Ο Τζορτζ Μάικολ πήγε και πέθανε Χριστούγεννα. Κανονικά, με την κυριολεκτική έννοια της λέξης “πεθαίνω”. Πέθανε κανονικά. Έζησε πεθαίνοντας το “last Christmas”. Ειρωνεία; Από αυτές που είναι τραγικές; Σύμπτωση; Από αυτές που ειναι τραγικές; Ο Τζόρτζ Μάικολ πήγε και πέθανε χριστουγεννα. “Πίσφουλι”, όπως έλεγε η ανακοίνωση, στον ύπνο του. Ο Τζόρτζ Μάικολ πήγε και πέθανε Χριστούγεννα. Κανονικά. Κι ίσως να είναι αυτός ένα ακόμα λόγος να μισούμε τα Χριστούγεννα όσοι τα μισούμε ήδη, ή να φέρνουν πια μια αμυδρή έστω μελαγχολία σε όσους δεν τα μισούν ήδη. Μισώ τα Χριστούγεννα. Και σαν κι εμένα πολλοί τα μισούν. Συνήθως όσοι μισούμε τα Χριστούγεννα ή τα αντιπαθούμε είναι γιατί τα έχουμε συνδέσει με κάποια απώλεια. Ή με κάποια απουσία. Τα Χριστούγεννα λέει είναι η γιορτή του “μαζί”, “μαζί” με ανθρώπους. Εμείς και άλλοι. Μαζί. Πώς να αγαπήσουμε όμως τα Χριστούγεννα όταν τα έχουμε συνδέσει με ένα “μαζί”, που όμως κάποιος λείπει; Είτε γιατί το διάλεξε εκείνος είτε γιατί το διάλεξε ο θάνατος. Μισό “μαζί”, “μαζί” χωρίς απαρτία. Και καθόμαστε και κοιτάμε φωτογραφίες, και περιμένουμε ένα τηλέφωνο να χτυπήσει που δεν χτυπάει, ένα μήνυμα να έρθει που δεν έρχεται. Και πεθαίνουμε τα Χριστούγεννα. Μέσα μας, όχι κανονικά. Ο Τζόρτζ Μάικολ πήγε και πέθανε Χριστούγεννα. Κανονικά. Κι εμείς καθόμαστε και πεθαίνουμε μέσα μας και δεν βγαίνουμε έξω στον δρόμο να βρούμε αυτό που μας λείπει. Να του πούμε “Mου λείπεις. Και δεν με νοιάζει αν σου λείπω κι εγώ. Με νοιάζει να σου πω ότι μου λείπεις. Να το πω σε εσένα κοιτάζοντας εσένα όχι το χριστουγεννιάτικο δέντρο απέναντι μου και να αναβοσβήνω τα λαμπάκια. Θέλω να σε κοιτάω και να σου πω τι θέλω. Από εσένα, από εμένα, από την ζωή. Να κοιτάω εσένα και να σου πω συγγνώμη, σε ευχαριστώ, σε αγαπάω. Να με βλέπεις όταν σου λέω ότι είμαι άνθρωπος και έκανα λάθη και θα κάνω κι άλλα. Γιατί είμαι άνθρωπος. Όπως είσαι κι εσύ. Και έχουμε ανάγκη τα ίδια πράγματα. Το “μαζί”. Θες αυτό το μαζί όσο ζούμε; Θες αυτό το “μαζί” πριν πεθάνουμε κανονικά; Θες να σταματησούμε να ζούμε σαν πεθαμένοι; Θες να σκεφτούμε πως μπορεί και να είναι τα τελευταία χριστουγεννα μας; Θες να βάλουμε στο μυαλό μας πως η ζωή δεν είναι για πάντα και πως μπορεί αύριο να μην έχουμε την ευκαιρία να σε βλέπω και να με βλέπεις, να σου μιλάω και να μου μιλάς; Θες να καταλάβουμε κάποια στιγμή πως δεν μπορούμε να φέρουμε πίσω αυτούς που πέθαναν για να τους μιλήσουμε αλλά μπορούμε να μιλήσουμε μεταξύ μας πριν πεθάνεις εσύ ή εγω; Κανονικά; Θες να δούμε ο ένας τον άλλο κατάματα; Θες να δεις την αλήθεια μου και εγώ την δική σου; Θες να πούμε τι φοβόμαστε; Θες να αγαπήσουμε μαζί τα Χριστούγεννα;” Μπορεί να θέλει. Μπορεί και να μην θέλει. Αλλά ίσως αυτό να είναι τα Χριστούγεννα κάτω από το γκλίτερ και τους κουραμπιέδες. Το να μάθεις τι θέλει ο άλλος και ο άλλος να μάθει τι θέλεις εσύ. Μαζί. Ο τζορτζ μαικολ πήγε και πέθανε χριστουγεννα. Κανονικά. Κι εμείς πεθαίνουμε μεταφορικά χωρίς να καταλαβαίνουμε πως οι άνθρωποι μπορεί να πεθάνουμε χριστουγεννα, σήμερα, αύριο, τώρα. Και πως μπορεί να μην προλάβουμε να πούμε όσα θέλουμε, να τραγουδήσουμε μαζί, να περπατήσουμε μαζί. Να χωριστούμε μαζί. Κι εμείς πεθαίνουμε μεταφορικά περιμένοντας ενα τηλέφωνο που δεν χτυπάει, ένα μήνυμα που δεν έρχεται, έναν άνθρωπο που λείπει. Σήμερα είναι 26 Δεκεμβρίου. Δεν ξέρω, αλλά ελπίζω πως ίσως έχουμε χρόνο να σταματήσουμε να πεθαίνουμε μέσα μας τα χριστουγεννα. Κι ας δώσουμε την καρδιά μας σε κάποιον που θα την πετάξει. Κάποιος θα θέλει να την κρατήσει. Όσο είναι ακόμα ζωντανή.