Την ίδια μέρα, τρεις εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι, σε τρεις διαφορετικές συζητήσεις, συμφώνησαν σε κάτι σπάνιο: ότι έχουμε εντελώς λάθος εικόνα για τον εαυτό μας. Η παιδική μου φίλη Φωτεινή, η Μικαέλα που ισχυρίζεται ότι διάβαζε κείμενα του blog μου το 2011 όσο ήταν στο 140 για να πάει στη σχολή και η ψυχολόγος μου (που πλέον με κοιτάει με το βλέμμα “δεν κουράστηκες ακόμα με τις ίδιες ερωτήσεις;”).
Κάποιοι από εμάς νομίζουμε ότι είμαστε ανεπαρκείς, κάποιοι ότι είμαστε κάτι ανάμεσα σε Beyoncé και Διονύση Σαββόπουλο. Προσωπικά, περνάω φάσεις που πιστεύω ότι έχω κάτι σημαντικό να πω, και μετά αμέσως σκέφτομαι “πάλι βλακείες έγραψες”.
Το κοινό σημείο όλων; Ότι μάλλον κανείς μας δεν έχει εντελώς δίκιο. Και νομίζω πως αυτό είναι σχεδόν ανακουφιστικό.
Η αυτοεικόνα είναι σαν τον καθρέφτη του ασανσέρ
Τι είπε η ψυχολόγος: Αν κάτσεις απέναντι από τον εαυτό σου και προσπαθήσεις να πεις «ποιος είμαι;», είναι πολύ πιθανό να απαντήσεις με όρους που δεν ανήκουν σε εσένα. Να περιγράψεις μια ταυτότητα που έχτισες για να νιώθεις κάπως ασφαλής. Ή για να επιβεβαιώνεις ξανά και ξανά έναν μύθο που κουβαλάς από παιδί.
«Δεν είμαι καλός με τους ανθρώπους». «Όλοι με παρεξηγούν». «Αν δεν προσπαθώ διαρκώς, θα με ξεχάσουν». Αυτό που νομίζεις για εσένα, είναι ένα παζλ από στιγμές όπου ένιωσες ανεπαρκής, στιγμές που σε αποθέωσαν, στιγμές που μπέρδεψες την αποδοχή με την αγάπη.
Για σκέψου το: κοιτάς τον εαυτό σου σ’ έναν καθρέφτη που αλλοιώνει λίγο την εικόνα. Κάποιες μέρες σε δείχνει πιο fit απ’ όσο είσαι. Άλλες, πιο εξαντλημένο από ποτέ. Έτσι ακριβώς είναι και η εσωτερική μας ματιά. Δεν είναι κάθε μέρα ίδια.
Η φωνή στο κεφάλι μας που χρειάζεται coaching
Η εσωτερική μας φωνή είναι λίγο σαν φίλη από το γυμνάσιο: με τις καλύτερες προθέσεις, αλλά συχνά λέει βαριές κουβέντες. Άλλοτε σε αποκαλεί loser με τόση φυσικότητα, λες και παραγγέλνει καφέ κι άλλοτε σε ανεβάζει στα ουράνια επειδή απλά έβαλες πλυντήριο με μαλακτικό που μυρίζει ωραία.
Ζούμε με αυτή τη φωνή καθημερινά, και κάπου στην πορεία την πήραμε πολύ στα σοβαρά. Μας είπε ότι δεν αξίζουμε, και το σημειώσαμε. Και το πιο ύπουλο; Πολλές φορές αυτή η φωνή μιλάει με τόνο… ρεαλιστικό. Ψιθυρίζει κάτι σαν “κοίτα να δεις, απλά δεν είσαι αρκετός”. Και τότε την πιστεύεις.
Μερικοί από εμάς είμαστε επαγγελματίες στο να υποτιμάμε τον εαυτό μας. Πιστεύουμε ότι δεν είμαστε αρκετά έξυπνοι, αρκετά ενδιαφέροντες, αρκετά επιτυχημένοι. Λες και κάποιος μάς έχει δώσει ένα excel ζωής που πρέπει να συμπληρώσουμε σωστά. Κάποιοι από εμάς ζούμε με μια σχεδόν εφηβική υπερβολή: «Αν με άφηναν να βγω μπροστά, όλα θα πήγαιναν καλύτερα». Η γνωστή ατάκα «δεν καταλαβαίνουν την αξία μου» γίνεται εσωτερικό soundtrack. Και ναι, ίσως κάπου έχουν δίκιο. Αλλά όχι παντού.
Spoiler alert: ούτε εμείς ξέρουμε ποιοι είμαστε. Ειδικά όταν είμαστε κουρασμένοι, αγχωμένοι ή όταν συγκρίνουμε τον εαυτό μας με έναν άνθρωπο που έχει άλλη ζωή, άλλη ψυχοσύνθεση και –ας μην το ξεχνάμε– άλλο feed.
Κι όμως, επιμένουμε να μιλάμε στον εαυτό μας με απόλυτους όρους: Είμαι αδύναμος, δεν είμαι καλός σε τίποτα, όλα μου πάνε λάθος, δεν κάνω ποτέ λάθος, με φοβούνται γιατί είμαι too much, δεν με φτάνει κανείς -αυτό το τελευταίο είναι το αγαπημένο μου.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις: δεν είναι ότι λέμε συνειδητά ψέματα στον εαυτό μας ή στους άλλους. Είναι ότι απλώς ξεχνάμε να είμαστε ευγενικοί με την αλήθεια. Και η αλήθεια είναι ότι… είμαστε απλώς άνθρωποι. Ούτε για βραβείο αυτογνωσίας πας, ούτε για βραβείο ανασφάλειας. Το πιθανότερο είναι ότι είμαστε κανονικοί άνθρωποι που κάνουν ό,τι μπορούν με τα τραύματα, τα βιώματά τους και τα λάθη τους και τα σωστά τους.
Οι πιο αληθινοί άνθρωποι είναι αυτοί που δεν είναι σίγουροι για τον εαυτό τους – και δεν τους πειράζει και καθόλου
Όσοι έχουμε μια μικρή αμφιβολία για το ποιοι είμαστε, είμαστε συνήθως και λίγο πιο παρόντες. Λίγο πιο πρόθυμοι να ακούσουμε. Λίγο πιο τρυφεροί με τα λάθη. Λίγο πιο διαθέσιμοι για αλλαγή.
Δεν χρειάζεται να είμαστε κάτι ξεχωριστό, αρκεί να είμαστε αληθινοί. Η εποχή μας πιέζει με το “να είσαι μοναδικός”, “να ξεχωρίζεις”, “να κάνεις θόρυβο”. Και κάπου εκεί, ξεχνάμε πόση γοητεία έχει η ηρεμία.
Δεν χρειάζεται να αποδείξουμε ότι είμαστε οι πιο fun, οι πιο βαθυστόχαστοι, οι πιο επιτυχημένοι ή οι πιο θεραπευμένοι άνθρωποι στο δωμάτιο. Αν είμαστε, καλώς. Αν δεν είμαστε, καλύτερα. Η σιωπηλή αυτοπεποίθηση είναι κάτι που νιώθεις όταν δεν χρειάζεται να υπερασπιστείς τίποτα.
Για να καταλήξουμε κάπου, μάλλον δεν είμαστε ούτε οι χειρότεροι και μάλλον δεν είμαστε ούτε και οι καλύτεροι. Και μπράβο μας για την ισορροπία αυτή.
Στο κάτω κάτω αν θέλουμε να μάθουμε ποιοι είμαστε, ας ρωτήσουμε κάποιον που μας αγαπά
Αν μπορούσαμε να δούμε τον εαυτό μας όπως τον βλέπει κάποιος που μας αγαπάει λίγο παραπάνω –ίσως και λίγο πιο καθαρά από εμάς– θα καταλαβαίναμε πόσο λάθος είμαστε όταν αυτομαστιγωνόμαστε. Αλλά και πόσο λίγο πιο ταπεινοί χρειάζεται να είμαστε όταν νομίζουμε πως είμαστε το κέντρο του σύμπαντος.
Δεν είμαστε για βραβείο αυτογνωσίας, ούτε για βραβείο ανασφάλειας. Μάλλον είμαστε κάτι ενδιάμεσο, που κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί χωρίς manual. Ένα google doc με τίτλο “πως να είσαι ενήλικος”, γεμάτο σβησμένες παραγράφους και ανενεργά links.
Και όχι, δεν εννοώ να ψάξουμε την επιβεβαίωση αλλά να ζητήσουμε να μας πουν, χωρίς φίλτρα, τι βλέπουν όταν μας κοιτάζουν. Τι βλέπουν: στις λέξεις μας, στις σιωπές μας, στο βλέμμα μας όταν δεν προσπαθούμε.
Μπορεί να μας εκπλήξει το πόσο αληθινοί μπορεί να είμαστε όταν δεν προσπαθούμε να είμαστε κάτι. Και κάπου εκεί –σε αυτή την ήπια, καθαρή παραδοχή ότι «μπορεί να μην ξέρω ποιος είμαι, αλλά προσπαθώ να είμαι λίγο καλύτερος»– βρίσκεται όλη η ομορφιά του να είμαστε άνθρωποι.