eiriniskylakakisavoirville Είναι Πέμπτη και πλησιάζει Σαββατοκύριακο με φθινοπωρινή γεύση. Ο ήλιος έχει αρχίσει να κρύβεται για τα καλά. Γύρω σου οι πάγκοι και τα τραπέζια γεμίζουν. Οι κουβέντες για το καλοκαίρι και τα μεγάλα σχέδια που μοιράζεσαι με ένα φίλο, μετατρέπουν τις μουσικές επιλογές σε χαλί που βοηθάει τον λόγο και τα γέλια. Από το βάθος ακούς λίγα χτυπήματα της “μπότας” και αμέσως σηκώνεις το κεφάλι. Ο πρώτος ψίθυρος λέει, “μάλλον αρχίζει…”. Τα τελευταία κουρδίσματα σε κάνουν πιο ανυπόμονο αλλά ξέρεις πως είναι πολύ κοντά. Έξι ζωντανές και φρέσκες παρουσίες κρατούν στα χέρια τους ένα κομμάτι από τον ήχο που υπογράφει η ίδια η Ειρήνη Σκυλακάκη. Σταματάς ό,τι κάνεις και δε μιλάς. Η αμηχανία της έναρξης γίνεται τρυφερότητα και συναίσθημα από το πρώτο couplet. Νεανικά αθώα αλλά και λαμπερή, η Ειρήνη ζητά από όλους να πλησιάσουν κι άλλο. Ρομαντική nu-folk ατμόσφαιρα σε φέρνει πιο κοντά της (και συμβολικά). Σεμνή και γλυκιά, ξεκινάς μαζί της ένα βραδινό ταξίδι. Στον δρόμο συναντάς αγαπησιάρικες μπαλάντες, ρυθμούς country και τρυφερά ηλεκτρικά νεο-folk.  Κουνάς το πόδι σχεδόν σε όλη τη διαδρομή. Στην πορεία σπάει λίγο και η μέση. Μέχρι το τέλος έχεις σίγουρα ακουμπήσει το χέρι σου στην πλάτη του φίλου ή έχεις αγκαλιάσει το ταίρι σου. Γύρω σου όλοι ψιθυρίζουν “…everything looks beautiful and bright…”. Δε θέλεις να φύγεις, θέλεις κι άλλο. Κάθεσαι στο πιάνο (που βρίσκεται στη θέση του κοινού) χωρίς παρτιτούρα. Μένεις στην πανέμορφη ταράτσα με ένα ποτό στο χέρι κι ένα ακόμη βλέμμα στα αστέρια που φαίνονται πιο λαμπερά. Σαν την Ειρήνη.