tumblr_lrd4gtih9j1qkgv2io1_r1_500

Εσύ πόσο «τέλεια» πέρασες στις διακοπές; Πόσα “likes” νόστιμο ήταν το φαγητό σου; Πόσο «ουάου» όμορφος είσαι; Πόσα «χαχα» αστείος; Και στο φινάλε πόσα megabytes ερωτευμένος;

Πού πήγαν τα αυθόρμητα χαμόγελα, σε ποιο τρίστρατο έχασαν τα βλέμματα το δρόμο τους; Πώς συρρικνώθηκαν οι αγκαλιές; Ακόμα κι ο θυμός, πώς κατάντησε ένας τσάμπα μάγκας που αντί να τα λέει στα ίσα περιορίζεται σε υπαινιγμούς, ειρωνείες και μια γιαλαντζί ματσό «ανωτερότητα»;

Μπλεχτήκαμε στα δίχτυα της κοινωνικής δικτύωσης και καταλήξαμε στην κοινωνική απομόνωση.

Το αγαπημένο θέμα κάθε ανθρώπου, «ο εαυτός του» βρήκε την τέλεια έκφρασή του στη δυνατότητα διαμόρφωσης προσωπικού διαδικτυακού προφίλ, ενός καθημερινού βήματος, που μετέτρεψε τα πέντε λεπτά δημοσιότητας που αντιστοιχούν στον καθένα μας σε έναν ατελείωτο παραληρηματικό μονόλογο, με playback γέλια και χειροκροτήματα, σαν αυτά που έπαιζαν στις αμερικάνικες κωμικές σειρές.

Κάθε τι που υπερβαίνει το μέτρο της λελογισμένης χρήσης γίνεται άρρωστο και δημιουργεί τοξικές εξαρτήσεις. Έτσι και τα social media. Η ανάγκη επικοινωνίας με τους άλλους, ακόμη και η ανάγκη εξωτερίκευσης απόψεων και συναισθημάτων ήρθε δευτερότριτη και καταϊδρωμένη, καθώς κυριάρχησε η ανάγκη του αυτοπροσδιορισμού.

Ίσως να φταίει η κρίση, η συγκυρία αυτή που καταδίκασε στη μιζέρια του εκούσιου εγκλεισμού τους περισσότερους από μας, νοσούντες από εθνική κατάθλιψη. Καθισμένοι πίσω από μία οθόνη, πληκτρολογούμε όλη μέρα την ύπαρξή μας, αυτή που θα θέλαμε να ζούμε : φανταχτερή, χαρούμενη, σκανταλιάρα, αξιοζήλευτη. Και κάπου εκεί στην ανάγκη μας να ξεχωρίζουμε, να μας θαυμάσουν, να αρέσουμε, να μας ζηλεύουν, χάσαμε το παιχνίδι. Γιατί η ζωή είναι ομαδικό παιχνίδι, και η ομάδα πρέπει να συνεργάζεται. Μια ομάδα με παίκτες «ντίβες» και «φίρμες» δε γκελάρει. Γιατί ο καθένας τρέχει για τον εαυτό του και όχι για το συλλογικό αποτέλεσμα.

Στα  check in της πλήξης  η μοναξιά κάνει party. Στα  check out της θλίψης, το μακιγιάζ φεύγει και μένεις γυμνός μπροστά στον καθρέφτη, με όλα σου τα σημάδια, με το βλέμμα σου γεμάτο από όλα όσα ήθελες να κρύψεις.

Γιατί σε μια κοινωνία μου πας θέλει όμορφους, πετυχημένους, χαρούμενους, ζευγαρωμένους, κάθε τι διαφορετικό τεκμαίρεται απόκοσμο , ανάπηρο, ανορθόδοξο.

Μην περιμένεις όμως να αλλάξει η κοινωνία. Εσύ πρέπει να αλλάξεις, εσύ πρέπει να αγαπήσεις τον εαυτό σου. Κι αν ο εαυτός σου δε σου αρέσει, κι αν βρήκες πολλές αδυναμίες και κουσούρια, τότε από αυτά πρέπει να απαλλαγείς και όχι από την αλήθεια της ψυχής σου. Μάθε να κάνεις παρέα με σένα και δες πώς σου φαίνεσαι. Αν αναγνωρίσεις ελαττώματα, έχεις κάνει το πρώτο βήμα. Αν ξεριζώσεις τις αιτίες τους έχεις πιάσει το ρυθμό. Αν μάθεις να ζεις με όσα δεν μπορείς να αποχωριστείς, ίσως δεν κάνεις για σπριντ, αλλά θα έχεις μία θέση στο μαραθώνιο.

Είναι Παρασκευή απόγευμα, Αύγουστος, του μηνός 19. Στο ραδιόφωνο η Νατάσα και ο Γιάννης μαντεύουν τις σκέψεις και τα γραφόμενά μου: «Του το κρατάω αυτού του κόσμου… που δε μου ανήκει ο εαυτός μου… μ’ αυτά τα δίχτυα που του ρίχνω… είναι όσα θέλω εγώ να δείχνω..»