– Να σου δείξω τι τατουάζ θέλω να κάνω;

– Να μου δείξεις.

– Να, αυτό.

– Μια καρδιά με χρυσές φλέβες;

– Θα μπορούσε να είναι και αυτό, αλλά βασικά είναι μια καρδιά με χρυσές ενώσεις, εκεί που έχει σπάσει.

– Χρυσές ενώσεις…

– Ναι, σαν χρυσή συγκόλληση, εκεί που ήταν σπασμένη.

Και κάπως έτσι, άκουσα για πρώτη φορά στην ζωή μου από την Μελίτα την τέχνη του “kinstugi” που δεν την ήξερα. Μου φάνηκε εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αυτή η χρυσή επανένωση, αυτή η χρυσή συγκόλληση. Έψαξα και έμαθα λοιπόν την ιστορία του “kinstugi” που χάνεται στα βάθη των αιώνων.

ab0b47003e5b5d4709264a3bb002cdbd
Τ. J. Volinis

Ο μύθος θέλει – ή η ιστορία, πάντα είναι λεπτή αυτή η διαχωριστική γραμμή μύθου και ιστορίας- μια φορά και έναν καιρό να ζούσε ένας βασιλιάς στην Ιαπωνία. Αυτός ο βασιλιάς λοιπόν είχε την αγαπημένη του κούπα που έπινε τσάι. Μια μέρα η κούπα αυτή έσπασε και ο βασιλιάς στεναχωρήθηκε πολύ. Δεν ήθελε να πίνει το τσάι του σε κάποια άλλη κούπα, καινούργια, πιο όμορφη ίσως και πιο ανθεκτική.

Την έστειλε λοιπόν για επιδιόρθωση.

Όταν του την επέστρεψαν, ο βασιλιάς δεν ικανοποιήθηκε από το αποτέλεσμα. Η αγαπημένη του κούπα είχε συγκολληθεί άτσαλα και άσχημα. Οι ρωγμές του σπασίματος ήταν ακόμα φανερές αλλά είχαν συγκολληθεί με τέτοιο τρόπο που το αποτέλεσμα ήταν άσχημο.

Δεν είναι οτι ο βασιλιάς απαιτούσε να μην φαίνονται οι ρωγμές, αλλά ήθελε να φαίνονται όμορφα, καλλιτεχνικά, περίτεχνα και να είναι όσο το δυνατόν πιο σίγουρος οτι η αγαπημένη του κούπα δεν θα ξανασπάσει.

Έβαλε λοιπόν τους ανθρώπους του να βρουν κάποια καλύτερη λύση για την πληγωμένη, σπασμένη του κούπα.

Και εκείνοι βρήκαν.

Χρησιμοποίησαν χρυσό για να ντύσουν τις ρωγμές.

Και ο βασιλιάς ενθουσιάστηκε.

Κρατούσε πάλι στε χέρια του την αγαπημένη του πληγωμένη, σπασμένη κούπα. Με τις ρωγμές της να φαίνονται, να θυμίζουν το σπάσιμο της. Μόνο που αυτή την φορά η κούπα του ήταν πιο όμορφη και πιο δυνατή. Κι ας είχε σπάσει.

Και κάπως έτσι ανακαλύφθηκε το “kinstugi”. Από την ανάγκη ενός ανθρώπου να κάνει πιο γερό και πιο όμορφο κάτι αγαπημένο του που είχε σπάσει.

Από την ανάγκη του να επιδιορθώσει και όχι να πετάξει κάτι σπασμένο. Κι ας ήταν αυτό μια κούπα.

Σκέφτηκα πόσες “κούπες” σπάμε ή μας σπάνε στην ζωή μας.

Πολλές.

Πόσα δάκρυα έχουμε χύσει, πόση στεναχώρια έχουμε νιώσει για κάτι δικό μας που σπάσαμε, που μας έσπασαν. Πόσο θυμό και θλίψη έχουμε νιώσει για όλα τα σπασμένα της ζωής μας.

Σπασμένες “κούπες”, σπασμένες καρδιές, σπασμένα νεύρα, σπασμένες προσπάθειες, σπασμένες προσδοκίες, σπασμένα όνειρα, σπασμένες μέρες, σπασμένες νύχτες, σπασμένες αντοχές, σπασμένες σχέσεις. Σπασμένα αντικείμενα. Σπασμένοι άνθρωποι. Σπασμένες σχέσεις.

Που τις πιο πολλές φορές τα πετάμε. Ή τα κρύβουμε σε ένα ντουλάπι, μέσα μας, για να μην τα βλέπουμε, για να μην μας θυμίζουν πως κάτι αγαπημένο έσπασε.

Που λίγες φορές τα επιδιορθώνουμε.

Βιαστικά, άτσαλα, χωρίς να χρησιμοποιήσουμε το κατάλληλο υλικό που όχι μόνο θα κάνει πιο όμορφη την συγκόλληση αλλα θα κάνει και πιο γερό και ανθεκτικό αυτό που σπάσαμε. Αυτό που μας έσπασαν.

Θα καλύψουμε τις ρωγμές με κάτι λιγότερο όμορφο και ανθεκτικό από το χρυσό.

Θα καλύψουμε τις ρωγμές με δάκρυα, με “δεν πειράζει”, με “σελοτέιπ”, με “συρραπτικό”, με κάτι που θα κάνει την ρωγμή τόσο άσχημη που θα θυμίζει με άσχημο τρόπο πως κάτι έχει σπάσει και πως μπορεί να ξανασπάσει. Το υλικό που την κολλήσαμε δεν είναι και πολύ ανθεκτικό.

Δεν είναι χρυσάφι.

Δεν είναι πως το χρυσάφι κάνει όμορφη την ρωγμή, το σημάδι. Είναι πως την κάνει περισσότερο ανθεκτική.

Δεν ξέρω πόση διάθεση και αντοχή έχουμε να επιδιορθώσουμε και να μην πετάξουμε ή καλύψουμε κάτι σπασμένο.

Φαίνεται πιο εύκολο να πετάξουμε κάτι σπασμένο από το να το επιδιορθώσουμε και να πάρουμε κάτι καινούργιο.

Δεν ξέρω όμως πόσο μπορεί να κρατήσει αυτό το καινούργιο μέχρι να σπάσει και αυτό. Από εμάς ή κάποιον άλλο.

Δεν ξέρω γιατί πετάμε τις σπασμένες “κούπες ” μας αντί να τις κολλήσουμε και να τις χρησιμοποιήσουμε ξανά.

Γιατί δεν προσπαθούμε να κάνουμε όμορφες και ανθεκτικές τις ρωγμές της και να την κρατήσουμε ξανά στα χέρια μας.

Δεν ξέρω γιατί δεν χρησιμοποιούμε όμορφα και ανθεκτικά υλικά για να κολλήσουμε αυτό που είμαστε, έχουμε και έσπασε. Και μετά να το κοιτάμε περήφανοι που καταφέραμε να το κρατήσουμε και να το κάνουμε πιο γερό, πιο δυνατό, πιο όμορφο.

Ίσως γιατί μάθαμε την τέχνη της αντικατάστασης και όχι της επιδιορθώσης, όπως ο βασιλιάς που είμαι σίγουρη πως θα του ήταν πιο εύκολο να πάρει μια καινούργια κούπα από το να επιμένει και να περιμένει να επιδιορθωθεί η δικιά του η αγαπημένη του κούπα.

Ίσως αντικαθιστούμε και δεν επιδιορθώνουμε γιατί η αντικατάσταση είναι πιο γρήγορη, πιο εύκολη, ενώ η επιδιόρθωση θέλει χρόνο, δοκιμές, προσπάθεια.

Και δεν ξέρω αν θέλουμε να το κάνουμε αυτό, αν το μπορούμε. Γιατί έχουμε πολλά σπασμένα μαζεμένα και πεταμένα. Και δεν θέλουμε να βλέπουμε ρωγμές που θυμίζουν το σπάσιμο.

Ξέρω όμως ή φαντάζομαι πόσο χαρούμενος θα ήταν ο βασιλιάς όταν κρατούσε και χρησιμοποιούσε την δική του αγαπημένη κούπα που επιδιόρθωσε. Φαντάζομαι πόσο ικανοποιημένος θα ήταν όταν κρατούσε την κούπα του και κοίταζε τις χρυσές ρωγμές της. Γιατί πλέον η κούπα του ήταν πιο όμορφη, πιο γερή, πιο δυνατή, και ίσως να έκανε και καλύτερα την δουλειά της υπενθυμίζοντας ωστόσο στον βασιλιά πως κάποτε είχε σπάσει. Κι εκείνος θα ήταν πιο προσεκτικός όταν την χρησιμοποιούσε, γιατί θα θυμόταν πως είχε σπάσει και δεν θα ήθελε να ξανασπάσει από δική του απροσεξία ή κάποιου άλλου.

Φαντάζομαι πως αν έδινε την κούπα του σε κάποιον άλλο κι εκείνος ο άλλος θα θαύμαζε τις χρυσές ρωγμές της, ο βασιλιάς θα του έλεγε “όμορφη Ε; Στην δίνω για να την χρησιμοποιήσεις, πρόσεξε όμως σε παρακαλώ γιατί όπως βλέπεις και όπως βλέπω έχει σπάσει. Θα πρέπει να προσέχεις πολύ όταν την χρησιμοποιήσεις. Γιατί μπορεί να την έκανα δυνατή αλλά δεν θα ήθελα να ξανασπάσει. Αλλά τώρα που το σκέφτομαι, παρ’την, χρησιμοποιήσε την, κι αν σπάσει, ξέρω τον τρόπο να την κάνω πάλι γερή”.

Δεν ξέρω γιατί δεν δίνουμε με τέτοιο τρόπο στους άλλους και στον εαυτό μας, ό,τι εύθραυστο και δικό μας έχουμε. Κούπες, πιάτα, βάζα, καρδιά, ζωή.

Ίσως γιατί δεν πιστεύουμε πως μπορούμε να κολλήσουμε και να ξαναχρησιμοποιήσουμε κάτι σπασμένο.

Μέχρι να το δοκιμάσουμε.