Battle of the sexes Σήμερα έβαλα το φουστάνι που φόραγα τη μέρα που σε γνώρισα. Εκείνο το φουστάνι «παραλλαγή». Μαύρο με γκρι. Λες και το φουστάνι ήξερε περισσότερο και πριν από εμένα και από εσένα τον «πόλεμο» που θα ξεσπούσε μεταξύ μας. Εχθροπραξίες, θύτης και θύμα να ανταλλάζουν τους ρόλους τους. Εκατέρωθεν «βομβαρδισμοί» με απώτερο σκοπό ο ένας να πληγώσει τον άλλο μέχρι να τον «σκοτώσει», μέχρι να βγει ο ίδιος νικητής. Πόλεμος κανονικός. Με όλο τον θυμό, την τρέλα και την παράνοια του πολέμου. Με όλο το άδικο που έχει ένας πόλεμος. Ειρηνευτικές διαδικασίες, ψυχολογική υποστήριξη από τρίτους, απογραφή απωλειών, προσπάθεια ανασυγκρότησης. Παύση των πυρών και τον βομβαρδισμών σε περιόδους ανακωχής. Πότε γιατί σήκωνε ο ένας λευκή σημαία για να παραδοθεί, πότε γιατί δεν άντεχε άλλο, πότε γιατί δεν είχε πυρομαχικά, πότε γιατί δεν είχε αντοχές, πότε γιατί δεν είχε πια σθένος να πολεμήσει τον άλλο. Και η ανακωχή αυτή κρατούσε λίγο μέχρι να ξεκινήσει πάλι ο πόλεμος. Πιο δυνατός κάθε φορά, πιο οργισμένος, πιο αναίτιος. Κι όσο και οι δύο μέναμε όρθιοι, τόσο ο πόλεμος συνεχιζόταν. Μόνο αίμα δεν είχε αυτός ο πόλεμος. Ούτε νικητή δεν είχε. Χάσαμε και οι δύο. Ο ένας τον άλλο και ο καθένας τον εαυτό του. Ο πόλεμος έληξε με οπισθοχώρηση και των δυο μας. Μέχρι να ξαναρχίσει; Ελπίζω όχι. Δεν φόρεσα το φουστάνι «παραλλαγή» για να πολεμήσω τότε, εκείνο το βράδυ που σε γνώρισα. Δεν το φόρεσα όμως ούτε και για να παραδοθώ άνευ όρων. Γι’ αυτό ίσως και να σε πολέμησα κι εγώ. Για να αμυνθώ. «Ωραίο φουστάνι», μου είχες πει τότε και χαμογέλασα. Ίσως γιατί δεν ήξερα τότε ότι ο εχθρός σε πλησιάζει παριστάνοντας τον σύμμαχο. Τώρα όμως ξέρω.