη ζωή μοιάζει με σπίτι: δεν είναι πάντα φωτεινή, δεν είναι πάντα τέλεια, αλλά είναι εκεί. Είναι σταθερή. Και ναι, μπορεί να μην «βγαίνουμε» όπως παλιά, αλλά βρισκόμαστε με πιο αυθεντικό τρόπο. Μοιραζόμαστε προβληματισμούς, σιωπές, κρασί, φαγητό, μυστικά – όλα λίγο πιο αληθινά.

Αυτό δεν σημαίνει ότι κάτι χάσαμε. Σημαίνει απλώς ότι μεγαλώσαμε. Κι αν οι φίλες μου βγαίνουν πιο σπάνια, είναι επειδή προσέχουν περισσότερο το μέσα τους. Και μέσα σε όλα αυτά, με κάνουν να τις αγαπάω ακόμη πιο πολύ.

Δεν είναι «τέλος εποχής». Είναι κάτι καινούριο

Αν με ρωτούσες πριν μερικά χρόνια, θα έλεγα ότι το να σταματήσει η παρέα μου να βγαίνει σημαίνει ότι απομακρυνόμαστε. Ότι «χάνουμε τη φλόγα». Ότι κάτι δεν πάει καλά. Όμως όχι. Το να μη βγαίνουμε πια, δεν σημαίνει ότι δεν αγαπιόμαστε. Σημαίνει ότι έχουμε περάσει σε μια άλλη φάση – πιο ήσυχη, πιο ειλικρινή, πιο ρεαλιστική.

Η φιλία δεν έχει μόνο φώτα, μουσική και κρασιά. Έχει και ηχητικά στο WhatsApp στις 7 το πρωί. Έχει και «πήρα αυτό το συμπλήρωμα και με βοήθησε πολύ, δες το». Έχει και “σήμερα δεν θέλω να μιλήσω αλλά ήθελα να σου πω ότι σε σκέφτομαι”.

Οι έξοδοι δεν μας ξεκουράζουν όπως παλιά. Μας κουράζουν. Κι αυτό δεν είναι κακό. Είναι έντιμο. Γιατί τώρα πια δεν βγαίνουμε επειδή «έτσι πρέπει». Δεν ανταγωνιζόμαστε ποια έχει την πιο φορτωμένη κοινωνική ζωή. Δεν έχουμε FOMO – έχουμε ανάγκη από ησυχία, απλότητα, λίγο χρόνο που δεν χρειάζεται να τον εξηγήσεις σε κανέναν.

Κι έτσι, αρχίσαμε να προτιμάμε τον καναπέ. Τις βραδιές με delivery και μια σειρά που δεν θα προλάβουμε να τελειώσουμε. Τις συναντήσεις στις 6 το απόγευμα με ρόφημα αντί για κρασί. Τις εξομολογήσεις χωρίς make up. Και – κυρίως – τη σιωπή που δεν είναι αμήχανη, αλλά φιλική.

Υπάρχει κάτι πολύ τρυφερό στο να βλέπεις τις φίλες σου να επιλέγουν πια την εσωτερική τους ισορροπία αντί για κοινωνική «παρουσία». Στο να μην ζητούν από τον εαυτό τους να είναι “fun”, “on”, “έτοιμες για όλα”. Στο να σε συναντούν όπως είναι – κουρασμένες, απλές, αληθινές.

Κι εσύ, αντί να παραξενεύεσαι ή να το παίρνεις προσωπικά, το αναγνωρίζεις. Και συγκινείσαι. Γιατί ξέρεις πια ότι η φιλία δεν αποδεικνύεται στις φωτογραφίες. Αποδεικνύεται στη σταθερότητα. Στην αμοιβαία κατανόηση. Στο ότι μπορεί να μην μιλήσετε για δέκα μέρες – και όταν ξαναμιλήσετε, δεν χρειάζεται να εξηγηθείτε.

Παλιά, μετρούσαμε τις φίλες από το πόσο γελούσαμε μαζί. Από το πόσο ωραίες στιγμές περνούσαμε. Τώρα τις μετράμε αλλιώς. Από το πόσο ασφαλείς νιώθουμε. Από το πόσο μπορούμε να είμαστε εμείς. Από το πόσο μπορούν να μας αγαπήσουν ακόμα κι όταν δεν είμαστε “the best version of ourselves”. Και κάπου εκεί, αντιλαμβάνεσαι ότι αυτό που κερδίζεις δεν είναι λιγότερο – είναι περισσότερο. Δεν είναι φτωχότερο – είναι πιο βαθύ. Δεν είναι βαρετό – είναι οικείο.

Δεν ακυρώνουμε ραντεβού. Ακυρώνουμε τις προσδοκίες που δεν χρειαζόμαστε πια

Η αλήθεια είναι ότι η φιλία μετά τα 30 ή τα 35 έχει άλλη χημεία. Δεν είναι ενθουσιώδης – είναι θεμέλιο. Δεν είναι καθημερινή – είναι δεδομένη. Και γι’ αυτό είναι τόσο πολύτιμη.

Μπορεί να μην θυμάσαι πότε βγήκατε τελευταία φορά όλοι μαζί. Αλλά θυμάσαι πότε σε στήριξαν χωρίς να το ζητήσεις. Πότε σου έστειλαν ένα άρθρο που σε αφορούσε. Πότε σου έγραψαν “σε σκέφτομαι” ακριβώς όταν το είχες ανάγκη.

Μπορεί να μην έχετε φωτογραφίες από πάρτι – αλλά έχετε φωνές στο τηλέφωνο με δάκρυα. Έχετε μήνυμα στις 11 το βράδυ με το πιο απλό και πιο σημαντικό: “είμαι εδώ αν θες να μιλήσεις”.

Κάποτε, προσπαθούσαμε να μοιάσουμε σε παρέες από σειρές – να είμαστε σαν τα «Φιλαράκια» ή το «Sex and the City». Τώρα, μοιάζουμε περισσότερο με μια πιο αληθινή version του εαυτού μας. Μια παρέα που ξέρει ότι η φιλία δεν είναι η έξοδος – είναι η επένδυση χρόνου, ακόμα κι όταν αυτός ο χρόνος μοιάζει «λίγος».

Γιατί έχει σημασία ότι κάποια σου έστειλε φωτογραφία από το φαγητό που έφτιαξε. Γιατί έχει σημασία που προτείνεις podcasts μεταξύ σας. Γιατί έχει σημασία που, ακόμα και όταν δεν μπορείτε να βρεθείτε, υπάρχει ένα «δίκτυο» από μικρές κινήσεις που λένε: “είμαστε εδώ”.

Δεν έχουμε απομακρυνθεί. Έχουμε μεταμορφωθεί

Δεν είμαστε πια η εκδοχή της φιλίας που ήμασταν στα 20. Και ευτυχώς. Γιατί τώρα, μας αγαπάμε χωρίς εξηγήσεις. Μας αγαπάμε χωρίς το hype. Χωρίς ντροπή, χωρίς επίδειξη, χωρίς φίλτρα.

Οι φίλες μου δεν βγαίνουν πια. Κι εγώ δεν τις αγαπάω λιγότερο. Τις αγαπάω πιο καθαρά. Γιατί – μέσα στην απόσταση, στην κούραση, στο «δεν προλαβαίνω» – υπάρχει μια πίστη: ότι, όποτε και αν χρειαστώ κάποιον, εκεί θα είναι.

Κι αυτό, είναι η πιο δυνατή δήλωση αγάπης που έχω δει ποτέ. Μπορεί να μην είμαστε πια οι κολλητές του Σαββατόβραδου, αλλά είμαστε κάτι πιο μεγάλο: είμαστε η συνήθεια που δεν χρειάζεται εξήγηση. Η σιγουριά ότι κάποιος σε σκέφτεται, ακόμα κι όταν δεν σε βλέπει.