Ιούλιος 2009, 38 βαθμοί υπό σκιάν, κλασικό ελληνικό καλοκαιράκι (του Σατανά). Μεσημεράκι. Έχουμε το πρώτο μας ραντεβού με την Χ. στην πλατεία Κλαυθμώνος, ένα εξαιρετικό σημειολογικά λοκέισιον, διότι το βράδυ θα τελείωνε περίπου με κλάματα. Σαν να είχε στερέψει ο κόσμος από κακές ιδέες, εγώ επινόησα την χειρότερη.

Ανέβηκα ως την Κλαυθμώνος από το Μοναστηράκι με τα πόδια(!), για να σκεφτώ (μπορεί), να χαλαρώσω (μπορεί), σίγουρα τέλος πάντων για να ιδρώσω και να καταστρέψω την ρομαντική κινηματογραφική φωτογραφία του ‘boy meets girl’, ‘boy likes girl’, ‘girl likes boy’.

To κορίτσι με περίμενε με ένα αλησμόνητα κοντό σορτσάκι. Δεν θυμάμαι τι άλλο φόραγε, δεν έχει και σημασία άλλωστε, έχουν περάσει χρόνια. Τα επίπεδα του ιδρώτα ήταν λίγο πάνω από το φυσιολογικό, γιατί κάποια στιγμή στο ανέβα κατάλαβα τι αυτο-fail μαγειρεύω και έκοψα ταχύτητα. Τη φίλησα σταυρωτά όπως φιλιόμαστε με τα ξαδέρφια μου μετά την Ανάσταση, με φίλησε κι αυτή και πήγαμε στον Ιπποπόταμο.

f9571e4a75dbd1ac9b235be7c053817c

Με δεδομένο το θετικό warm-up από το κινητό, το κορίτσι προφανώς ήξερε ότι μου αρέσει, εγώ υπέθετα ότι του αρέσω -αλλιώς, τι κάνουν δυο νοήμονες άνθρωποι ΝΤΑΛΑ ΜΕΣΗΜΕΡΙ ΙΟΥΛΙΟΥ στο κέντρο της Αθήνας;- και για να μην χαλάσω την παγκόσμια ισορροπία κέρασα 2-3 μπύρες στον σχεδόν (μαγευτικό) Ιπποπόταμο. Όλα πήγαιναν σύμφωνα με το πρόχειρο πλάνο κάθε συμβατικού ραντεβού. Λίγη αμηχανία, λίγο αλκοόλ, λίγα (πολλά) κενά μες στην κουβέντα και αρκετά συννεφάκια πάνω από τα κεφάλια. Στα δικά μου συννεφάκια, κυρίως έγραφε “γιατί μένω ακόμα με τους γονείς μου; ΓΙΑΤΙ;”.

Δεν χρειάζεται να βγαίνεις πρώτα ραντεβού κάθε μήνα για να καταλάβεις πώς εξελίσσεται ένα. Υπάρχουν ραντεβού στα οποία κανένα από τα δύο μέτωπα δεν κρατιέται με συνέπεια να ‘αρπάζονται’ οι ενδιαφερόμενοι σε βολικούς δημόσιους χώρους ΠΡΙΝ κάτσουν να πιουν κάτι, ραντεβού που το θέμα δεν προχωράει με τίποτα και ραντεβού που ξεδιπλώνονται συγκρατημένα αισιόδοξα ή απαισιόδοξα.

Ε, το συγκεκριμένο δεν ξεδιπλωνόταν με τίποτα. Μ’ αρέσεις, σ’ αρέσω (νομίζω), ήπιαμε τις μπύρες, αδειάσαμε το μπολάκι με τα φυστίκια, αλλά καμία περαιτέρω πρόοδος. Κωλυσιεργία. Καθυστέρηση. Τα πρώτα χασμουρητά. Η αμηχανία που επιστρέφει. “Σίγουρα δεν είναι το κορίτσι με το οποίο θα αναλύσεις το πάθος σου για τους Smiths και τον σκανδιναβικό κινηματογράφο”, λέει το ανανεωμένο συννεφάκι μου. Σε τέτοιες περιπτώσεις, κανένας άντρας δεν θα παραδεχτεί ότι το ζωώδες ένστικτο πηγαίνει αυτόματα στην εναλλακτική “δεν είσαι η γυναίκα της ζωής μου, αλλά ας κάνουμε λιγάκι σεξ”. Αλλά πηγαίνει. Εκεί πήγε και το δικό μου.

Εκεί ήρθε και το απότομο τέλος. Το σενάριο που το κορίτσι περνάει δυο ώρες μαζί σου και αποφασίζει να ξεφύγει με ένα ξενερωτικότατο “θα πάω να βρω κάτι φίλους μου, αν θες, έλα” είναι μέσα στα 5 χειρότερες εξελίξεις στην παγκόσμια ιστορία των ραντεβού. Πρώτον, δεν θέλει να κάτσει άλλο μόνη μαζί σου. Δεύτερον, θα πάει να βρει φίλους, δηλαδή αγόρια, δηλαδή πόσο βοσκός θα φανείς αν την ακολουθήσεις. Τρίτον, αυτό το “αν θες, έλα” είναι πιο ψεύτικο κι από το καινούργιο στήθος της Σάσας Μπάστα.

Συγγνώμη για την απότομη προσγείωση, αλλά πέρασα δύσκολα.