Μπορεί κάθε μέρα να γίνεται κάτι και να αναφωνούμε πώς “επιτέλους η κοινωνία προχωράει” αλλά ταυτόχρονα οι δυσάρεστες -και εξοργιστικές- ειδήσεις διακατέχονται η μία την άλλη.

Η πρόσφατη είδηση που αφορά τον Στάθη Παναγιωτόπουλο, δημοσιογράφο και πρώην συμπαρουσιαστή της εκπομπής «Ράδιο Αρβύλα», ο οποίος δημοσίευσε πορνογραφικό υλικό της πρώην συντρόφου του χωρίς τη συγκατάθεσή της έφερε πάλι στο προσκήνιο αρχικά το θέμα της εκδικητικής πορνογραφίας (revenge porn) και γενικότερα του διαδικτυακού εκφοβισμού. 

Ο δικηγόρος Λεωνίδας Κουτρουμάνος μάς εξήγησε περισσότερα σχετικά με τη σεξουαλική εκβίαση, την εκδικητική πορνογραφία αλλά και το πώς μπορούμε να προστατευτούμε νομικά από τέτοιες ενέργειες.

Αν κάποιος δέχεται εκβιασμό για προσωπικές φωτογραφίες ή κάποιο βίντεο, ποια είναι τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσει;

Το θύμα μίας τέτοιας επίθεσης θα πρέπει να λειτουργήσει συνδυαστικά. Αφενός θα πρέπει να απευθυνθεί στο Τμήμα Δίωξης Εκβιαστών της ΓΑΔΑ (3ο τμήμα) ώστε να αναλυθούν τυχόν απειλητικά μηνύματα και να λάβει χώρα παρακολούθηση του τηλεφώνου του εκβιαζόμενου μέσω Εισαγγελικής Διάταξης. Παράλληλα πρέπει να ασκηθεί και μήνυση κατά των φερόμενων ως εκβιαστών, τόσο για το αδίκημα της εκβίασης όσο και για το αδίκημα της παραβίασης προσωπικών δεδομένων.

Τούτα όλα μόνο εφόσον υπάρχει εκβίαση μέσω της απειλής ανάρτησης του επίμαχου υλικού. Αλλιώς η Αστυνομική Αρχή θα επιληφθεί στην αποανάρτηση μόνο αν δεν έχουν διοχετευθεί στο εξωτερικό και αν καταφέρει να εντοπίσει την πηγή. Αφετέρου σε επίπεδο Αστικού Δικαίου θα πρέπει να ασκηθεί αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με αίτημα να αποαναρτηθεί το υλικό (βίντεο ή φωτογραφίες) από το διαδίκτυο (ιστότοπους ή μέσα κοινωνικής δικτύωσης) και να παραληφθεί κάθε προσβολή στο μέλλον με την επαπειλή χρηματικής ποινής και προσωπικής κράτησης.

Επιπρόσθετα, πρέπει να ασκηθεί αγωγή αδικοπραξίας ώστε να επιδικαστεί στο θύμα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που θα καθοριστεί από το Δικαστήριο ανάλογα του ύψους της ζημίας της φήμης του θύματος.

Τι γίνεται μετά;

Μετά ακολουθεί μία αρκετά χρονοβόρα διαδικασία ενώπιον των Αστικών και Ποινικών Δικαστηρίων. Σε κάθε περίπτωση όμως με την προπεριγραφόμενη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων μπορεί να επιτευχθεί σχετικά άμεσα η αποανάρητηση των ήδη δημοσιευμένων στοιχείων ή η αποτροπή δημοσίευσης τους.

Στην Ελλάδα υπάρχει το κατάλληλο νομοθετικό πλαίσιο για να προστατευθεί το θύμα;

Ασφαλώς. Τόσο σε επίπεδο ποινικής απαξίας όσο και σε επίπεδο έννομης προστασίας το νομοθετικό πλαίσιο είναι πλήρες. Είναι άλλο ζήτημα οι διαπιστωμένες καθυστερήσεις στην απονομή δικαιοσύνης, φαινόμενο που ασφαλώς έχει πολυεπίπεδες αιτιάσεις.

Εάν ακολουθήσω όλες τις νομικές διαδικασίες αλλά έχει διαρρεύσει ήδη το υλικό τι γίνεται; Θα «κατέβουν» τα βίντεο και οι φωτογραφίες ή συνεχίζω να εκτίθεμαι;

Όπως προανέφερα, ασφαλώς και υπάρχει νομική δίοδος και νομοθετικό πλαίσιο για να κατέβουν αυτές οι φωτογραφίες. Ένα ζήτημα είναι αν μπορεί να εντοπιστεί η πηγή διοχέτευσής τους. Για παράδειγμα εάν ανέβουν σε ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης, εκεί πλέον η αποανάρητση είναι εξαιρετικά δύσκολη λόγω του στοιχείου της αλλοδαπότητας των εταιριών που διαχειρίζονται τα συγκεκριμένα μέσα.

Πώς διαφοροποιούνται νομικά η σεξουαλική εκβίαση, η απατή και η εκδικητική πορνογραφία;

Ποινικά, το φαινόμενο της σεξουαλικής εκβίασης (Sextortion) είναι κολάσιμο στο ελληνικό δίκαιο κατ’ άρθρο 385 του Ποινικού Κώδικα (Νόμος 4619/2019), δηλαδή εμπίπτει στη διάταξη για το αδίκημα της εκβίασης. Το άρθρο αυτό στη πρώτη του παράγραφο ορίζει: «Όποιος, […], με σκοπό να αποκομίσει ο ίδιος ή άλλος παράνομο περιουσιακό όφελος, εξαναγκάζει κάποιον με βία ή απειλή σε πράξη, παράλειψη ή ανοχή από την οποία επέρχεται ζημία στην περιουσία του εξαναγκαζομένου ή άλλου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή». Το άρθρο αυτό βέβαια καλύπτει το αδίκημα του Sextortion μόνο στη περίπτωση που ο δράστης ζήτησε οικονομικό αντάλλαγμα εκβιάζοντας το θύμα και έτσι επήλθε οικονομική ζημία του τελευταίου.

Απάτη ποινικά δεν υφίσταται στις περιπτώσεις αυτές. Η εκδικητική δημοσιοποίηση ιδιωτικών δεδομένων, όρος σαφώς πιο δόκιμος από το «εκδικητική πορνογραφία» (αγγλιστί «revenge porn»), έχει ως πυρήνα της την παραβίαση των προσωπικών δεδομένων μέσω της έλλειψης συναίνεσης που είναι καίριο στοιχείο για την στοιχειοθέτηση του αδικήματος. Και θα εξεταστεί από τα Ποινικά Δικαστήρια σε πλημμεληματική βάση καθώς η νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων ποινικοποιεί αυτή την πράξη απειλώντας με ποινή 1-5 χρόνια φυλάκισης και χρηματική ποινή έως 100.000 ευρώ, σύμφωνα με τον νεαρό Ν.4624/2019. Αυτοτελές ποινικό αδίκημα δεν υφίσταται ακόμα στην Ελληνική Ποινική έννομη τάξη.