Μεγάλοι συγγραφείς έχουν αποδείξει ότι το δύσκολο είδος του διηγήματος το οποίο είναι ένα σύντομο σε έκταση αφηγηματικό κείμενο, μπορεί να αναχθεί σε αριστουργηματικό ανάγνωσμα. Η πυκνότητα του λόγου, το βάθος των χαρακτήρων, η κλιμάκωση της έντασης και το αναπάντεχο πολλές φορές τέλος απαιτούν ιδιαίτερη συγγραφική ικανότητα. Οι προτάσεις που ακολουθούν θα ικανοποιήσουν τον αναγνώστη και αναμφίβολα θα τον κάνουν λάτρη του είδους εφόσον αποτελούν κορυφαία προσωπικά δείγματα διεισδυτικών αλλά και τρυφερών έργων.

as-diavasoume-oraia-vivlia-megalous-syggrafeis-2 - savoir ville

  Άντον Τσέχωφ – Διηγήματα, Εκδόσεις Θεμέλιο.

“δεν ανήκω στους λογοτέχνες που φέρνουνται αρνητικά στην επιστήμη και δε θα ΄θελα ν΄ ανήκω σ΄ εκείνους που με το μυαλό τους φτάνουν παντού…”  Α. Τ.

Ο Α. Τσέχωφ γεννήθηκε στη Ρωσία το 1860 και πέθανε το 1904. Στο διάστημα της σύντομης ζωής του κατόρθωσε να αφήσει το μοναδικό του αποτύπωμα στον χώρο της λογοτεχνίας, του θεάτρου, αλλά και της κοινωνικής ζωής. Εργάστηκε ως γιατρός, ταξίδεψε και προσπάθησε να βοηθήσει αρρώστους και αναξιοπαθούντες ακόμη και στο διάστημα που η φυματίωση άρχισε να ταλαιπωρεί σοβαρά και τον ίδιο. Όλο αυτό το διάστημα δεν σταμάτησε καθόλου να γράφει. Αποτέλεσμα της επίπονης αυτής του εργασίας είναι τα σημαντικά θεατρικά έργα του, όπως Ο Γλάρος, Ο Θείος Βάνιας, Οι Τρεις Αδελφές και Ο Βυσσινόκηπος. 

“Σίγουρα ως συγγραφέας έζησε μέσα στο δικό του πόνο, τον πόνο του κάθε ανθρώπου. Είδε την ζωή στη καθημερινότητά της. Και την οραματίστηκε αλλιώτικη, πιο άξια να την ζει κανείς. Γι΄αυτό και τον διαβάζουν με συγκίνηση παντού, σε όλες τις γλώσσες του κόσμου” (Νίκος Παπανδρέου)

Τα διηγήματά του δημοσιεύτηκαν από το 1883  μέχρι το 1888 σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής. Η δράση εκτυλίσσεται στην τσαρική, προεπαναστατική Ρωσία. Οι ήρωες βιώνουν έντονο εσωτερικό δράμα, η ηθική τους υπόσταση δοκιμάζεται και αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τις εξωτερικές αντιξοότητες προκειμένου ν΄ ανακαλύψουν μια ζωή διαφορετική. “Ο Τσέχωφ κατόρθωσε να δώσει στην καθημερινή ζωή την αξιοπρέπεια της τραγωδίας” (Γιώργος Μιχαηλίδης). Η αφήγηση είναι τριτοπρόσωπη και ο συγγραφέας με τη φυσικότητά του επιτυγχάνει να κάνει τον αναγνώστη να υποθέτει και να συμπληρώνει τα στοιχεία που λείπουν.

as-diavasoume-oraia-vivlia-megalous-syggrafeis-2- savoir villeΔημήτρης Χατζής – Το τέλος της μικρής μας πόλης, Εκδόσεις Ροδακιό

Από τις εξαιρετικές εκδόσεις Ροδακιό κυκλοφορεί η συλλογή διηγημάτων του Δημήτρη Χατζή, Το τέλος της μικρής μας πόλης, βιβλίο ανεκτίμητης αξίας, πολύτιμη παρακαταθήκη για κάθε εποχή.

Ο Δ. Χατζής συγγραφέας ιδιαίτερης αφηγηματικής δεξιοτεχνίας, έζησε μια πολυτάραχη ζωή, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν σταμάτησε ποτέ να γράφει. Γεννήθηκε στα Ιωάννινα το 1913, έλαβε σημαντική μόρφωση, αλλά δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του λόγω οικονομικών δυσχερειών. Το 1936 εξορίστηκε στην Φολέγανδρο από την Δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Κατά την περίοδο της Κατοχής έχει έντονη αντιστασιακή δράση, η οποία συνεχίστηκε και κατά τον Εμφύλιο. Το 1947 εξορίστηκε στην Ικαρία και μετά την ήττα του Δημοκρατικού στρατού κατέφυγε στο εξωτερικό από όπου επέστρεψε το 1975 μετά την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών.

Το τέλος της μικρής μας πόλης εκδόθηκε το 1953 στην Ρουμανία, αλλά κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 1963, ενώ ο Χατζής είναι ακόμη εξόριστος.

Η συλλογή αποτελείται από επτά διηγήματα με κοινό θεματικό άξονα την κλειστή επαρχιακή κοινωνία που όταν παρακμάζει και μετασχηματίζεται συμπαρασύρει τα άτομα τα οποία περιθωριοποιεί και συνθλίβει. Η “νοοτροπία” αποδεικνύεται παντοδύναμη και ο επαρχιακός μικρόκοσμος αγωνίζεται να αποδείξει ότι η τάξη και η κανονικότητα είναι διασφαλισμένη, παρά το εσωτερικό δράμα που βιώνουν οι ήρωες. Είναι εντυπωσιακή η καίρια επιλογή των λέξεων και η εκφραστική δύναμη που “του είχε στοιχίσει κόπο και είχε απαιτήσει την προσοχή σε κάθε λέξη, σε κάθε γύρισμά του”.

“Με το Τέλος της μικρής μας πόλης έχουμε ένα πυκνότατο και γλαφυρότατο διάγραμμα της κοινωνικής μας περιπέτειας από εκεί που την άφησαν οι γενιές του Μεσοπολέμου ως εκεί που την παραλαμβάνει η γενιά της Αντίστασης” (Δημήτρης Ραυτόπουλος).

Ελένη Κουνενή