imodatisypervolissavoirville

Αρκετά συχνά τα αισθητικά πρότυπα του καθενός μας, τείνουν να δοκιμάζονται κάθε φορά που οι σελίδες περιοδικών μόδας και οι διεθνείς πασαρέλες παρουσιάζουν με τον τρόπο που μόνο η μόδα γνωρίζει, τις νέες συλλογές. Ουσιαστικά, στη συγκεκριμένη αυτή χρονική περίοδο, γινόμαστε μάρτυρες μιας νέας οπτικής αντίληψης, της οποίας οι λεπτομέρειες συνθέτουν σταδιακά την “συνολική εικόνα”. Παρατηρώντας μια τέτοια “εικόνα”, ο κάθε ένας από εμάς έρχεται αντιμέτωπος με μια σειρά από ερμηνείες και εκδοχές, που είτε είναι αποτέλεσμα προσωπικού προβληματισμού είτε υιοθετημένες αυτούσια από κάποιο οικείο πρόσωπο.

Η άμεση και πλήρης αποστροφή που στιγμιαία ένιωθε ο “κάθε” αναγνώστης, για τις στιλιστικές ιδέες που εφαρμόζονταν για τις ανάγκες τις φωτογράφισης, αποτελούσαν σαφή ένδειξη ενός “ασυνήθιστου” θεάματος. Κυριολεκτικά κάθε νέο ενδυματολογικά και τα αισθητικά πρότυπο, αναστατώνει τα ιστορικά “κεκτημένα”, τινάζοντας έτσι στον αέρα κάθε υπάρχουσα απαρχαιωμένη ιδέα γύρω από το στιλ και την ομορφιά. Αρκετά συχνά το στοιχείο της “υπερβολής”, αποτελεί αγαπημένη περιγραφική λέξη τόσο για τα χείλη, όσο και για τα μολύβια των παρευρισκομένων, που καλούνται να γίνουν οι “μετασχηματιστές” μιας περισσότερο εκλαϊκευμένης στιλιστικά είδησης, για το ενδιαφερόμενο κοινό.

Ωστόσο στο σημείο αυτό, αξίζει να υπογραμμίσουμε την επικριτική φιλοσοφία που ασκείται, έχοντας διαφορετική προσέγγιση και ένταση, ανάμεσα στα ρούχα που παρουσιάζονται στο κοινό μέσα από τα top models, και σε εκείνα που ενσωματώνονται στον τρόπο ζωής του “διπλανού” μας. Ποιος ο λόγος που η αντίληψή μας μεταβάλλεται όταν μια “ασυνήθιστη” ή “εκκεντρική” εμφάνιση μεταφέρεται αυτούσια από τις σελίδες ενός περιοδικού, στο σώμα ενός φίλου; Τι μεσολαβεί και διαβρώνει κάθε νέα πρόταση, που αν μη τι άλλο, διευρύνει την υπάρχουσα συνειδητότητα που επικρατούσε μέχρι πρότινος;

Ο όρος της υπερβολής περιγράφει κάτι περισσότερο από αυτό που “πρέπει”. Στη δική μας χρονική περίοδο, ο μέσος άνθρωπος τείνει να αναζητά διαρκώς κάτι το περισσότερο, μέσα από το ένστικτο που τον διακατέχει να εξελίσσεται διαρκώς. Προσπαθεί ασταμάτητα να αποκαλύψει κάθε κενό, κάθε έλλειψη και κάθε αδυναμία που κουβαλάει μέσα του, καταγγέλλοντας έτσι την έλλειψη προετοιμασίας σχετικά με την απελευθέρωση από τα κεκτημένα του. Η υπερβολή ανάλογα από την οπτική γωνία που ο καθένας θα επιλέξει να τη δει, αντικατοπτρίζει είτε το διαβατήριο ενός πρωταθλητή για το νέο ατομικό του ρεκόρ, είτε τροφή σχολιασμού για όσους αρνούνται να εγκαταλείψουν τη θέση του θεατή, και να πάρουν μέρος στο “παιχνίδι”.

Ίσως το θέμα να εντοπίζεται στη διαφορά ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη, του ισχυρίζομαι και του πράττω, του σκέφτομαι και υλοποιώ, ανεξάρτητα αν η “δημιουργία” μας βρίσκεται ασφαλής πίσω από το τζάμι μιας βιτρίνας, είτε “δοκιμάζεται” χωρίς προφυλάξεις από τις αντιδράσεις, τα βλέμματα και την αφή των γύρω ανθρώπων. Εκεί όπου το να επιλέξεις να μείνεις αισθητικά και αντιληπτικά ίδιος, αρνούμενος να “δράσεις” παρ’όλη τη γνώση που έχεις αποκτήσει για τις “νέες τάσεις” που επικρατούν, ίσως αποτελεί μια μορφή υπερβολικής επανάπαυσης.

Το να υπερβάλλει άλλωστε κανείς στον τρόπο που ντύνεται, δεν διαφέρει καθόλου από τον τρόπο με τον οποίο εκφράζεται και επικοινωνεί στην καθημερινή του ζωή. Ο χαρακτήρας του κάθε ανθρώπου, σκιαγραφείται κατά κύριο λόγο από το πλήθος και την ένταση των υπερβολών που τον χαρακτηρίζουν. Η ίδια η μόδα καθορίζεται και κρίνεται από την ένταση της υπερβολής που θα καταφέρει να εμφυσήσει, σε όσους από εμάς εξακολουθούν να έχουν ως δόγμα, τη μονοδιάστατη προσέγγιση της άνεσης και της πρακτικότητας.