hug

– Πάει η γιαγιάκα μου…

– Χαζέ, αγκαλιά

– Ναι, θέλω!

– Δεν σε αφήνω, να το ξέρεις.

Δεν τον άφησα!

Δεν σε άφησα, χαζέ.

Βρεθήκαμε από κοντά μια εβδομάδα μετά. Φάγαμε παγωτό στο παγκάκι της πλατείας. Και λίγα πράγματα είναι καλύτερα από το να τρως παγωτό με έναν φίλο σου. Σε ένα παγκάκι. Σε μια πλατεία.

Τα είπαμε. Γελάσαμε.

‘Ώρα να φύγουμε”.

(αγκαλιά)

– Από το Σάββατο, τώρα σε αφήνω χαζέ!

– Τώρα με αφήνεις; Τι εννοείς;

– Κάποια στιγμή θα καταλάβεις, χαζέ.

– Oκ.

Ανέβηκε στην μηχανή. Κατάλαβε. Με τράβηξε κοντά του. Αγκαλιά.

– Ναι, τώρα με αφήνεις.

Χωριστήκαμε.

Λίγα λεπτά μετά. Μήνυμα στο κινητό μου. ”Το επόμενο κείμενό σου θα μπορούσε να είναι για την αγκαλιά. Σε ευχαριστώ για όλες τις μέρες και όχι μόνο.”

Δεν τον άφησα!

Δεν σε άφησα, χαζέ.

Πέρασαν μήνες από τότε. Θυμάμαι εκείνη την αγκαλιά. Όχι αυτή στην πλατεία. Αυτή τη “γραπτή”. Αυτή που κράτησε μια βδομάδα. Αυτή που ήταν για τον φίλο μου στη δύσκολη στιγμή του. Αυτή που δεν θα μετανιώσω ποτέ στη ζωή μου. Αυτή που την είχε ανάγκη και την είχα ανάγκη. Αυτή που δεν μου ζήτησε. Αυτή που δεν τον άφησα! Δεν σε άφησα, χαζέ.

Πέρασαν μήνες από τότε. Σκέφτηκα να σου στείλω μήνυμα. Να κανονίσουμε να πάμε στην πλατεία. Να φάμε παγωτό. Γιατί λίγα πράγματα είναι καλύτερα από το να τρως παγωτό με έναν φίλο  σου. Σε ένα παγκάκι. Σε μια πλατεία.

Να τα πούμε από κοντά. Να γελάσουμε. Να χωριστούμε. Όπως τότε. Τότε που ”σε άφησα”. Αλλά, δεν σε άφησα χαζέ!

Πέρασαν μήνες από τότε. Ήρθαν και άλλες δύσκολες στιγμές. Και για τους δύο. Έμαθα πως οι αγκαλιές είναι πιο όμορφες όταν ”κουμπώνουν” τέλεια. Σκέφτηκα να σου στείλω μήνυμα, να κανονίσουμε για να στο πω, τρώγοντας παγωτό, σε ένα παγκάκι, σε μια πλατεία.

Δεν το έστειλα αυτό το μήνυμα. Το έγραψα 200 φορές το έσβησα άλλες τόσες.

Πέρασαν μήνες από τότε. Βρεθήκαμε σε ένα παγκάκι. Δεν φάγαμε παγωτό. Δεν γελάσαμε. Έφυγες. Με άφησες.

Πέρασαν μήνες από τότε. Το έγραψα αυτό το κείμενο για εκείνη την αγκαλιά. Τότε που δεν σε άφησα. Γιατί δεν σε άφησα χαζέ!

Το έγραψα αυτό το κείμενο. Και αυτό το μήνυμα.

”Αφού μπόρεσες εσύ να με αφήσεις, τότε, σε εκείνο το παγκάκι, μπορώ και εγώ. Σε ευχαριστώ.”