Λένε ότι δεν υπάρχει πιο αβάσταχτη νοσταλγία από αυτή των παιδικών μας χρόνων. Έτσι είναι; Η ανάμνηση της παιδικής ηλικίας είναι η βιωματική σφραγίδα του πανδαμάτορα χρόνου; Ή μήπως, οι μνήμες μας ως πιτσιρίκια είναι ό,τι ομορφότερο έχουμε;

Αν αφήσουμε στην άκρη το πόσο χαρούμενα ήμασταν ως παιδιά ή ως έφηβοι, κάτι που είναι ιδιαίτερα σχετικό, το παρελθόν τείνει να ωραιοποιείται καθώς περνάνε τα χρόνια. Μπορεί να προτιμούμε να θυμόμαστε κυρίως τις όμορφες στιγμές. Το σίγουρο όμως είναι ότι εκείνα τα χρόνια, με τα θετικά και τα αρνητικά τους, αποτελούν την πρώτη ύλη για τη μετέπειτα εξέλιξή μας και την ολοκλήρωση των στοιχείων του χαρακτήρα μας.

grow up-savoir ville

Όταν λοιπόν έρχεται η ώρα που σταθεροποιείται η δομή της προσωπικότητάς (και συνειδητοποιείς αναπάντεχα ότι αρχίζεις να σου θυμίζεις του γονείς σου), δεν μπορείς να αποφύγεις τις κοινωνικές νόρμες, χάνεις τον ενθουσιασμό σου και σταματάς να σε εκπλήσσεις, ψάχνεις για τη σιγουριά με μόνο σύμμαχο το ρεαλισμό, όταν πρέπει να παλέψεις για τα πάντα γιατί τίποτα δεν είναι δεδομένο και κανείς δεν έχει την ευθύνη σου, τότε η ανάμνησή σου ως παιδί απομακρύνεται. Όταν δε, επιστρέφει στο μυαλό, δεν περνάει σχεδόν ποτέ απαρατήρητη.

Όσο θετικά κι αν προβάλλεται μπροστά σου η εικόνα του μάχιμου και ανεξάρτητου ενήλικα, συχνά πυκνά, όλο αυτό μπορεί να γίνει βαρύ και χρειάζεται κάποια αντίσταση. Οφείλεις να κρατήσεις κόντρα στην επικράτηση του στυγνού ορθολογισμού και του συμβιβασμού, στο τέλος της αθωότητας και της φρέσκιας ματιάς. Ειδικά όταν τα πράγματα δεν πάνε σύμφωνα με τις προσδοκίες σου, δεν πρέπει να ξεχάσεις την ελπίδα και την αισιοδοξία. Για όλες εκείνες τις στιγμές που πολεμάμε με την αλλοτρίωση και την απογοήτευση και χάνουμε δυνάμεις παγιδευμένοι στην πραγματικότητα, πάμε να θυμηθούμε τον Tom Waits και το τραγούδι του “I don’t want to grow up”. Μέσα από το album “Bone Machine” το 1992, ο κορυφαίος Αμερικάνος τραγουδοποιός γράφει μια ωδή στην άρνηση του να μεγαλώσεις και να γίνεις αυτό που δεν ήθελες.

Τρία χρόνια μετά, το 1995, το κομμάτι θα γνωρίσει την εκδοχή τoυ punk συγκροτήματος Ramones. Θα το βρεις στον τελευταίο δίσκο τους σε studio με τίτλο “¡Adios Amigos!”. Ορμητικό και πιο γρήγορο από το αυθεντικό.

Αρκετά αργότερα και σε πιο ήρεμους τόνους, η Αμερικανίδα τραγουδίστρια Priscilla Ahn διασκευάζει το “I don’t want to grow up” με μια κιθάρα και την εκφραστική φωνή της.

Αντί για επίλογο, να προσθέσω ότι αυτό το άρθρο γράφτηκε για τη γενιά, που τα τελευταία χρόνια, εξωτερικοί και εσωτερικοί παράγοντες συνηθίζουν να βαφτίζουν “χαμένη”. Για τις καθημερινές μάχες της ενηλικίωσής της και την κόντρα στις προβλέψεις τους.