Το πρώτο μυθιστόρημα της Δήμητρας Παπαδοπούλου, «Ο έρωτας είναι παιχνίδι μωρό μου», κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία, από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Η αγαπημένη ηθοποιός, σεναριογράφος και συγγραφέας γράφοντας το βιβλίο της διαπίστωσε πως στη συγγραφή υπάρχουν κάποιες σημαντικές -και δημιουργικές- διαφορές σε σχέση με ένα κείμενο προορισμένο για να μεταφερθεί στην τηλεόραση ή στο θέατρο. Το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ηθοποιοί αλλά και οι απαιτήσεις των παραγωγών αφήνουν το περιθώριο στον συγγραφέα να αφεθεί σε όποια αυθαιρεσία σκεφτεί ανά πάσα στιγμή.

Αυτή η ελευθερία φαίνεται πως γοήτευσε τη Δήμητρα Παπαδοπούλου στη συγγραφή ενός βιβλίου: “Τζάμπα είναι, μπορεί να το τελειώσει όποτε θέλει, κι αν θέλει, και τελικά αυτό είναι που κάνει τη διαδικασία ιδιαίτερη. Ποτέ της όμως δεν θα φανταζόταν πόση πειθαρχία μπορεί να χρειάζεται η απόλυτη ελευθερία“, σημειώνει κλείνοντας το βιογραφικό της σημείωμα.

Λίγα λόγια για την ιστορία:

Η ηρωίδα είναι μια από τις συνηθισμένες περιπτώσεις που έλαβε την πάγια εντολή να σπουδάσει, να γίνει ένα αξιοπρόσεχτο μέλος της αγέλης και, αν είναι δυνατόν, ο αρχηγός της.

Όλα τα άλλα μοιάζανε μόνο με χάσιμο χρόνου. Κι έτσι βρέθηκε φοιτήτρια στα Εξάρχεια, στα μπαρ, στις καταλήψεις και στη γεμάτη ελπίδες εποχή για επανάσταση, να σπαταλάει τη μοναδική περιουσία του ανθρώπου: τον χρόνο.

Μην ξέροντας προς τα πού να πορευτεί, κατευθύνθηκε προς έναν έρωτα, που τον λέγανε Βασίλη.

Εκεί πάνω κούμπωσε όλες τις ελπίδες για τα δύσκολα ερωτήματα της ύπαρξης. Και ένα βράδυ, ανακατωμένη με τη μυρωδιά του δακρυγόνου και του τσιγάρου, άκουγε απαντήσεις από μια ξέμπαρκη, που πριν γίνει αστρολόγος έκανε πιάτσα στη Σόλωνος. «Άκου! Εσείς σε προηγούμενη ζωή ήσασταν αντρόγυνο». «Σ’ αυτήν μπορείς να μου πεις τι είμαστε;» «Κάτσε, βρε παιδάκι μου, εδώ μάλλον πληρώνεις όσα του ’κανες τότε. Αυτός σε άλλη ζωή ήτανε πολύ πιστός κι εσύ πήγαινες με άλλους και τώρα σε ξεπληρώνει». «Σε ποια ζωή ήμασταν αντρόγυνο;» τη ρώτησε.

«Α, πολύ παλιά». «Πόσο παλιά;» Μπορεί και στην αρχαία Αίγυπτο». Το ’κανε εικόνα αυτή στην Αρχαία Αίγυπτο να κουβαλάει φαΐ και ο Βασίλης μέσα στον ήλιο να χτίζει

πυραμίδες. «Μωρέ, ας είχα εγώ τον Βασίλη σύζυγο πιστό κι ας ήταν και στην αρχαία Αίγυπτο κι ας ήμουνα τώρα μούμια!» Τόσο πολύ είχε καψουρευτεί.

Όμως, σε μια ιδιαίτερη στροφή του χρόνου επαναστάτησε, από μέσα προς τα έξω, και όχι ανάποδα όπως πρόσταζε η ξεσηκωμένη γενιά της, και άρχισε να ξηλώνει τον παλιό της εαυτό, που στριμώχτηκε στις προσδοκίες των άλλων. Κι ύστερα μεγάλωσε… Ίσως και να ωρίμασε, και σιγουρεύτηκε πως στη ζωή δεν υπάρχει χαμένος χρόνος. Όσο πάρει στον καθένα για να καταλάβει…

“Στο τέλος, πάντα θα κάνεις αυτό που θέλεις εσύ”

Ο Βασίλης, ο έρωτας της πρωταγωνίστριας του βιβλίου συστήνεται ως «σπουδαίος» και ίσως κι εσύ να αναγνωρίσεις κάποιον που σου συστήθηκε ως «σπουδαίος». Έναν από εκείνους που τη μία χαρίζουν δύσκολα την καλημέρα τους και την άλλη στέλνουν ένα βλέμμα «που ισοδυναμεί με τριάντα σελίδες κείμενο» όπως τόσο εύστοχα περιγράφει και η ιστορία.

Δεν θα βρεις όμως μόνο τον Βασίλη που θα σου θυμίσει κάποιον από τη δική σου ζωή. Αν υπήρξες φοιτήτρια που έζησε στο κέντρο τα φοιτητικά της χρόνια θα θυμηθείς πόσο εύκολα μπορούσε να γίνουν μία παρέα οι άνθρωποι που τυχαίνει να βρεθούν το ίδιο βράδυ σ’ ένα μικρό υπόγειο μαγαζάκι, επειδή ένας ξεκίνησε να παίζει το μπουζουκάκι του ή ένα τραγούδι στην κιθάρα. Κι άλλα πολλά με τόση μαεστρία επαναφέρει η συγγραφέας στο μυαλό μας. Εικόνες και βιώματα που νομίζαμε ότι είχαμε ξεχάσει.

Στην αρχή της ανάγνωσης πίστευα πως πρόκειται μία ιστορία που θα κατανοήσει καλύτερα ο αναγνώστης που έζησε την εποχή που οι φοιτητές ξενυχτούσαν με τα πανσπουδαστικά συνέδρια, που οι άνθρωποι κοιτούσαν περισσότερο τον ουρανό και «μύριζαν μαζί τα βράδια». Τελικά όμως πρόκειται για μια ιστορία που όσο χρόνων κι αν είσαι, ό,τι εμπειρίες κι αν έχεις θα σου θυμίσει την αξία μίας φιλίας ζωής, πως οι μεγάλοι έρωτες μπορεί να είναι προϊόν μυθοπλασίας και πως στο τέλος, πάντα θα κάνεις αυτό που θέλεις εσύ.

@Εύα-Bαρβεροπούλου

Μία σημαντική εξήγηση αφήνει η Δήμητρα Παπαδοπούλου για το κλείσιμο του βιβλίου της: «Το βίωμα της ηρωίδας αυτού του βιβλίου δεν είναι αυτοβιογραφικό. Περιλαμβάνεται μέσα η συνισταμένη του ψυχισμού πολλών ατόμων της εποχής εκείνης και περιοχής. Ίσως και πολλών πιτσιρικάδων σε διάφορες γωνιές του κόσμου και του χρόνου…» σημειώνει.

Για να προσθέσει πως: «Σε αυτό το βιβλίο εντέλει εγώ δεν είμαι εγώ, αλλά όλα τα πρόσωπα μιας γενιάς σε αναζήτηση της προσωπικής υπαρξιακής ταυτότητας και στο χάσιμο του πιο μεγάλου αληθινού ψέματος. Του Έρωτα.»

Η Δήμητρα Παπαδοπούλου, εν τέλει, έγραψε μια ιστορία για τον έρωτα, για την καψούρα των νεανικών χρόνων, για τα κοινωνικά πρέπει, για τις απαιτήσεις των γονιών, για τη δικτατορία της νεότητας, για όσα ονειρευόμαστε στην ηλικία των είκοσι μας, για εκείνα που απομυθοποιήσαμε στα τριάντα πέντε και αυτά που επαναπροσδιορίσαμε στα πενήντα. Για όλες τις φορές που πέσαμε και δεν ήμασταν σίγουροι αν θέλαμε να σηκωθούμε.

Η Δήμητρα Παπαδοπούλου έδωσε στην ιστορία της όνομα που αποκαλύπτει ένα κοινό μυστικό: Πως ο έρωτας είναι ένα παιχνίδι.

Γι’ αυτά γράφει. Και το κάνει με τον δικό της, γνωστό τρόπο. Με τη φωνή που αναγνωρίζουμε ήδη. Με χιούμορ και μία γλώσσα άμεση και καθημερινή, γεμάτη οικειότητα.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.