otan-h-agaph-gia-ton-sunanthrwpo-oriotheteitai-savoir ville Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς μας πως είναι να τρέχεις, να κολυμπάς ή να πεινάς για να ζήσεις. Να φεύγεις από την χώρα σου επειδή εκείνη καταστρέφεται, και δεν εννοώ οικονομικά, μα πραγματικά. Ίσως όλοι εκείνοι που εμείς ονομάζουμε προγόνους μας, γενιές ολόκληρες Ελλήνων, που έφυγαν στην Αμερική ή την Γερμανία για ένα πιο φωτεινό και χειροπιαστό μέλλον, να καταλάβαιναν περισσότερα. Ή τουλάχιστον να αισθάνονταν περισσότερα.

Βλέπεις ανθρώπους να μαζεύονται, να μην θέλουν κανέναν από τους Σύριους μετανάστες να περάσουν τα σύνορα της πατρίδας τους. Οι ίδιοι άνθρωποι που θεωρούν πως μπορούν δικαιωματικά να στείλουν τα παιδιά τους στο εξωτερικό για να μην πεινάσουν σε μια χώρα που καταστρέφεται με ταχύτατους πλέον ρυθμούς. Άνθρωποι δεν είμαστε όταν προσπαθούμε να σώσουμε το παιδί μας. Άνθρωποι είμαστε όταν καταλαβαίνουμε πως όλοι έχουν το δικαίωμα  να αναζητούν ένα καλύτερο αύριο.

Συγχυσμένοι νησιώτες, κλειδώνουν πόρτες και μαγαζιά μόλις μαθαίνουν πως Χίος, Μυτιλήνη και Κως, γεμίζουν Σύριους μετανάστες. Νησιώτες που μοιάζουν να αποζητούν την φασαρία. Θεωρώντας πως όποιος δεν είναι Έλληνας ή τουρίστας να βάζει λεφτά στην χώρα, δεν θα έπρεπε να βρίσκεται εδώ. Αγάπη για τον συνάνθρωπο με όρια. Όρια χρώματος, θρησκείας και φύλου. Από την άλλη, μια κυβέρνηση η οποία βεβαιώνει τον λαό της πως οι χιλιάδες μετανάστες που πέρασαν στην χώρα μας είναι απλώς περαστικοί. Μέσα σε τόσα ψέμματα όμως, πόση αλήθεια μπορούμε να αντέξουμε;

Κοιτάζοντας την θάλασσα στο λιμάνι της Χίου είδα σε μια βάρκα που χωράει δέκα άτομα, είκοσι. Είκοσι πορτοκαλί σωσίβια να κάνουν κουπί. Ύστερα, να ξεχύνονται στο λιμάνι σα να βρήκαν κάτι με το οποίο μπορούν να συνεχίσουν. Τότε ήταν που σκέφτηκα πως όλοι οι Σύριοι μετανάστες γνωρίζουν πολύ καλά πως το ταξίδι τους όχι απλά δεν έχει τελειώσει, μα τώρα αρχίζει. Μα είναι ευγνώμονες για το ότι έφυγαν από έναν εφιάλτη που δεν θα ευχόντουσαν σε κανέναν από εμάς να ζήσει. Δύναμη τεραστίων διαστάσεων είχαν τα βλέμματά τους.

Και έρχεσαι εσύ, αγαπημένε Έλληνα, να πεις πως αυτοί οι άνθρωποι που πέρασαν τόσες κακουχίες και ζόρια, δεν έχουν δικαίωμα να ελπίζουν. Εσύ που μοιάζεις να έχεις την ελπίδα για οδηγό τους τελευταίους 8 μήνες. Αυτό ήταν όμως το πρόβλημά σου πάντα. Ξεχνάς πάρα πολύ εύκολα. Ξεχνάς την ιστορία σου, τους γύρω σου. Ξεχνάς πως τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι κοινά για όλους και μεγαλώνεις με την χείριστη νοοτροπία που περνάς και στα παιδιά σου, την ψευδαίσθηση του να είσαι ανώτερος, το ότι όλα είναι αποδεκτά αρκεί να μην συμβαίνουν στο δικό σου σπίτι. Ή στην προκειμένη περίπτωση χώρα.