Η Αστυπάλαια είναι ένα όνειρο, κάποιες φορές σκέφτομαι ότι δεν ήμουν εκεί ποτέ.

Βάλαμε τα σακίδια στο μηχανάκι και ξεκινήσαμε για το λιμάνι, το απόγευμα. Περίπου 10 ώρες ταξιδιού μας περίμεναν. Πρώτο λιμάνι, Σύρος μπήκε μέσα ένας νησιώτης και αγοράσαμε μαντολάτα και λουκούμια τριαντάφυλλο για να περάσει η ώρα. Βρήκαμε και κάτι φίλους στο καράβι και πιάσαμε την κουβέντα. Έτσι πέρασε η ώρα και ξαπλώσαμε για λίγο στα sleeping bags.

Φτάσαμε ξημερώματα. Η χώρα φωτισμένη. Ανεβήκαμε ως το κέντρο και συναντήσαμε την Μαρία να κάθεται έξω από τους κόκκινους ανεμόμυλους. Βρέθηκα εκεί γιατί δούλευε σεζόν η φίλη μου η Μαρία και άλλοι φίλοι. Η Αστυπάλαια δεν είναι νησί που οργανώνεις να πας και γίνεται σκοπός.

Η Αστυπάλαια μαθαίνεται και ακούγεται στις παρέες από στόμα σε στόμα. Είναι σαν όλοι όσοι πάνε εκεί να φοβούνται μήπως μαθευτεί το μυστικό και τους κλέψουν το νησί οι τουρίστες και τα περιοδικά ή οι ρακετοπαίχτες

https://www.instagram.com/p/ByV46flFpSY/

Στην Αστυπάλαια δεν παίζουν ρακέτες, είναι άγραφος νόμος. Στην Αστυπάλαια δεν βγάζουν σέλφι, δεν φωνάζουν και δεν πίνουν κοκτέιλ σε beach bar. Στην Αστυπάλαια ακούν ωραίες μουσικές, τρώνε καλό φαγητό και κανονίζουν αν μετά θα πάνε στην Νίσυρο ή την Ανάφη. Η Αμοργός είναι επίσης επιλογή.

Στην Αστυπάλαια διαβάζουν βιβλία, προχωρούν ξυπόλυτοι και μαζεύονται το βράδυ στα μπαράκια ή στα πάρτι του κάμπινγκ

Όλοι μιλούν για την ενέργεια του νησιού, για τα καλοκαιρινά φεγγάρια που προβάλλουν πάνω από το κάστρο και για την μίξη των Κυκλάδων με τα Δωδεκάνησα που αποτυπώνεται έντονα στη χώρα, τα σπίτια και τα σοκάκια.

Κατά τον μύθο, η Αστυπάλαια είναι το μοναδικό νησί χωρίς φίδια, «εχθρόν είναι τοις όφεσιν» κατά τον Αριστοτέλη, αλλά συγχρόνως φιλοξενεί στα έγκατά της έναν δράκο, μέσα στο Σπήλαιο του Δράκου ή δρακοσπηλιά. Όταν πατάς το πόδι σου στο νησί νιώθεις ότι όλες οι έγνοιες έχουν αποτιναχτεί από πάνω σου και η ήρεμη ενέργειά του σε χαλαρώνει από κάθε είδους άγχος.

Κάθε πρωί ένας ένας που ξύπναγε έβαζε μαγιό και πήγαινε στο μελτέμι για πρωινό. Τα πουγκιά με μέλι και οι φρουτοσαλάτες ήταν πλέον καθημερινή ανάγκη. Οι παραλίες αποφασίζονταν αργότερα. Οι μεγαλύτερες είναι στον Πέρα Γιαλό και στο Λιβάδι, η οποία είναι οργανωμένη στο Μαρμάρι, στο Στενό, στις Βάτσες (πιο απομακρυσμένη). Ύστερα οι μικρές κι εύκολες σε πρόσβαση όπως το Τζανάκι (γυμνιστών ενίοτε), ο Άγιος Κωνσταντίνος, η Πάπου, η Μαλτεζάνα, ο Σχοινώντας. Και μετά οι πιο απομακρυσμένες, όπως τα Καμινάκια, η Ψιλή Άμμος, ο Άγιος Ιωάννης και το Βαθύ. Η Ισπανίδα που έφαγε μαζί μας παραδοσιακά γλύκα, το βράδυ στο Αρχιπέλαγος, δούλευε στη νησίδα απέναντι. Κουνούπα και Κουτσομύτη, σε πάει ως εκεί το καΐκι και περνάς τη μέρα βουτώντας στα γαλαζοπράσινα νερά.

Στην Αστυπάλαια ο άνεμος μυρίζει φραγκοσυκιές, πικροδάφνες και ευκαλύπτους. Το βράδυ ένας Ιταλός έψηνε σουβλάκια τόνου με αρωματικά λεμόνια και σουσάμι. Καθίσαμε μαζί με άλλους Ιταλούς σε ένα τραπέζι μιλώντας για τα καλοκαίρια στο νησί.

Στην ιστορική ταβέρνα του μουγκού, τρώγαμε τα μεσημέρια αυγά τηγανιτά και πίναμε τα απογεύματα ελληνικό. Τα παιδιά που δούλευαν στο νησί μας έδειξαν τη μυστική τους παραλία όπου πέρναγαν τα πρωινά πριν την δουλειά διαβάζοντας πάνω στα βράχια. Τα βράδια χορεύαμε ροκ εν ρολ και τα μεσημέρια κατεβαίναμε στις δύσβατες παραλίες.

Κι έτσι πέρναγε και ο καιρός και ήπιαμε την τελευταία μπύρα στο bar κάτω από το κάστρο, και τρέξαμε πριν το καράβι σαλπάρει για τον Πειραιά τα ξημερώματα.

>> Ακολούθησε μας στο Instagram <<


featured image: HuffPost Greece