Eκείνη η Μεγάλη Παρασκευή ήταν διαφορετική.

Όπως όλα τα πράγματα μαζί σου, που θα μπορούσαν να ήταν ή όντως ήταν διαφορετικά.

Σχολάσαμε νωρίς και με ρώτησες τι θα ήθελα να κάνουμε.

“Να πάμε στον επιτάφειο”, σου είπα.

Γέλασες με εκείνο το λίγο ειρωνικό γνωστό σου γέλιο που χρησιμοποιούσες κάθε φορά που ήθελες να εκφράσεις τον σνομπισμό σου για κάτι που διαφωνούσες. Αλλά συμφώνησες.

“Σε ποιον επιτάφειο θες να πάμε;”, ρώτησες

“Στο χωριό μου”, σου απάντησα.

“Χωριό” το λες εσύ αυτό;” με ρώτησες όταν φτάσαμε μετά από μια ώρα και καθήσαμε στην αυλή του σπιτιού μου.

-Ναι οκ, δεν το λές χωριό μια ώρα απόσταση από την Αθήνα, αλλά εγώ όταν ήμουνα μικρή “χωριό” το έλεγα. Περίμενα πώς και πώς το Πάσχα για να έρθω στο “χωριό” και να δω τα ξαδέρφια μου και τους φίλους μου.

-Περσσότερο εξοχικό “λίγο πιο έξω από την Αθήνα” είναι, παρά χωριό, αλλά οκ, εσύ είχες ανάγκη να έχεις χωριό μάλλον για αυτό το βάφτισες “χωριό”.

– Τι να σου κάνω,εμείς είμαστε “γκάγκαροι”, δεν έχουμε χωριό! Και με πείραζε όταν όλα τα παιδιά στο σχολείο έλεγαν πως θα πάνε το Πάσχα στο χωριό τους, κι εγώ δεν είχα χωριό αλλά “εξοχικό λίγο πιο έξω από την Αθήνα”, προφανώς και το είχα ανάγκη να έχω χωριό.

– Και το πίστεψες ότι έχεις χωριό λοιπόν. Σαν τις θρησκείες ένα πράγμα.

Κάπως έτσι, από την ανάγκη άλλωστε δεν γεννήθηκαν οι θρησκείες;

– Για άνθρωπο που πιστεύει όπως εσύ είναι κάπως προχωρημένη αυτή η σκέψη, δεν είναι;

– Και για άνθρωπο που δεν πιστεύει όπως εσύ είναι κάπως προκλητική αυτή η ερώτηση, δεν είναι;

– Γιατί; Αν προκαλώ κάτι αυτό είναι ο διάλογος.

– Ωραία λοιπόν, ας κάνουμε διάλογο.

– Γιατί για τι και σε τι πιστεύεις λοιπόν;

– Εσύ γιατί για τι και σε τι δεν πιστεύεις λοιπόν;

-…..

-Γιατί δεν απαντάς κάτι; Επειδή είναι σύνηθες κάποιος να “απολογείται” ή να εξηγεί γιατί πιστεύει κάτι που δεν ισχύει για κάποιον που δεν πιστεύει. Είναι σαν αυτός που πιστεύει να χρειάζεται να προσκομίσει αποδεικτικά και δικαιολογητικά σε αυτόν που δεν πιστεύει.

– Έχεις;

– Τι “αποδεικτικά” να έχω;

– Της πίστης σου. Γιατί να εγώ που δεν πιστεύω η απόδειξη που έχω είναι ότι δεν έχω δει ποτέ κάποιον Θεό. Εμένα βλέπω, εσένα, τα πουλιά, την θάλασσα, την φτώχια, τον πλούτο, την ειρήνη, τον πόλεμο. Αυτά βλέπω, αυτά πιστεύω. Αυτά και όσα υπάρχουν.

– Την αγάπη την έχεις δει; Το μίσος; Την ευτυχία; Την δυστυχια; Την ελπίδα; Τον πόνο; Τα έχεις δει αυτά;  Όχι, ούτε εσύ τα έχεις δει, ούτε εγώ, ούτε κανένας, αλλά τα ξέρουμε και τα πιστεύουμε επειδή τα νιώθουμε, επειδή είναι μέσα μας, επειδή είμαστε εμείς.

– Τι θες να μου πεις με αυτό, ότι δεν έχω δει έναν “παπούλη με γενειάδα”, ή έναν “χοντρούλη κύριο καθιστό”, ή κάποιον άλλο “Θεό” από τις τόσες θρησκείες που υπάρχουν, μπορώ και πρέπει να πιστέψω ότι αυτός ο “Θεός” είναι στον ουρανό και μας βλέπει; Και ότι υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που διδάσκουν όσα αυτός είπε; Και ότι πρέπει να ζω με κανόνες και περιορισμούς που κάθε “Θεός” δίδαξε σε μερικούς ανθρώπους και αυτοί τα μεταφέρουν από γενιά σε γενιά;

– Αυτό είναι “θρησκεία” για εσένα; Κάποιος “Θεός” πάνω στον ουρανό; Κάποιος που επιβάλει κανόνες; Που έχει “ορίσει” αντιπροσώπους και εκπροσώπους στην γη; Κι ότι εσύ οφείλεις να δείχνεις πιστή υπακοή σε αυτούς; Αν αυτό είναι “πίστη” για εσένα καλά κάνεις και δεν πιστεύεις. Γιατί αυτό δεν το πιστεύω ούτε εγώ.

– Και τι πιστεύεις τότε;

– Ότι κάποιος, κάποιοι κάποτε είπαν μερικά σωστά πράγματα. Και ύστερα πέθαναν. Δεν ξέρω τι έγιναν μετά τον θάνατο τους. Αν υπάρχει παράδεισος ή αν υπάρχει κόλαση, αν επιστρέφουμε στην ζωή κάπως αλλιώς. Δεν ξέρω. Και δεν μπορώ να μάθω. Κανείς δεν θα μάθει τι και αν υπάρχει “μετά”, αν δεν έρθει η στιγμή να πεθάνει. Αυτοί οι άνθρωποι λοιπόν είπαν κάποια στιγμή κάποια σωστά πράγματα, για την αγάπη, για τον σεβασμό, για το “καλό” για το “κακό”, για να ζουν οι άνθρωποι πιο αρμονικά.

-´Η πιο περιορισμένα.

-Δίκιο έχεις. Και πιο περιορισμένα. Άλλες εποχές, άναρχες κοινωνίες, ο δυνατότερος επιβίωνε.

– Αυτό δεν άλλαξε όμως με καμια θρησκεία ακόμα και τώρα.

– Εν μέρει ναι, εν μέρει όχι. Πάντα θα υπάρχει ο δυνατότερος που θα επιβάλλεται. Ευτυχώς ή δυστυχώς. Δυστυχώς αν με ρωτάς.

– Εννοείται και δυστυχώς.

– Ευτυχώς όμως, κάποιοι άνθρωποι κάποτε είδαν το καλό, την ισότητα, την δικαιοσύνη, την αγάπη ανάμεσα στους ανθρώπους. Και προσπάθησαν να το δουν κι άλλοι αυτό. Θα ήμουν χαζή να πιστεύω πως κάποιοι ηλικιωμένοι κύριοι μας κοιτάζουν από τον ουρανό, θα ήμουν εξίσου χαζή όμως να πιστεύω πως δεν κοιτάζει και πως δεν παρατηρεί κανείς κανέναν.

– Άρα είμαστε “υπόλογοι” σε κάποιους ανθρώπους;

– Βέβαια και είμαστε υπόλογοι σε κάποιους ανθρώπους. Αρχικά είμαστε υπόλογοι στον εαυτό μας και μετά είμαστε υπόλογοι σε όλους τους άλλους ανθρώπους που ζουν μαζί μας. Γιατί αυτό έχουμε, ο ένας τον άλλο. Και ίσως τα πράγματα να ήταν πολύ καλύτερα για όλους αν το καταλαβαίναμε αυτό, και αν παραδειγματιζόμασταν από την ζωή εκείνων των ανθρώπων που κάποια στιγμή παλιά έκαναν πράξητην αγάπη, την δικαιοσύνη, την συγχώρεση, την βοήθεια, την αυταπάρνηση. Αν παραδειγματιζόμασταν από αυτούς και υπερασπιζόμασταν την ζωή μας αλλά και την ζωή και τα δικαιώματα των άλλων.

-Μιλάς για ανθρώπους, όχι για θεούς.

– Μα ίσως για αυτό να τους είπαν “θεούς”. Γιατί σκέφτηκαν και έπραξαν όσα δεν είχε σκεφτεί και δεν είχε πράξει κάποιος άλλος.

– Σαν αυτό που λέει “ό,τι δεν μπορεί να καταλάβει ο άνθρωπος το ονομάζει ή διάβολο ή θεό” ε;

– Χα, ίσως.

– Και γιατί ο άνθρωπος να πιστεύει κάπου για να έχει ελπίδα;

– Ίσως επειδή δεν του φτάνει να πιστεύει στον εαυτό του για να βρει ελπίδα. Ίσως να μην μπορεί να πιστέψει μόνο στον εαυτό του. Πάντα θέλει περισσότερα ο άνθρωπος. Περισσότερο “εαυτό”, περισσότερο “άλλον”, περισσότερο ίσως να θέλει και κάποιον άλλο εαυτό όταν ο δικός του εαυτός δεν μπορεί ή δεν φτάνει.

– Κι αν αυτό το “περισσότερο”είναι ο ίδιος του ο εαυτός;

-Τότε αυτός είναι ο Θεός. Ή κάποιος άλλος. Σκέψου πόσους ανθρώπους ξέρουμε που μπορεί να μην προσκυνάνε θεούς, εικονίσματα και αγάλματα αλλά προσκυνάνε άλλους ανθρώπους, ή τον εαυτό τους ακόμα. Σκέψου πόσοι από μας αμφισβητούμαστε, αδικούμαστε, υποφέρουμε από κάποιον άλλο ή από τον εαυτό μας, “σταυρωνόμαστε”, πεθαίνουμε αλλά τελικά συνεχίζουμε να ζούμε. Σκέψου πόσοι άνθρωποι νιώθουν “δεός¨μπροστά σε κάποιον άλλο άνθρωπο ή μπροστά στον εαυτό τους. Σκέψου πόσοι άνθρωποι περιμένουν κάποιον άλλο για να τους μάθει, να τους διδάξει και έχουν τα λόγια του “ευαγγέλιο”, σκέψου πόσοι άνθρωποι πιστεύουν σε κάποιον άλλο άνθρωπο ή στον εαυτό τους. Θεός για τον άνθρωπο είναι ο άνθρωπος, κάποιος άλλος ή ο ίδιος.

– Δεν πιστεύεις λοιπόν πως υπάρχει κάποιος εκεί πάνω που μας βλέπει ε;

– Αν υπήρχε δεν θα έπρεπε να είχε πέσει; Εμείς μας βλέπουμε και οι άλλοι. Και ίσως υπάρχει μια ανώτερη δύναμη που μας κινεί και μας παρακινεί, μας δειγματίζει και μας παραδειγματίζει. Άλλωστε δεν είναι πολύ εγωιστικό να πιστεύουμε πως σε ένα ατελειώτο σύμπαν σαν και το δικό μας είμαστε οι μοναδικές μορφές ενέργειας, ύλης και ψυχής;

– Υπάρχουν και οι εξωγήινοι.

– Που δεν τους έχεις δει ποτέ αλλά πιστεύεις στην υπαρξή τους.

-…

– Έλα τώρα. Παραδέξου κι εσύ ότι κάτι και κάπου πιστεύεις. Καλό είναι. Και να σου πω γιατί το θεωρώ καλό το να πιστεύει κάποιος κάπου ή κάτι ακόμα κι αν δεν τοέχει δει ποτέ; Γιατί αυτό μου δείχνει εμένα πως μπορεί και να πιστέψει σε αυτό που βλέπει, στον εαυτό του και στους άλλους δηλαδή.

-…Συννέφιασε…, είπες και κοίταξες τον ουρανό σαν να τον έβλεπες πρώτη φορά.

– Μεγάλη Παρασκευή πάντα συννεφιάζει, λένε.

– Όντως…